Η Εκκλησία της Ελλάδος, η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και 81 Μητροπόλεις ανά τη χώρα προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας για τα μέτρα που τηρήθηκαν χθες κατά τη διάρκεια της λειτουργίας των Θεοφανείων.
Μάλιστα, εκφράζουν το παράπονο ότι η Πολιτεία έλαβε αυστηρά μέτρα κατά την ημέρα των Θεοφανείων και απαγόρευσε την συμμετοχή των πιστών, ενώ δεν έκανε το ίδιο για τον καλλωπισμό, τις επισκέψεις και διασκεδάσεις σε κατοικίες συγγενών και φίλων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες, το βράδυ της παραμονής των Θεοφανείων (Τρίτη, 5 Ιανουαρίου 2021) και ενώ είχαν κλείσει οι γραμματείες του ΣτΕ, από την πλευρά της Εκκλησίας κατατέθηκαν ηλεκτρονικά δύο αιτήσεις ακύρωσης. Η πρώτη κατατέθηκε 7:40 μ.μ. και η δεύτερη 8:30 μ.μ. και όπως είναι φυσικό οι δικαστικοί υπάλληλοι του ΣτΕ έλαβαν σήμερα γνώση των καταθέσεων αυτών, καθώς χθες ήταν ημέρα αργίας. Να σημειωθεί, ότι όπως ήταν αναμενόμενο δεν κατατέθηκε ούτε αίτημα έκδοσης προσωρινής διαταγής, ούτε αίτημα αναστολής.
Οι προσφεύγοντες στρέφονται κατά της από 2.1.2121 κοινής υπουργικής απόφασης για τα έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από το COVID-19, και αυτό γιατί καταργεί την εξαιρετική δυνατότητα της συλλογικής άσκησης της λατρείας κατά την ημέρα των Θεοφανείων (6.1.2021).
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Εκκλησίας της Ελλάδος, κ.λπ. με την επίμαχη κοινή υπουργική απόφαση παραβιάζονται οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας, της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους διοικούντες, ενώ παράλληλα εκδόθηκε καθ΄ υπέρβαση νομοθετικής εξουσιοδότησης.
Στις δύο αιτήσεις ακύρωσης, μεταξύ των άλλων, αναφέρεται ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση είναι απολύτως απρόσφορη και προδήλως δυσανάλογη, εν όψει του δημοσίου συμφέροντος για την προστασία της δημόσιας υγείας και πολύ περισσότερο όταν η επιλογή της Πολιτείας ήταν μην προστατεύσει τη δημόσια λατρεία, εξίσου με άλλα δικαιώματα, όπως π.χ., τον καλλωπισμό, τις επισκέψεις και τη διασκέδαση σε σπίτια συγγενών και φίλων.
Αντ΄ αυτού, συνεχίζει η Εκκλησία της Ελλάδος, κ.λπ., η Πολιτεία επέλεξε μετά την 2α Ιανουαρίου 2021 να απαγορεύσει απολύτως τη δημόσια λατρεία η οποία για αρκετούς πολίτες είναι προσωπική ανάγκη ζωτικής σημασίας και αυτή η ανάγκη τους δεν υπόκειται σε λογοκρισία ή υποτίμηση από την πλευρά του κράτους.
Σε άλλο σημείο των αιτήσεων ακυρώσεως, αναφέρεται ότι είναι μη αναγκαία και απρόσφορη σε μια δημοκρατική κοινωνία η κατάργηση μετά την 3η Ιανουαρίου 2021 τη συμμετοχή στην λατρεία κατά τα Θεοφάνεια, η οποία μπορούσε να διατηρηθεί υπό αυστηρούς περιορισμούς, όπως είναι 25 ή 50 άτομα ανάλογα με το εμβαδόν της κάθε Εκκλησίας ή ένα άτομο ανά 1,5 τ.μ. ή απόσταση δυο μέτρων ανά εκκλησιαζόμενο, κ.λπ.
Και οι δύο αιτήσεις θα συζητηθούν στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, μετά από σχετική πράξη της πρόεδρου του ΣτΕ Μαίρης Σαρπ.