Άνοιξε ο δρόμος για την κατασκευή του αποτεφρωτηρίου νεκρών στην περιοχή του Ελαιώνα, καθώς υπεγράφη από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γ. Σταθάκη, η σχετική απόφαση, παρουσία του δημάρχου Αθηναίων κ. Γιώργου Καμίνη.
Το αποτεφρωτήριο ειναι μια υπόθεση με «Ευλογίες» και «αφορισμούς» για πάνω από μια δεκαετία.
Το παράδοξο είναι πως ο νόμος έδινε τη δυνατότητα για την καύση των νεκρών ήδη από το 2006. Συγκεκριμένα στο Νόμο 3448/2006 Αρθρο 35 αναφέρονταν τα εξής :
1. Επιτρέπεται η αποτέφρωση νεκρών, ημεδαπών ή αλλοδαπών, των οποίων οι θρησκευτικές πεποιθήσεις επέτρεπαν τη μετά θάνατον αποτέφρωση.
2. Προϋπόθεση για την αποτέφρωση είναι η προηγούμενη ρητή, χωρίς όρο ή αίρεση, δήλωση του θανόντος για τη σχετική επιθυμία του ή η αντίστοιχη δήλωση των συγγενών του, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, έως και τον τέταρτο βαθμό, κατά σειρά τάξεως. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των συγγενών που βρίσκονται στην ίδια τάξη, η σχετική απόφαση λαμβάνεται από τον Εισαγγελέα, στην περιφέρεια του οποίου φυλάσσεται ο νεκρός. Προκειμένου για ανήλικα τέκνα, η δήλωση γίνεται και από τους δύο γονείς ή από εκείνον που ασκεί τη γονική μέριμνα κατά τα άρθρα 1510 επ. του Αστικού Κώδικα.
3. Η άδεια αποτέφρωσης χορηγείται από το Δήμο ή την Κοινότητα, όπου λειτουργεί το Κέντρο, στο οποίο γίνεται η αποτέφρωση.
4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται οι χώροι δημιουργίας Κέντρων Αποτέφρωσης Νεκρών, οι όροι και ο έλεγχος λειτουργίας τους, καθώς και ειδικότερες προϋποθέσεις αποτέφρωσης. Για τον καθορισμό των χώρων αποτέφρωσης νεκρών απαιτείται γνώμη του οικείου Δήμου ή Κοινότητας. Με κοινή απόφαση των ανωτέρω Υπουργών ρυθμίζονται ειδικότερα σχετικά ζητήματα, καθώς και ζητήματα με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό.»
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η θέση της Εκκλησίας. Γυρίζοντας το χρόνο πίσω έχει σημασία να αναφερθεί η τοποθέτηση του Μακαριστού Χριστόδουλου σε ημερίδα για το θέμα. «Ἔχομεν, τάχα, ἐξ ἐπόψεως χριστιανικῆς, τό δικαίωμα νά διαθέτωμεν τό σῶμα μας, ὅπως ἐμεῖς θέλομε; Εἶναι δικό μας τό σῶμα γιά νά τό διαθέτουμε, ὅπως θέλομε; Βεβαίως οἱ σύγχρονες δημοκρατικές ἀντιλήψεις θά ἔδιδαν καταφατικήν ἀπάντησιν στό ἐρώτημα αὐτό. Ἀλλά μήπως, ἔτσι, ἀνοίγεται ἕνας δρόμος καί γιά πολλές ἄλλες πρακτικές;
Γιατί, τάχα, θά ἔχω τό δικαίωμα νά διαθέσω τό σῶμα μου μετά θάνατόν μου, ὅπως ἐγώ θέλω, καί δέν θά ἔχω τό δικαίωμα νά ἐπιλέξω τήν ὥραν τοῦ θανάτου μου ἤ καί τόν τρόπον τοῦ θανάτου μου; Μήπως, ἑπομένως, μέ αὐτόν τόν τρόπον διανοίγωμεν καί μίαν ἄλλην διέξοδον διά τήν νομιμοποίησιν τῆς εὐθανασίας; Ἐρωτήματα εἶναι αὐτά, τά ὁποῖα, βεβαίως, καί πρέπει νά ἀπαντηθοῦν. Μπορῶ νά πῶ, ὅμως, ὅτι σύμφωνα μέ τήν διδαχήν τῆς Ἐκκλησίας μας τό σῶμα μας δέν εἶναι κτῆσις μας, εἶναι χρῆσις μας. Ἔχομε τό δικαίωμα νά τό χρησιμοποιοῦμε καί δέν εἶναι ἰδιοκτησία μας. «Οὐκ ἐστέ ἑαυτῶν«, γράφει ὁ Ἀπόστολος, «ἠγοράσθητε γάρ τιμῆς«.»
Πάντως ο Μακαριστός Χριστόδουλος διευκρίνισε ότι το θέμα δεν είναι δογματικό. «Καί τοῦτο, διότι ὁ τρόπος τῆς ἀποσυνθέσεως τοῦ σώματος δέν ἔχει, κατά κάποιον τρόπον, ἄμεσον σχέσιν μέ τά πιστεύματά μας», σημείωνε. Έδωσε όμως και την άλλη άποψη υπογραμμίζοντας « Μήπως εἶναι μία παράδοσις ἡ ταφή καί ὄχι ἡ καῦσις; Καί ἐάν εἶναι παράδοσις, δέν εἶναι ἀξιοσέβαστος; Καί μήπως διά τῆς παραδόσεως παρεισάγεται, ἐμμέσως, ὄχι ἀμέσως, θέμα δογματικῆς εὐθυγραμμίσεως; Μήπως, μέ ἄλλα λόγια, ἡ μακραίωνη παράδοσις ἐμμέσως ὁδηγεῖ σέ μία πολύ σοβαράν ὑπόστασιν τῆς ταφῆς καί ὄχι τῆς καύσεως;»
Και συνεχίζοντας τόνιζε πως κάποιες παραδόσεις έχουν καθιερωθεί ως «άγραφο δόγμα»…
Αρκετοί πάντως έχουν επιχειρήσει κατά καιρούς με επιχειρήματα τα οποία έχουν σχέση με την οικολογία, την υγιεινή, τη χωροταξία και γενικότερα με λόγους χρηστικούς , να αντιπαλέψουν την άποψη της Εκκλησίας. Άλλοι αναφέρονται στην αρχαιότητα. Ειδικά για το τελευταίο απαντά ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος στην ίδια ημερίδα λέγοντας: « Ὅπου ἐφαρμοζόταν στήν ἀρχαιότητα ἡ καύση τῶν νεκρῶν συνδεόταν πάντοτε μέ δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Τό ἕνα, ὅτι γινόταν μέ θρησκευτική ἱεροτελεστία, καί τό ἄλλο ὅτι πουθενά δέν ἐφαρμοζόταν ὡς μέθοδος πλήρους ἀποτεφρώσεως, ἀλλά μετά τήν καύση τῶν σωμάτων συνέλεγαν τά ἐναπομείναντα ὀστᾶ, τά τοποθετοῦσαν σέ πολυτελεῖς λάρνακες καί τά ἔθαπταν σέ εἰδικούς τάφους. Δηλαδή, γινόταν καύση καί ταφή σωμάτων καί ὄχι ὁλοκληρωτική καί πλήρης ἀποτέφρωση. Ἡ ἀποτέφρωση σέ εἰδικούς κλίβανους εἶναι νεώτερη συνήθεια, ἄγνωστη στούς ἀρχαίους χρόνους. Αὐτό πρέπει ἰδιαιτέρως νά ὑπογραμμισθῆ.»
Πάντως το 2014 η Ιερά Σύνοδος ήταν σαφής και τοποθετούσε εκτός εκκλησίας όσους επιλέγουν την αποτέφρωση.
Τότε μάλιστα είχε αποστείλει εγκύκλιο σε όλες τις Μητροπόλεις για να ενημερωθούν οι πιστοί – «Η Εκκλησία δεν δέχεται για τα μέλη της την αποτέφρωση του σώματος» αναφερόταν μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση.
Η Εκκλησία δεν θα τελεί νεκρώσιμη ακολουθία και μνημόσυνο σε όσους αποδεδειγμένως και οικειοθελώς έχουν δηλώσει την επιθυμία για καύση του σώματός τους ενημερώνει τους πιστούς η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (ΔΙΣ) της Εκκλησίας της Ελλάδος με την εν λόγω εγκύκλιο που έστειλε στις ιερές μητροπόλεις.
Στην εγκύκλιο η Σύνοδος τονίζει πως «η Εκκλησία δεν δέχεται για τα μέλη της την αποτέφρωση του σώματος». Προσθέτει ότι «η αποτέφρωση του σώματος δεν είναι είναι σύμφωνη προς την πράξη και παράδοση της Εκκλησίας για θεολογικούς, κανονικούς και ανθρωπολογικούς λόγους».
Ακόμη, η Σύνοδος αναφέρει πως για να αποφευχθεί οποιαδήποτε, θεολογική, κανονική, ανθρωπολογική εκτροπή, «απαραίτητος είναι ο σεβασμός των θρησκευτικών πεποιθήσεων και η διακρίβωση της οικείας βουλήσεως του κεκοιμημένου και όχι η βούληση ή η δήλωση των οικείων του».