Μία φορά , μου διηγήθηκε ο π. Μ, καθώς λειτουργούσα, ήρθε μέσα μου έντονη η επιθυμία να προσφέρω εις μνήμην των γονέων μου και για την ψυχή τους ένα καλό αγιοπότηρο στο μοναστήρι μου.
Πριν κάνω όμως οποιαδήποτε ενέργεια σκέφτηκα να περάσω από τον Γέροντα Παΐσιο, με τον οποίο με συνέδεε πνευματική φιλία πολλών ετών. Πράγματι του εκμυστηρεύτηκα τον λογισμό μου.
Μόλις με άκουσε ο Γέροντας με ρώτησε :
-Το μοναστήρι σας έχει άλλα αγιοπότηρα;
– Ναι, του απάντησα. Έχει πολλά και εξαιρετικά μάλιστα.
Στην συνέχεια ο Γέροντας που γνώριζε την οικογένειά μου, με ρωτά: Τα αδέλφια σου εργάζονται;
Όταν του απάντησα πως πότε έχουν κάνα μεροκάματο και πότε όχι, ό Γέροντας Παΐσιος με έμφαση μου λέει: «παπά , θα έχουν δίκιο τα αδέλφια σου να αλλαξοπιστήσουν!
– Βρε ευλογημένε. Δώσε καλλίτερα τα χρήματα στη φαμελιά τους και μην στεναχωριέσαι για το μοναστήρι. Φτάνουν αυτά που έχει.»
– Έτσι, παπά, συνέχισε ο γερο-Παΐσιος έγινε και στη Ρωσία Ο κόσμος πεινούσε και αυτοί φτιάχναν χρυσούς τρούλους.
Το πόσο ευαρεστήθηκε ο Θεός απ΄όλα αυτά φάνηκε στη συνέχεια. Επέτρεψε κατόπιν να γίνουν όλα αυτά βόλια και να πέσουν στα κεφάλια τους…
Μάλιστα ο Γέροντας έχοντας μάθει για κάποιον ηγούμενο που έλεγε, φέρτε κανδήλες για την εορτή της Παναγίας, κανδήλες για των Βαΐων, κανδήλες για το ένα και το άλλο, και πως τάχα με όλα αυτά ευαρεστείται η Παναγία , έλεγε: άλλα παιδιά δεν έχουν χρήματα για να φάνε, δεν έχουν χρήματα για φάρμακα, άλλοι είναι φυλακισμένοι για ναρκωτικά και εμείς λέμε ότι τα θέλει αυτά η Παναγία…
Πού τα βρήκαν αυτά, βρε παιδάκι μου είπε κλείνοντας την συνομιλία μας και συμπλήρωσε: τίποτε άλλο δεν θέλει παπά ο Θεός παρά μόνο τη μετάνοια και την σωτηρία μας.’’
π. Νεκτάριος Σαββίδης. Βέροια.