Οι «Δρόμοι της Φωτιάς», η πολυβραβευμένη κινηματογραφική ταινία του Χιου Χάντσον, του 1981, πραγματεύεται την αληθινή ιστορία δύο Βρετανών ερασιτεχνών δρομέων, που έχουν βάλει στόχο να κερδίσουν το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924.

Πρόκειται για τον εβραϊκής καταγωγής Άγγλο Χάρολντ Έιμπραμς (1899-1978), που βιώνει τον κρυφό ρατσισμό των συμπατριωτών του και επιθυμεί τη συμμετοχή του στους Αγώνες, προκειμένου να… πάρει το αίμα του πίσω, και τον Σκωτσέζο θεολόγο Έρικ Λίντελ (1902-1945), που είναι από τη φύση του γρήγορος και θέλει να τιμήσει τον Θεό για το χάρισμα που του δώρισε. Και οι δύο αθλητές θα πετύχουν τον στόχο τους: Ο μεν Έιμπραμς θα κερδίσει τα 100 μ., ο δε Λίντελ τα 400 μ.

#038;t=1s&ab_channel=HDFilmTributes

Ο μεγάλος… νικητής της ταινίας, ωστόσο, έμελλε στην πραγματικότητα να είναι ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Το «Chariots Of Fire» κυκλοφόρησε το 1981 για τις ανάγκες της ομώνυμης ταινίας, που κατάφερε να αποσπάσει το Όσκαρ Μουσικής στην τελετή απονομής του 1982. Ήταν το ένα από τα τέσσερα (σε επτά υποψηφιότητες) αγαλματίδια που κέρδισε το φιλμ, με κορυφαίο, φυσικά, αυτο για την Καλύτερη Ταινία.

Για να φτάσουμε, ωστόσο, στο Όσκαρ, έπρεπε να διανυθεί ένας μάλλον… μακρύς δρόμος, που ξεκίνησε από τα τέλη της δεκαετίας του 1940, με τον συγγραφέα Στρατή Μυριβήλη να ανακαλύπτει έναν… λιλιπούτειο πιανίστα της Α’ Δημοτικού και να γράφει για εκείνον ότι ήταν προικισμένος «με το θείο χάρισμα του ταλέντου». «Πρέπει να δει κανείς τα μικροσκοπικά δαχτυλάκια του να αγωνίζονται να πιάσουν τις θαυμάσιες συγχορδίες που κανείς δεν του δίδαξε, πρέπει να ακούσει τους χρωματισμούς και τα χαριτωμένα ευρήματά του, για να καταλάβει το νόημα του Ευαγγελιστού, που είπε: “Πνεύμα ο Θεός και όπου θέλει πίνει”» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Το παιδάκι εκείνο δεν ήταν άλλο από τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1964, σε ηλικία 21 ετών, έγινε μέλος των Forminx και το 1967 μαζί με τον Ντέμη Ρούσο, τον Λουκά Σιδερά και τον Αργύρη Κουλούρη δημιούργησε τους Aphrodite’s Child, με τους οποίους έγινε γνωστός στη διεθνή σκηνή. Αργότερα ακολούθησε σόλο καριέρα, διαλέγοντας το όνομα Vangelis, το οποίο ήταν πολύ πιο εύκολο να προφέρουν οι ξένοι. Τη δεκαετία του 1970 ο Vangelis καθιερώθηκε παγκοσμίως ως ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες ηλεκτρονικής new age μουσικής.

Έτσι, το 1978, ο παραγωγός Ντέιβιντ Πούτναμ ζητά από τον Βαγγέλη Παπαθανασίου να γράψει τη μουσική για την περίφημη ταινία του Άλαν Πάρκερ, «Το Εξπρές του Μεσονυχτίου», με πρωταγωνιστή τον αείμνηστο Μπραντ Ντέιβις. Εκείνος αρνείται, δηλώνοντας «κουρασμένος» και τη θέση του παίρνει ο μυθικός Τζόρτζιο Μόροντερ, ο οποίος καταφέρνει μάλιστα να κερδίσει το Όσκαρ.

Το καθοριστικό ραντεβού

Δύο χρόνια αργότερα, σκηνοθέτης και παραγωγός του «Εξπρές» βρίσκονται σ’ ένα πάρτι στο σπίτι του σκηνοθέτη Χιου Χάντσον, στο οποίο συναντούν τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Εκεί, του ζητούν να συμμετάσχει στο νέο τους πρότζεκτ. Για να τον… ιντριγκάρουν μάλιστα, του λένε ότι θα έχει την ευκαιρία να κερδίσει εκείνο το Όσκαρ, που «έχασε» όταν δεν έγραψε τη μουσική για το «Εξπρές του Μεσονυχτίου». Ο Παπαθανασίου γελάει, λέγοντας ότι αυτά δεν γίνονται κάθε μέρα…

Το καλοκαίρι του 1981, ο Χιου Χάτσον τηλεφωνεί στον Παπαθανασίου και οι δυο τους συνατιούνται με τον Πούτναμ. Δίνουν τα χέρια και τα υπόλοιπα είναι… ιστορία. Ο… θρύλος λέει ότι η αρχική επιλογή του σκηνοθέτη ήταν να χρησιμοποιήσει ένα παλαιότερο κομμάτι του Παπαθανασίου, το «L’ Enfant». Εκείνος ωστόσο τους έδωσε άλλη μια επιλογή, γράφοντας ένα καινούργιο κομμάτι. Για τον Χάτσον δεν υπάρχει δίλημμα: Χρησιμοποιεί στην εναρκτήρια σκηνή τη νέα σύνθεση του Παπαθανασίου, ενώ το «L’ Enfant» χρησιμοποιείται σε άλλη σκηνή της ταινίας.

To μουσικό θέμα των τίτλων έμελλε να γίνει ένα παγκοσμίως ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και δημοφιλή κινηματογραφικά κομμάτια όλων των εποχών. Η μουσική χρησιμοποιήθηκε στην αρχή και στο τέλος, στην ίδια σκηνή, όπου οι δρομείς τρέχουν σε αργή κίνηση σε μία παραλία.

Το «Chariots Of Fire» κυκλοφόρησε σε σινγκλ τον Μάρτιο του 1981, με τον τίτλο «Titles». Στη συνέχεια, όμως, καθώς μπήκε στα αμερικανικά τσαρτ, αναφερόταν ως «Chariots Of Fire», προκειμένου οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί και οι ακροατές να προσδιορίσουν καλύτερα την ταυτότητα του μουσικού θέματος (ο ίδιος τίτλος χρησιμοποιήθηκε και στην επανακυκλοφορία του σε CD single, το 1989). Στις 8 Μαΐου του 1982, το «Chariots Of Fire» έριξε από την κορυφή το «I Love Rock ‘n’ Roll» των Joan Jett and the Blackhearts και ανέβηκε στο Νο 1 των ΗΠΑ για μία εβδομάδα, παραμένοντας μέχρι και σήμερα το μοναδικό κομμάτι από Έλληνα καλλιτέχνη, που ανέβηκε στην κορυφή των αμερικανικών τσαρτ.

Το «Chariots Of Fire» έφτασε επίσης στο No12 της Μεγάλης Βρετανίας και ήταν και το σινγκλ με τις περισσότερες πωλήσεις της χρονιάς στην Ιαπωνία. Έφτασε ακόμη στο No3 της Νότιας Αφρικής, Νο4 στον Καναδά, Νο8 στη Νέα Ζηλανδία, Νο12 στην Ολλανδία, Νο15 στην Ιρλανδία και Νο21 στην Αυστραλία.

Το 1982, ωστόσο, ήρθε η μεγαλύτερη, η πιο σημαντική διάκριση. Η ταινία «Οι Δρόμοι της Φωτιάς» ήταν υποψήφια για επτά βραβεία Όσκαρ και κέρδισε τέσσερα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Καλύτερης Ταινίας και της Καλύτερης Μουσικής, το οποίο όμως ο Παπαθανασίου δεν πήγε να παραλάβει. «Κοιμόμουν την στιγμή της βράβευσης, το έμαθα την άλλη μέρα το πρωί» ήταν το λακωνικό του σχόλιο…

Η μήνυση Λογαρίδη

Τα παραπάνω ήταν η… καλή πλευρά του νομίσματος. Στον αντίποδα, ο διεθνούς φήμης συνθέτης δέχθηκε μήνυση από τον Σταύρο Λογαρίδη, με την κατηγορία ότι η μουσική του «Chariots Of Fire» ήταν κλεμμένη από τη μουσική που είχε γράψει ο τελευταίος για την ταινία «Μενεξεδένια Πολιτεία» (1974) και η οποία είχε τις ίδιες συγχορδίες και παρόμοια ενορχήστρωση. Τον Φεβρουάριο του 1987, δικαστήριο στο Λονδίνο απάλλαξε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου από την κατηγορία, αφού προηγουμένως ο συνθέτης κατέδειξε το αυτοσχεδιαστικό ύφος της σύνθεσης, φέρνοντας τα μηχανήματά του και κάνοντας επίδειξη στο δικαστήριο του τρόπου με τον οποίο συνθέτει μουσική.

">

Απτόητο από… δικαστικές διαμάχες, το άλμπουμ «Chariots Of Fire» έμεινε επί 97 εβδομάδες στο αμερικάνικο Top-200, πουλώντας 3.000.000 αντίτυπα μόνο την πρώτη χρονιά της κυκλοφορίας του. Κι αν το αγάπησε το κοινό, δεν ήταν ωστόσο το πιο αγαπημένο του ίδιου του δημιουργού.  «Πολύ σπάνια εμφανίζεται ένας συνθέτης που να πιστεύει ότι η επιτυχέστερη δουλειά του είναι και η καλύτερή του. Εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση στον κανόνα. Νομίζω ότι η μουσική που έγραψα για την “Ανταρσία του Μπάουντι” είναι απείρως πιο ενδιαφέρουσα από αυτή στους “Δρόμους της Φωτιάς”» δήλωνε ο Παπαθανασίου στη γερμανική εφημερίδα De Telegraaf.