Από τις Εκδόσεις IANOS κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του Κωνσταντίνου Α. Τριανταφυλλάκη* με τίτλο «Η Έξοδος των Θρακών». Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα «φόρος τιμής» στην εκατόχρονη επέτειο από τον βάναυσο ξεριζωμό των Ελλήνων από την Ανατολική Θράκη.
Είναι ένα έργο ζωής του συγγραφέα, «χρέος» στη μνήμη των παππούδων του, που δεν σταμάτησαν ποτέ να ατενίζουν με νοσταλγία και βαθύ πόνο τα πατρογονικά εδάφη τους, εκεί, πέρα, στην απέναντι μεριά του Έβρου. Σεβόμενος τα ιστορικά γεγονότα, φέρνει στο φως ιστορίες που εκτυλίχθηκαν σ’ ολόκληρη την Ανατολική Θράκη, κληρονομιά για τους επερχομένους. Παράλληλα, αναλύει τις κοινωνικές και οικογενειακές σχέσεις, την οικονομία, τον πολιτισμό, τα ήθη και έθιμα των Θρακών.
Για να μη χαθεί η ιστορική συνέχεια και μνήμη.
Μέσα από το βιβλίο αναδεικνύονται τα πάθη των Θρακών, οι πρωτοφανείς ωμότητες των Τούρκων, ο βρώμικος ρόλος των «Συμμάχων» και οι καταστροφικές συνέπειες του «εθνικού διχασμού.»
Η «Έξοδος των Θρακών», από τις πατρογονικές τους εστίες αποτελεί ένα από τα δραματικότερα γεγονότα της Παγκόσμιας Ιστορίας, που δυστυχώς παραμένει στη λήθη. Είναι μια Γενοκτονία που ζητά αναγνώριση και δικαίωση.
Το βιβλίο
Στις αρχές του 19ου αιώνα, παρά το καταπιεστικό καθεστώς του Χαμίτ, οι Θράκες μεγαλουργούν στην οικονομία, την εκπαίδευση, το εμπόριο. Η Κωνσταντινούπολη, η Αδριανούπολη, οι Σαράντα Εκκλησιές, η Φιλιππούπολη, η Ραιδεστός, η Χερσόνησος της Καλλίπολης, το Δεδέαγατς, αναδεικνύονται σε σημαντικά κέντρα του Ελληνισμού.
Οι Νεότουρκοι, µετά τις αποτυχίες στους Βαλκανικούς πολέμους, αναθέτουν τον Γερμανό Στρατηγό Σάντερς την αναδιοργάνωση του στρατού. Ο Σάντερς θέτει ως προτεραιότητα την εξόντωση του Ελληνισμού επειδή «η Τουρκία δεν θα είναι ασφαλής, όσο οι Έλληνες παραμένουν στην Ανατολική Θράκη.»
Οι διώξεις κορυφώνονται τον Απρίλιο του 1914, με «το Μαύρο Πάσχα των Θρακών». Περιουσίες κατάσχονται, οι άντρες στέλνονται στα διαβόητα “Αµελέ Ταµπουρού”, από τα οποία ελάχιστοι επέζησαν, κορίτσια και γυναίκες βιάζονται, ανήλικα αγόρια αρπάζονται, γέροι βασανίζονται, «πεταλώνονται» και σφαγιάζονται. Ατελείωτες πορείες ρακένδυτων δυστυχισμένων κατηφορίζουν προς τις παραθαλάσσιες πόλεις, αναζητώντας καράβι σωτηρίας για την Ελλάδα. Οι Τούρκοι μεταφέρουν μουσουλμάνους εποίκους για να εκτουρκίσουν τη Θράκη.
Το Καλοκαίρι του 1920, η Ανατολική Θράκη ελευθερώνεται µετά από σκλαβιά 6 αιώνων! Οι ξεριζωμένοι επιστρέφουν, ανοικοδομούν και ελπίζουν οτι τα μαρτύριά τους τελείωσαν. Για πρώτη φορά θα ζήσουν ως ελεύθεροι άνθρωποι. Όμως, η χαρά αποδεικνύεται σύντομη. Τον Αύγουστο του 1922, επέρχεται η κατάρρευση του Μετώπου στη Μικρά Ασία. Η Σμύρνη καίγεται…
Η κυβέρνηση των Αθηνών υπό το βάρος της καταστροφής, ενδίδει στις απαιτήσεις του Κεμάλ και τις εκβιαστικές πιέσεις των συμμάχων και παραχωρεί την Ανατολική Θράκη στην Τουρκία. Αναπάντητο και βασανιστικό παραμένει το ερώτημα: «Μπορούσε να σωθεί η Ανατολική Θράκη;» Να πως απαντάει ο στρατηγός Μαζαράκης-Αινιάν, που αρνήθηκε να υπογράψει εκβιαζόμενος, την παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης: «Υπάρχει λοιπόν βάσιμος ελπίς ότι εάν παρετείναμεν την εκκρεμότητα, μη δεχόμενοι την εκκένωσιν της Θρακης και εν τω μεταξύ συντόνως ενισχύαμεν και ωργανούμεν τας εκεί στρατιωτικάς δυνάμεις μας, η μέν Ευρώπη δέν θα ήτο ηνωμένη δια να επέμβη, οι δε Τούρκοι δεν θα είχον εις χείρας των κανεν όπλον δια να εκβιάσουν και ημάς και την Ευρώπην. Δια τόσον μεγάλον έπαθλον όπως η Θράκη, ήξιζε τον κόπον να μεταχειρισθή η Ελλάς όλα τα μέσα δια να την κρατήση… Νομίζω λοιπόν ότι και ο Βενιζέλος εν Παρισίοις και η επανάστασις εν Αθήναις έσπευσαν πολύ, χάσαντες απ’ αρχής κάθς ελπίδα, να αποδεχθούν την εκκένωσιν της Ανατολικής Θράκης.»
Στους Ελληνες της Ανατολικής Θράκης, δόθηκαν μόνον 15 μέρες, να πάρουν ό,τι χωρούσε σ’ ένα κάρο και να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες! Τι να πάρεις σ’ ένα κάρο και τι ν’ αφήσεις; Να πως περιγράψει τη δραματική έξοδο ο Ernest Hemingway : «Το κυρίως σώμα της πομπής, που διασχίζει τον ποταμό Έβρο στην Αδριανούπολη, φτάνει τα τριάντα χιλιόμετρα. Τριάντα χιλιόμετρα με κάρα που τα σέρνουν βόδια, ταύροι και λασπωμένα βουβάλια, με εξουθενωμένους, κατάκοπους άνδρες, γυναίκες και παιδιά να περπατούν στα τυφλά…Ενας άντρας σκεπάζει με μια κουβέρτα την ετοιμόγεννη γυναίκα του πάνω στον αραμπά για να την προφυλάξει από τη βροχή. Εκείνη είναι το μόνο πρόσωπο που βγάζει κάποιους ήχους [από τους πόνους της γέννας]. Η μικρή κόρη τους την κοιτάζει με τρόμο και βάζει τα κλάματα. Και η πομπή προχωρά… Η τρομακτική, βάναυση πορεία ενός λαού που ξεριζώθηκε από τον τόπο του θα συνεχίζει να τρεκλίζει στον ατέλειωτο λασπωμένο δρόμο…»