Η Βικτόρια Χίσλοπ σε συνέντευξή της στην Ελένη Μενεγάκη παραδέχεται ότι «Δεν είχε άδεια ο Έλγιν για να πάρει τα Γλυπτά του Παρθενώνα».
Η διάσημη Βρετανίδα συγγραφέας έχει – ως γνωστόν – πάρει την ελληνική υπηκοότητα.
Μιλώντας στην Ελένη Μενεγάκη η Βικτόρια Χίσλοπ επισήμανε ότι «ο Έλγιν πήρε τα Γλυπτά του Παρθενώνα χωρίς να έχει άδεια και με τη βία, κρατώντας τα για δύο χρόνια».
Πώς ξεκίνησε όμως, αυτή η αγάπη;
«Πώς μπορείς να μάθεις μία χώρα εάν δεν ξέρεις τη γλώσσα; Κάθε μέρα μαθαίνω καινούριες λέξεις. Έχω αρχίσει εδώ και 15 χρόνια. Είναι τόσο μέσα μου. Η ψυχή μου είναι από την Ελλάδα. Από όταν έφτασα στην Ελλάδα από το 1977, η πρώτη φορά ήταν σαν να ήμουν σε άλλο σπίτι, όχι σαν είμαι σε ξένη χώρα. Ήταν όλο διαφορετικό από την Αγγλία. Δεν έχουμε τέτοιο ήλιο, φως και γαλάζιο. Το αγάπησα. Τα αγαπάω όλα στην Ελλάδα και οι όλοι οι φίλοι μου που είναι Έλληνες δεν το καταλαβαίνουν. Όταν άρχισα να διαβάζω την ιστορία του 20ου αιώνα, διάβασα για τον πόνο με ανταλλαγή πληθυσμών, εμφύλιο, κατοχή. Όλο αυτό δεν έγινε στην Αγγλία. Με αυτό αγάπησα την Ελλάδα πιο πολύ γιατί την κατάλαβα πιο πολύ».
Για το πώς βλέπουν οι Άγγλοι την Ελλάδα, είπε: «Σήμερα είναι πολύ θετικοί. Ακόμα δεν έχουν δει όλα τα προβλήματα αλλά σιγά σιγά αναγνωρίζουμε πως ήταν λάθος;».
Αναφερόμενη στο νέο της βιβλίο, το οποίο ασχολείται με την αρχαιοκαπηλία, είπε:
«Δεν είχα καμία γνώση για την αρχαιολογία. Είχα πρόσκληση να επισκεφτώ μία ανασκαφή που είναι στο Κέρος. Το πρώτο πράγμα που άκουσα είναι για την αρχαιοκαπηλία. Ήταν σοκαριστικό που άνθρωποι μπορούν να πάρουν τόσα σημαντικά πράγματα για έναν τόπο και να τα πουλήσουν αλλού. Αυτή ήταν η αρχή για εμένα. Πάντα στο μυαλό μου ήταν η μεγαλύτερη κλοπή, αυτή του Έλγιν. Στο μυαλό μου ήταν πως ήθελα να γράψω για τον Έλγιν αλλά δεν μπορούσα στη μυθοπλασία».
Η Βικτόρια Χίσλοπ έχει δηλώσει δημόσια τη στήριξή της για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα από το Βρετανικό Μουσείο. Η ίδια μιλά για το πώς ξεκίνησε αυτή η ένθερμη υποστήριξη:
«Στην αρχή δεν ήταν εύκολο. ‘Όταν μεγάλωσα πήγα πολλές φορές στο Βρετανικό Μουσείο γιατί ήταν πολύ σημαντικό για την εκπαίδευσή μου. Για εμένα έγινε πιο εύκολο όταν διάβασα την αλήθεια. Για χρόνια το Βρετανικό Μουσείο έχει δώσει την εντύπωση πως ο Έλγιν πήρε τα μάρμαρα για να τα σώσει και ότι είχε άδεια. Και ότι το είχε κάνει για του Βρετανούς. Δεν είχε άδεια, τα πήραμε με βία και κράτησε δύο χρόνια. Πιο σημαντικό είναι πως τα ήθελε για το δικό του σπίτι στην Σκωτία. Όταν έφτασε στην Αγγλία, δεν είχε καθόλου χρήματα και η γυναίκα του είχε φύγει με τον κολλητό του φίλο, και η κυβέρνηση πλήρωσε, όχι για τα μάρμαρα, αλλά μόνο για το κόστος ταξιδιού. Η αλήθεια είναι πως έχουν αγοράσει κλεμμένα πράγματά. Αυτό είναι απλό και είναι η ιστορία», είπε αρχικά ενώ στη συνέχεια πρόσθεσε:
«Πολλοί άνθρωποι στην Αγγλία πιστεύουν πως είχε ένα χαρτί επίσημο αλλά αυτό δεν υπάρχει πουθενά. Είχε ένα γράμμα που έλεγε πως μπορεί να κάνει αντίγραφα των γλυπτών και όχι να τα πάρει. Δεν ήταν όλοι με τον Έλγιν τότε. Ήταν έγκλημα. Όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης, τα γεγονότα είναι τα γεγονότα και το Βρετανικό Μουσείο φοβάται πως θα ζητήσουν και άλλοι τα δικά τους, αλλά αυτό δεν θα γίνει. Έχει μόνο 1% στις αίθουσες και τα άλλα σε αποθήκη. Αν φύγουν τα γλυπτά, θα έχουν πολλά άλλα να βάλουν. Ήταν αρχαιοκαπηλία. Αυτό είναι που έχει γίνει».
«Δεν έχω στόχο όταν γράφω. Η Χέλενα (σ.σ. η ηρωίδα του βιβλίου της) δεν έχει καμία γνώση για την Ελλάδα και έρχεται και βλέπει μία πολύ ωραία χώρα. Το ενδιαφέρον για εμένα είναι να διαβάσω να κάνω έρευνα, να ταξιδέψω και μετά να γράψω. Το γράψιμο για εμένα είναι να είμαι σαν πουλί στον ουρανό και ταξιδεύω στη φαντασία».