«Τους έκανα να πιστέψουν ότι έφευγα για το Τορίνο. Στο Ορλί περίμενα ένα ολόκληρο μισάωρο και με κατάλαβαν στο αεροπλάνο. Μετά πήγα στις τουαλέτες, έβαλα ένα μαντήλι και μαύρα γυαλιά για να μην με καταλαβαίνουν.»
Πήρα ένα ταξί με κατεύθυνση το ξενοδοχείο Prince de Galles στο Παρίσι, στη λεωφόρο George-V. Στη ρεσεψιόν έδωσα το όνομα που είχα νέα κοπέλα, Iolanda Gigliott, ζήτησα να μην με ενοχλήσει κανείς. Έγραψα τρία γράμματα: ένα για τη μητέρα μου, ένα άλλο για τον Lucien Morisse και ένα τρίτο για το κοινό μου. Ήμουν γαλήνια. Ξάπλωσα στο κρεβάτι».
Με αυτά τα λόγια η μεγάλη ντίβα του γαλλικού τραγουδιού, η γυναίκα που σημάδεψε την γαλλική κουλτούρα με την εικόνα της και τη μουσική της περιέγραψε τις στιγμές λίγο πριν κάνει την πρώτη της απόπειρα αυτοκτονίας. «Δεν είχα παρά μόνο μία σκέψη στο μυαλό μου, τον Luigi. Ήμουν ανακουφισμένη, θα πήγαινα να τον βρω», θα πει.
Δεν ήταν γραφτό όμως. Παρά τη σαφή εντολή της, μία καθαρίστρια μπαίνει στο δωμάτιό της προβληματισμένη από την ησυχία που κυριαρχούσε σε αυτό και την βρίσκει. Η Δαλιδά είχε πάρει μία μεγάλη δόση βαρβιτουρικών.
Ένα μήνα πριν ο σύντροφός της, ο «αλαζονικός» συνθέτης Luigi Tenco είχε αυτοκτονήσει επειδή το τραγούδι που είχαν ετοιμάσει για το φεστιβάλ του Σαν Ρέμο δεν επελέγη. Ήταν εκείνη που τον ανακάλυψε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου τους να βρίσκεται ξαπλωμένος μπρούμυτα στο πάτωμα.
Αρχικά, πίστεψε ότι κοιμόταν ζαλισμένος από το αλκοόλ και τα υπνωτικά που είχε καταναλώσει γεμάτος οργή μετά τον αποκλεισμό του τραγουδιού τους. «Ciao» ήταν ο τίτλος του, που τελικά θα αποδεικνυόταν και μοιραίος.
Πήρε στα χέρια της το κεφάλι του, χάιδεψε τα μαλλιά του και λίγο αργότερα έκανε την τραγική διαπίστωση. Το κεφάλι του είχε αίμα. Ο Tenco ήταν νεκρός. «Δεν το έκανα αυτό γιατί κουράστηκα από την ζωή, αλλά ως μία πράξη διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα κοινό που στέλνει στον τελικό ένα τραγούδι όπως το Moi, toi et les roses», έγραφε στο σημείωμα που είχε αφήσει.
Κάπως έτσι, ξεκινάει μία δραματική ζωή. Χρόνια μετά τον θάνατό της όλοι θα αρχίσουν να μιλάνε για μία κατάρα που την ακολουθούσε να χάνει εκείνους που την αγάπησαν με τον πιο τραγικό τρόπο.
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν τον θάνατο του Tenco η Δαλιδά είναι σαν να έχει μπει στον αυτόματο. Κάνει ηχογραφήσεις, βγαίνει σε εκπομπές στην τηλεόραση, μέσα της όμως μία σκέψη αρχίζει να ωριμάζει. Τέσσερις εβδομάδες αργότερα επισκέπτεται τα αδέρφια του εραστή της. Είναι αποκαρδιωμένη. «Βλέπεις; Υπάρχει μία θέση δίπλα», θα πει στην γραμματέα και ξαδέρφη του Tenco πάνω από τον τάφο του.
Η ιταλική καταγωγή και η ζωή στην Αίγυπτο
Γεννημένη στην Αίγυπτο με καταγωγή από την Καλαβρία, τα παιδικά της χρόνια θα τα περάσει μεγαλώνοντας σε μία μικρή συνοικία ανάμεσα σε χριστιανούς, μουσουλμάνους και άραβες που τότε ζούσαν μεταξύ τους ειρηνικά.
Στα 2 της χρόνια υποβάλλεται σε ένα απίστευτο μαρτύριο όταν νοσεί από μία φλεγμονή στο μάτι. Με την ιατρική εκείνης της εποχής να μεταχειρίζεται ορισμένες φορές με αδιανόητο τρόπο κάποιες παθήσεις, η μικρή περνάει 40 ολόκληρες μέρες με τα μάτια δεμένα με επιδέσμους. Παραδομένη στο απόλυτο σκοτάδι ζει την απόλυτη φρίκη και μοναδική της διέξοδος είναι οι ήχοι που βγαίνουν από το βιολί του πατέρα της που ήταν το πρώτο βιολί στην Όπερα του Καΐρου.
Η προσπάθεια αποκατάστασης δεν λειτουργεί. Αναγκάζεται να φορέσει ένα ζευγάρι χοντρά γυαλιά, γίνεται ο περίγελος του σχολείο, κάποια στιγμή όμως μία φίλη της την συμβουλεύει να τα αποχωριστεί. Η όρασή της δεν είναι καθαρή, αρκεί όμως για να εντοπίσει τον πρώτο της έρωτα τον 15χρονο Κάρλο.
Το ειδύλλιο με τον Ντελόν
Το διάσημο ντουέτο τους «Paroles, paroles» που έγινε τεράστια επιτυχία σε όλον τον κόσμο δεν προέκυψε τυχαία. Οι δύο τους είχαν συναντηθεί καιρό πριν όταν η 21χρονη Iolanda ξεκίνησε τις προσπάθειες να γίνει γνωστή και συμμετείχε σε διάφορα κάστινγκ. Σε ένα από αυτά οι δύο νέοι συναντιούνται και ένα ειδύλλιο που έμεινε μυστικό ξεκινάει ανάμεσά τους.
Αυτός που την ανακάλυψε όμως και την διαμόρφωσε μέχρι την μεγάλη της επιτυχία “Bambino” ήταν ο Lucien Morisse ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Europe 1. Μέσα σε δύο χρόνια ο άνθρωπος που διαμόρφωσε το τότε ραδιόφωνο είχε γίνει ο αγαπημένος όλων και το 1961 κατάφερε να παντρευτεί το «δημιούργημά» του.
«Ήταν ο μοναδικός άντρας της ζωής μου», θα πει η Δαλιδά χρόνια μετά. Εκείνη όμως ήταν αυτή που τον εγκατέλειψε μερικούς μήνες μόλις μετά τον γάμο τους. «Ήμουν πολύ νέα για να με διορθώσει κάποιος», θα εκμυστηρευτεί μετανιωμένη.
Παρά τον χωρισμό ο Lucien είναι ο πρώτος που ενημερώνεται για την απόπειρα αυτοκτονίας της. Έφτασε πρώτος δίπλα της και της συμπαραστάθηκε καθόλη την διάρκεια της μακράς ψυχολογικής ανάκαμψής της. Ο ίδιος είχε κάνει έναν ακόμα γάμο και είχε δύο παιδιά.
Τρία χρόνια αργότερα το 1970, ο Lucien αυτοκτονεί στο σπίτι του σε ηλικία μόλις 41 χρόνων. Η κατάρα που στιγμάτισε ήδη μία φορά τη ζωή της, παίρνει μακριά έναν ακόμα μεγάλο έρωτα.
Η φιλία και ο έρωτας με τον Μιτεράν
Πολλές από τις αγάπες της τις πέρασε στη σιωπή. Κρυφά σχεδόν. Κι αυτό γιατί πολλοί από τους συντρόφους της ήταν είτε διαρκώς απασχολημένοι είτε απλά… παντρεμένοι. Ο Φρανσουά Μιτεράν για παράδειγμα μόλις ανέλαβε την εξουσία δεν μπορούσε να την επισκεφθεί για να απολαύσουν παρέα μία πιατέλα με θαλασσινά. «Mimi l’Amoroso» ήταν το ψευδώνυμο που του είχαν βγάλει οι μυστικές υπηρεσίες. Ερωτευμένος με μία ντίβα του τραγουδιού. Ένας έρωτας που τον κορόιδεψαν κυρίως λόγω της ελαφρότητας της Δαλιδά της τραγουδίστριας που τα πρώτα 10 με 15 χρόνια έκανε καριέρα με τα «Petit Gonzalès» και «Itsi bitsi petit Bikini». Δημοφιλής η όχι πολλοί θεωρούσαν ότι το κιτς χαρακτήριζε την πορεία της μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Με την πάροδο των χρόνων όμως η Δαλιδά αρχίζει να μεταμορφώνεται. Ο χαμός των δύο αντρών της ζωής της τήν έχει σημαδέψει και στρέφεται προς την φιλοσοφία. Από εκεί άλλωστε προέκυψε η φιλία και ο έρωτας με τον Μιτεράν.
Έπειτα από τις σφοδρές μάχες που έγιναν μέσα της, η τραγουδίστρια βρίσκει την γαλήνη σε ένα βουδιστή φιλόσοφο, τον ερωτεύεται και τον ακολουθεί στην Ινδία για διαλογισμό, όπου παραμένει αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα προκαλώντας πονοκέφαλο στους συνεργάτες που την βλέπουν να ακυρώνει τη μία δουλειά πίσω από την άλλη.
«Φέρνω κακή τύχη σε όσους αγαπώ»
Η Δαλιδά λάτρευε να είναι ερωτευμένη, ήταν όμως και πολύ συναισθηματική. Ο διάσημος Richard Chanfray που ήθελε να τον αποκαλούν Κόμη του Σεντ Ζερμέν, αν και από την καταγωγή του δεν προέκυπτε κάτι τέτοιο, είναι ο επόμενος μεγάλος έρωτάς της. Μαζί του μένει 9 ολόκληρα χρόνια. Το 1983 όμως δύο χρόνια μετά τον χωρισμό τους ο εκκεντρικός Chanfray αυτοκτονεί. «Φέρνω ατυχία στους άντρες που αγαπώ», θα πει η Δαλιδά με τρεμάμενη φωνή.
Η τελευταία πράξη
Στις 2 Μαΐου του 1987 κανείς δεν έχει την παραμικρή υποψία για τα σχέδιά της. Το πρόγραμμά της περιελάμβανε ένα σωρό πράγματα: μία τηλεοπτική εκπομπή, ένα θεατρικό έργο, μία φωτογράφηση. Είναι 54 ετών και παρόλα αυτά έχει κάνει μία εντυπωσιακή στροφή στην καριέρα της.
Εκείνη την ημέρα είχε ακυρώσει μία βραδιά στο θέατρο και περιμένει τηλεφώνημα από τον νέο της εραστή, έναν γιατρό, τον Francois Naudy. Εκείνος δεν της τηλεφωνεί ποτέ. Αυτός όμως δεν είναι ο λόγος για τον οποίο αυτοκτονεί. 20 σχεδόν χρόνια από την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας, δίνει ακόμα με γενναιότητα μάχη με το τέρας της κατάθλιψης και τελικά υποκύπτει στη δύναμή του. «Η ζωή είναι αφόρητη», είχε γράψει πριν παραδοθεί.