Την τελευταία του πνοή άφησε σήμερα το πρωί, 26 Δεκεμβρίου, σε ηλικία 92 ετών (4 Ιουνίου 1929) ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας.
Είχε γεννηθεί στο χωριό Μολυβδοσκέπαστος Ιωαννίνων και ήταν γιος του υποστράτηγου Γρηγορίου Παπούλια.
Ο Κάρολος Παπούλιας διετέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας την περίοδο 2005 – 2015. Υπήρξε στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, στενός συνεργάτης του Ανδρέα Παπανδρέου και υπουργός Εξωτερικών, υπουργός ή υφυπουργός σε όλη τη διάρκεια των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου. Ήταν νυμφευμένος με τη Μαρία Πάνου και είχε τρεις κόρες.
Βιογραφία
Γεννήθηκε στο χωριό Μολυβδοσκέπαστος το 1929 Ιωαννίνων και ήταν γιος του Υποστράτηγου Γρηγορίου Παπούλια. Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή Αθηνών.
Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου (Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο και Διεθνείς Σχέσεις) και στη συνέχεια έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο της Κολωνίας (Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο). Η διδακτορική διατριβή του είχε τίτλο: “Erwerb und Verlust des unmittelbaren Besitzes im griechishen und deutschen Recht” («Η κτήση και η απώλεια της Νομής κατά το ελληνικό και γερμανικό δίκαιο»).
Υπήρξε συνεργάτης του γνωστού Ινστιτούτου Νοτιοανατολικής Ευρώπης του Μονάχου. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας (1967-1974) συνεργαζόταν τακτικά με την ελληνική εκπομπή της Deutsche Welle καταγγέλλοντας το καθεστώς των Συνταγματαρχών. Στα νεανικά του χρόνια ήταν αθλητής πετοσφαίρισης, αγωνιζόμενος στον Εθνικό Γυμναστικό Σύλλογο, του οποίου διετέλεσε πρόεδρος, ενώ υπήρξε και μέλος της Εθνικής Ομάδας. Επίσης υπήρξε πρωταθλητής Ελλάδος εφήβων στο άλμα επί κοντώ το 1947 και 1948 και αθλητής των 110 μέτρων με εμπόδια και του ακοντισμού. Το 1974 εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ και εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής Ιωαννίνων για 26 χρόνια (1977-2004).
Στην πρώτη κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου διορίστηκε Υφυπουργός Εξωτερικών, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1984, για να αναβαθμιστεί στη συνέχεια σε Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών. Την περίοδο 1985-1989 διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών , ενώ στην οικουμενική Κυβέρνηση Ζολώτα 1989-1990 διετέλεσε Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας. Στη θέση του Υπουργού Εξωτερικών επανήλθε το 1993, για να παραμείνει μέχρι το 1996 και την παραίτηση της Κυβέρνησης Παπανδρέου ενόψει της εκλογής του Κώστα Σημίτη στο αξίωμα του Πρωθυπουργού, ο οποίος τον αντικατέστησε με το μεγάλο εσωκομματικό του αντίπαλο Θεόδωρο Πάγκαλο. Τέλος, διατέλεσε πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής.
Υπουργός Εξωτερικών
Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης υπουργικής του θητείας ταυτίστηκε με μια διορατική και πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική. Τη δεκαετία του 1980 πρωταγωνίστησε σε όλες τις προσπάθειες επίλυσης του μεσανατολικού ζητήματος με κορυφαίο γεγονός την επιτυχή διαμεσολάβησή του για την ασφαλή αποχώρηση των εγκλωβισμένων μαχητών της παλαιστινιακής αντίστασης και του ίδιου του Γιάσερ Αραφάτ με ελληνικά πλοία από την Τρίπολη του Λιβάνου (1983).
Με την επίσκεψή του στην Ουάσινγκτον το 1985 και την αντεπίσκεψη του τότε επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τζ. Σουλτς συνέβαλε σημαντικά στην επανατοποθέτηση και εξομάλυνση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων που τα προηγούμενα χρόνια είχαν δοκιμαστεί σκληρά.
Απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στη δημιουργία στέρεων σχέσεων με τον αραβικό κόσμο, είναι δε ενδεικτική η εξομάλυνση των ελληνοαιγυπτιακών σχέσεων και η θεσμοθέτηση της τριμερούς συνεργασίας Ιράν-Αρμενίας-Ελλάδας. Συνομίλησε με δώδεκα συνολικά Υπουργούς Εξωτερικών της Τουρκίας και ήταν σταθερά προσανατολισμένος στη διαρκή και επίπονη προσπάθεια εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η προσπάθεια αυτή κορυφώθηκε με την υπογραφή του Μνημονίου Παπούλια-Γιλμάζ το 1988. Υποστήριξε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας υπό τον όρο του σεβασμού του διεθνούς δικαίου και του κοινοτικού συστήματος αξιών. Την τριετία 1993-96 υπήρξε σημαντική η συμβολή του στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ιδιαίτερα στο καθοριστικό για την ένταξη της Συμβούλιο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στο Έσσεν.
Ως εκπρόσωπος της ελληνικής προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το δεύτερο εξάμηνο του 1994 συμμετείχε στην Ομάδα Επαφής για την πρώην Γιουγκοσλαβία, μαζί με τους Κρίστοφερ, Κίνκελ, Ζιπέ, Κόζιρεφ και Βαν ντερ Μπρουκ. Υπέγραψε την Ενδιάμεση Συμφωνία με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (13 Σεπτεμβρίου 1995), στην οποία η πΓΔΜ υποχρεώθηκε να αλλάξει τη σημαία της μετά το ελληνικό εμπάργκο.
Διατηρούσε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με όλους τους Βαλκάνιους ηγέτες και λειτούργησε κατ’ επανάληψη ως μεσολαβητής της ΕΕ. Είχε έντονο ενδιαφέρον για τις σχέσεις Ελλάδος με τις βαλκανικές χώρες και με δική του πρωτοβουλία πραγματοποιήθηκε η πρώτη διαβαλκανική διάσκεψη Υπουργών Εξωτερικών στο Βελιγράδι (1988), όπου πέτυχε την έναρξη συνομιλιών με τη Βουλγαρία και την τότε ΕΣΣΔ για τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη.
Ο Κάρολος Παπούλιας υποστήριξε με αμείωτο ενδιαφέρον κάθε θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της ύφεσης της ειρήνης και του αφοπλισμού. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται: Η «πρωτοβουλία των έξι» για την ειρήνη και τον αφοπλισμό (Αλφονσίν, Ντελαντρίντ, Νυερέρε, Πάλμε, Γκάντι, Παπανδρέου). Η συμμετοχή στη Διάσκεψη για τον αφοπλισμό και την ειρήνη στην Ευρώπη, στη Διάσκεψη για την κατάργηση των χημικών όπλων, οι προτάσεις για τη δημιουργία αποπυρηνικής ζώνης στα Βαλκάνια, η προώθηση της ιδέας για τη μετατροπή της Μεσογείου σε θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας. Υπήρξε εμπνευστής της τριμερούς Διάσκεψης συνεργασίας Ελλάδος-Βουλγαρίας-Ρουμανίας (JANNINA 1) και ένθερμος υποστηρικτής της Διάσκεψης των παρευξεινίων χωρών, της οποίας διατέλεσε και πρόεδρος επί σειρά ετών. Την περίοδο 1997-2003 διετέλεσε Πρόεδρος της επιτροπής της Ελληνικής Βουλής για τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη.
Πρόεδρος της Δημοκρατίας
Στις 12 Δεκεμβρίου 2004 προτάθηκε από τον Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Υπέρ της πρότασης εκφράστηκε και το ΠΑΣΟΚ. Στην πρώτη ψηφοφορία που έγινε στη Βουλή στις 8 Φεβρουαρίου του 2005 ο Κάρολος Παπούλιας εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τον πρώτο γύρο με 279 ψήφους. Οι βουλευτές του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσαν «παρών».
Στις 3 Φεβρουαρίου 2010 ο Κάρολος Παπούλιας επανεξελέγη στο ύπατο αξίωμα της χώρας με 266 ψήφους στο σύνολο των 298 ψηφισάντων. Υπερψηφίστηκε από σύσσωμες τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ, ενώ 32 βουλευτές των ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ δήλωσαν «παρών». Με το αποτέλεσμα αυτό έγινε ο τρίτος Πρόεδρος που επανεκλέγεται για δεύτερη θητεία.Ορκίστηκε για δεύτερη φορά στις 12 Μαρτίου 2010.
Συλλυπητήριο μήνυμα Κατερίνας Σακελλαροπούλου
«Με συγκίνηση και θλίψη απευθύνουμε τον ύστατο χαιρετισμό στον Κάρολο Παπούλια, τον ευπατρίδη Ηπειρώτη και πολιτικό.
Η συμμετοχή του στην Εθνική Αντίσταση και στον αντιδικτατορικό αγώνα καθόρισαν τον βηματισμό του, αντικατοπτρίζοντας τη διαρκή προσήλωσή του στα ιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης που υπερασπίστηκε με συνέπεια σε όλη τη διαδρομή του.
Βαθύς γνώστης της διεθνούς πολιτικής, συνέβαλε κατά τη θητεία του στο Υπουργείο Εξωτερικών ώστε η Ελλάδα να αποκτήσει ειδικό βάρος και να εδραιώσει τον ρόλο της ως παράγοντας σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή μας.
Διετέλεσε Πρόεδρος της Δημοκρατίας για δύο συνεχόμενες θητείες και τίμησε με το ήθος του και τη συμπεριφορά του τον ανώτατο πολιτειακό θεσμό, προασπίζοντας με σθένος την κοινωνική συνοχή και την εθνική ενότητα.
Για την απώλειά του, εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένειά του και τους οικείους του».