“Αν κάτι κρατάμε από τη σημερινή ημέρα είναι η παρουσία της νεολαίας: τόσοι νέοι που αγάπησαν τα τραγούδια του και τον ίδιο έδωσαν το παρών αψηφώντας το κρύο” μας δήλωσε συγκινημένος ένας από τους οικείους του Θάνου Μικρούτσικου θέλοντας να περιγράψει τη μοναδική θετική εικόνα που κράτησε από τη μαύρη ημέρα του αποχαιρετισμού.
“Η κηδεία του Θάνου ήταν ορόσημο-το τέλος μιας εποχής. Ήταν κάτι που δεν θα ξεχάσει κανείς αποχαιρετώντας όχι μόνο έναν σπουδαίο συνθέτη αλλά και μια ολόκληρη εποχή” υποστήριξε κάποιος άλλος φέρνοντας στο μυαλό του μαζικές εικόνες από άλλες αντίστοιχες στιγμές, τότε που οι κηδείες ήταν ορόσημα για το τέλος ή την αρχή μιας άλλης εποχής, όπως η κηδεία του Σεφέρη με τη μαζική ανταπόκρισή που είχε στον κόσμο και σήμαινε κάτι για την αρχή του αγώνα κατά της Χούντας. Τώρα η πολιτική κηδεία του Θάνου Μικρούτσικου ίσως σφραγίζει την πορεία μιας γενιάς που αγωνίστηκε, πάλεψε, μορφώθηκε φαντάστηκε έναν άλλο κόσμο και παρά τα λάθη, δεν έπαψε να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή μέχρι τέλους.
Έτσι και στο Α Νεκροταφείο νέα παιδιά σήκωσαν ψηλά τη γροθιά όταν ακούστηκαν τα πρώτα τραγούδια από το μεγάφωνα ενώ άλλα προτίμησαν να απαθανατίσουν στο κινητό μια στιγμή που γι αυτούς ήταν συνώνυμη της σύγχρονης μεταπολιτευτικής ιστορίας. Κανείς δεν νοιαζόταν για το αδιανόητο κρύο ή για το χιονόνερο. Μόνο κοίταζαν νοερά την μεγάλη φωτογραφία του σπουδαίου συνθέτη μπροστά στο εμβληματικό πιάνο-σήμα κατατεθέν.
Αυτό που ίσως να μην ξέρουν πολλοί είναι ότι ο ίδιος φρόντισε να γίνει η κηδεία όπως ακριβώς την ήθελε-καθώς δεν άφηνε τίποτα στην τύχη. Ήξερε, άλλωστε, ότι θα βρίσκεται, στο τελευταίο αυτό ταξίδι του, ανάμεσα σε φίλους, συντρόφους και συναγωνιστές. Επιθυμία δική του ήταν να ακουστεί το “Για το φτωχό Μπέρτολτ μπρεχτ” με το μνημειώδη στίχο που ο ίδιος έλεγε ότι σημάδεψε την καριέρα και την προσωπικότητά του: “Εγώ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ είμαι από τα μαύρα δάση, η μάνα μου στις πολιτείες με κουβάλησε, σαν ήμουνα ακόμα στην κοιλιά της”. Ήταν η στιγμή που όλοι ήξεραν πως εκείνος βρισκόταν, μέσα από τη μορφή του αιώνιου και παντοτινού του ήρωα, ανάμεσα τους.
Μεσολάβησαν οι επικήδειοι: της μικρότερης Αλεξάνδρας για τον αιώνιο “καπετάνιο” πατέρα της που ήταν για εκείνη “ο μεγαλύτερος ήρωας από όλους”, της συζύγου του Μαρίας για την οποία θα παραμείνει ο “ήλιος” και το “φεγγάρι” της. Η συγκίνηση δύσκολα μπορούσε να επιτρέψει στον Γιώργο Κιμούλη να ολοκληρώσει χωρίς να σπάσει η φωνή του τα λόγια που είπε από καρδιάς μαζί και αυτά που συμμερίζονταν όλοι ότι “πέρα από τη μοναξιά, τον πόνο και το κενό, φεύγει μαζί σου και μια ολόκληρη εποχή. Και η εποχή που έρχεται είναι πολύ δύσκολη, φίλε, γιατί είναι ακραία θολή”. Μίλησαν και άλλοι, φίλοι, συναγωνιστές και πολιτικοί μέχρι που ακούστηκε το δεύτερο τραγούδι που ήταν επίσης επιθυμία δική του να ακουστεί: “Οι 7 νάνοι στο s/s Cyrenia”. Με αυτό σιγοτραγουδώντας όλοι μαζί τους στίχους αποχαιρετούσαν τον αγαπημένο τους για το τελευταίο του ταξίδι ξέροντας πως φεύγει για τις ανοιχτές θάλασσες που τόσο αγάπησε με ένα αέρα να φυσάει δυνατό-τον αέρα της ελευθερίας: “Κι έτσι μαζί με τους εφτά κατηφοράμε/Με τη βροχή, με τον καιρό πού μας ορίζει” ακουγόταν από το μεγάφωνο οι στίχοι του αγαπημένου του Καββαδία σαν ύστατος αποχαιρετισμός.
Γιατί την όρισε την εποχή του ο Θάνος Μικρούτσικος και θα εξακολουθεί να την ορίζει-με το παραπάνω. Και όλοι θα του είμαστε παραπάνω από ευγνώμονες.