Το όνομα του είναι συνδεδεμένο με ιστορίες που λίγοι μπορούν να πιστέψουν και τα πάρτι τους ήταν γνωστά εξαιτίας των ειδήσεων που κυκλοφορούσαν αργότερα.
Μεγιστάνες του παγκόσμιου χρηματιστηριακού και τραπεζικού συστήματος οι Ρότσιλντ είναι μια δυναστεία που από τον 18ο αιώνα προκαλεί, ιντριγκάρει και διχάζει. Άνθρωποι της τέχνης και βαρόνοι σφράγισαν με την παρουσία και τη δράση τους το πρώτο μισό του 19ου αιώνα.
Δύο πάρτι έμειναν στην ιστορία της δυναστείας Ρότσιλντ. Το πάρτι που διοργάνωσε το 1971 η βαρόνη Marie-Hélène de Rothschild, με τίτλο «Proust ball», με αφορμή τα 100 χρόνια από την γέννηση του συγγραφέα Μαρσέλ Προυστ. Και ένα δεύτερο, που διοργανώθηκε έναν χρόνο αργότερα, το 1972, με τίτλο «The Surrealist Ball», εμπνευσμένο από τους μεγάλους σουρεαλιστές Μαγκρίτ, Ντε Κίρικο και Νταλί, με οικοδέσποινα την ίδια βαρόνη.
Η βαρόνη Marie-Hélène de Rothschild όχι μόνο ήταν γόνος της δυναστείας Ρότσιλντ, αλλά παντρεύτηκε το 1957 και τον εξάδελφό της Guy de Rothschild (γιός τους είναι ο Édouard de Rothschild, ιδιοκτήτης σήμερα της εφημερίδας Liberation).
Η βαρόνη ανέλαβε να ανακαινίσει τον πύργο Ferrières στη νότια Γαλλία, ο οποίος ανήκε στην οικογένεια (χτίστηκε από τον Τζέημς ντε Ρότσιλντ το 1853) και είχε καταστραφεί στην γερμανική κατοχή.
Εκεί δημιούργησε μια «φωλιά» κοσμικών και καλλιτεχνών από όλο τον κόσμο. Δημιούργησε, κυρίως, ένα φιλολογικό -καλλιτεχνικό σαλόνι, σαν αυτά που περιγράφει εκτενώς ο Μαρσέλ Προυστ στο βιβλίο του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο».
Το ζεύγος Ρότσιλντ το 1977 χάρισαν τον πύργο τους στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού και εγκαταστάθηκαν στον πύργο Lamber, στην καρδιά του Παρισιού, στην συνοικία île Saint-Louis, δίπλα στην Παναγία των Παρισίων. Το σπίτι τους θεωρείται ένα από τα πολυτελέστερα στον κόσμο. Ηταν στην πραγματικότητα ένα φιλολογικό και καλλιτεχνικό σημείο παγκόσμιων δημιουργών. Εκεί εγκατέστησαν τις συλλογές τους με έργα τέχνης και διακόσμησαν τον χώρο με το ιδιαίτερο στιλ που πήρε και το όνομά τους, «το στιλ Ρότσιλντ». Εκεί δέχονταν την αφρόκρεμα της παρισινής αριστοκρατίας, καλλιτέχνες και επώνυμους από όλο τον κόσμο.
Ο πύργος Ferrières χτίστηκε σε στιλ Αναγέννησης, με τεράστιους κήπους αγγλικού ρυθμού, μοναδικό έργο στη Γαλλία του βρετανού αρχιτέκτονα Joseph Paxton, ο οποίος κατετάγη το 2000 στα ιστορικά μνημεία και είχε εγκαινιαστεί στην εποχή του από τον ίδιο τον Ναπολέοντα III.
Ο μεγαλύτερος θρίαμβος του πύργου υπήρξε ο Χορός του Προυστ (Proust Ball ) που έγινε τον Δεκέμβριο του 1971 για να τιμήσουν τα 100 χρόνια από την γέννηση του μοναδικού γάλλου συγγραφέα, ο οποίος διερεύνησε και περιέγραψε με μοναδικό τρόπο την κρυφή γοητεία της παρισινής μπουρζουαζίας και αριστοκρατίας. Ηταν προσκεκλημένα 350 άτομα για δείπνο και επιπλέον 350 άτομα για «νυχτερινό σουπέ». Η παγκόσμια αφρόκρεμα.
Eνα χρόνο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1972, στον ίδιο πύργο έγινε «The Surrealist Ball» που άφησε εποχή. Ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν ο Σαλβατόρ Νταλί, η Οντρεϊ Χέμπορν, Μαρίζα Μπερενσόν, Μπριζίτ Μπαρντό, ποιητές, ζωγράφοι, καλλιτέχνες και μέλη βασιλικών οικογενειών της Ευρώπης. Ολοι, και οι οικοδεσπότες ήταν μεταμφιεσμένοι. Οι προσκλήσεις ήταν γραμμένες ανάποδα, με φόντο πίνακα του Μαγκρίτ, αναγκάζοντας τους προσκεκλημένους να χρησιμοποιούν έναν καθρέφτη για να τις διαβάσουν. Απαραίτητο ένδυμα ήταν «μακριές τουαλέτες, παπιγιόν και σουρεαλιστικά κεφάλια».
Η πουτίγκα ήταν σερβιρισμένη πάνω στο σώμα μιας γυμνής κούκλας, ξαπλωμένης σε ένα στρώμα από τριαντάφυλλα, εμπνευσμένο από τον Κοκτώ. Τα τραπέζια ήταν στρωμένα με έμπνευση από τα έργα των Ντε Κίρικο, Μαγκρίτ και Νταλί. Την σουρεαλιστική βραδιά απαθανάτισε ο διάσημος φωτογράφος Cecil Beaton, ο οποίος είχε στήσει ειδικό εργαστήριο στον πύργο για τον σκοπό αυτό.
Ο πύργος είχε φωτιστεί σε κόκκινα χρώματα με την πρόθεση να μοιάζει φλεγόμενος.
Οι καλεσμένοι έπρεπε να περάσουν κάτω από μαύρες κορδέλες που θύμιζαν αράχνες σε λαβύρινθο πριν φθάσουν στην αίθουσα του χορού. Οι σερβιτόροι και οι υπηρέτες ήταν ντυμένοι γάτες και τα τραπέζια θύμιζαν παράξενα, σουρεαλιστικά όνειρα.
Η Οντρεϊ Χέμπορν, με «καπέλο»-κλουβί, εμπνευσμένο από πίνακα του Μαγκρίτ.
Η ίδια η οικοδέσποινα, βαρόνη Ρότσιλντ, φορούσε ένα τεράστιο κεφάλι ζώου το οποίο είχε δάκρυα από διαμάντια ενώ ο σύζυγός της Γκι ντε Ρότσιλντ φορούσε ένα καπέλο που έμοιαζε με νεκρή φύση σε δίσκο.
Η βαρόνη και ο σύζυγός της επικρίθηκαν από τους συνωμοσιολόγους της εποχής, οι οποίοι τους κατηγόρησαν για «σατανιστές», για εκδήλωση Illuminati, για μακάβριο γούστο και παρακμιακή διασκέδαση, παρασυρμένοι από το γεγονός ότι η βραδιά ήταν ένα υψηλής αισθητικής event, ωδή στους μεγαλύτερους σουρεαλιστές καλλιτέχνες της εποχής.
Το παρακάτω κοστούμι ήταν εμπνευσμένο από τον σουρεαλιστικό πίνακα «Ο γιός του ανθρώπου», του René Magritte, ευθεία αναφορά στην Εύα που έφαγε τον απαγορευμένο καρπό στον Παράδεισο:
Η βαρόνη Ρότσιλντ άφησε εποχή με τα πάρτι της, τα οποία προετοίμαζε επί μήνες, ήταν πάντα θεματικά και θύμιζαν σκηνοθεσία όπερας. Oι παρακάτω εικόνες είναι από το «le bal oriental» που διοργανώθηκε στον πύργο Lambert του Παρισιού, του ζεύγους Ρότσιλντ: