Μερικά από τα σημαντικότερα γεγονότα που καθόρισαν την πορεία του Χριστιανισμού, φαίνεται να έγιναν στην βυθισμένη εκκλησία της Νίκαιας στην Τουρκία.
Τα αρχαία ρωμαϊκά ερείπια βρέθηκαν κάτω από την επιφάνεια μιας λίμνης στο Iznik της Τουρκίας.
Αυτή η συγκεκριμένη περιοχή μπορεί να είναι η αρχαία βασιλική της πόλης της Νίκαιας, που τώρα ονομάζεται στα τουρκικά Iznik, η οποία είναι ένα από τα πιο ιστορικά αξιοθέατα του Χριστιανισμού.
Είναι ο τόπος όπου πραγματοποιήθηκε η Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας, το 325 μ.Χ. και η Εκκλησία αποφάσισε επίσημα τη φύση της σχέσης μεταξύ Ιησού και Θεού.
Ο αρχαιολόγος Mustafa Şahin, επικεφαλής αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο Uludağ, της Προύσας, έχει περάσει χρόνια να ψάχνει για αυτό το κάποτε ιερό μέρος στις όχθες της λίμνης Iznik.
Μόνο όταν η κυβέρνηση της επαρχίας Μπούρσα του παρέδωσε τις αεροφωτογραφίες της λίμνης, ο Μουσταφά βρήκε αυτό που έψαχνε εκείνη την εποχή.
«Η ομάδα φωτογραφίας στο Δημαρχείο της Μπούρσα τράβηξε τις αεροφωτογραφίες της λίμνης από το 2013, αλλά δεν είχε σκεφτεί να έρθει σε επαφή με κάποιον εμπειρογνώμονα», δήλωσε ο δρ Şahin. «Έτσι, όταν άρχισαν να τραβούν και πάλι αεροφωτογραφίες της λίμνης, το μέλος της ομάδας, Saffet Yilmaz, ήρθε σε επαφή μαζί μου και δείχνοντάς τα ερείπια, με ρώτησε αν θα μπορούσαν να σημαίνουν κάτι. Όταν είδα για πρώτη φορά τις εικόνες της λίμνης, ήμουν αρκετά έκπληκτος που έβλεπα μια δομή εκκλησίας τόσο καθαρά. Είχα κάνει έρευνες στο Iznik από το 2006 και δεν είχα ανακαλύψει ακόμα μια τέτοια υπέροχη δομή».
Ο δρ Şahin πιστεύει ότι η εκκλησία χτίστηκε προς τιμή του Αγίου Νεοφύτου ο οποίος μαρτύρησε σε εκείνο το σημείο το 303μ.Χ. Θα μπορούσε να είναι και ο τόπος όπου η Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας συνεκλήθη σχεδόν πριν από 1700 χρόνια. Η εκκλησία καταστράφηκε σε σεισμό το 740 π.Χ. και αργότερα βυθίστηκε στη λίμνη.
«Τα ερείπια παραμένουν δύο έως τρία μέτρα βαθιά στη λίμνη και 50 μέτρα από την ακτή», δήλωσε ο Δρ Şahin. «Το πιο δύσκολο κομμάτι της υποβρύχιας ανασκαφής είναι ότι η ορατότητα πέφτει μερικές φορές κάτω από τα 10 εκατοστά λόγω της έντονης άλγης και της δραστηριότητας πλαγκτόν. Μια άλλη ιδιαίτερη δυσκολία είναι ότι η λάσπη εξαπλώνεται σε όλο το νερό από την βάση της λίμνης κατά τη διάρκεια της ανασκαφής. Το να είναι τα ερείπια σε ρηχή περιοχή σημαίνει επίσης ότι τα κύματα χτυπούν τους αρχαιολόγους κατά τη διάρκεια της εργασίας τους, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τη διαδικασία».
Ο δρ Şahin ελπίζει ότι η περιοχή μπορεί να γίνει υποβρύχιο μουσείο.
Οι επισκέπτες θα μπορούσαν να βουτήξουν για να δουν τα ερείπια από κοντά, αλλά υπάρχουν επίσης σχέδια για την κατασκευή ενός πύργου 20 μέτρων, ώστε τα ερείπια να φαίνονται από την ακτή. Ένας πεζόδρομος πάνω από τη λίμνη μπορεί επίσης να κατασκευαστεί καθώς και μια βυθισμένη γυάλινη αίθουσα όπου οι άνθρωποι θα μπορούσαν να προσευχηθούν.
Οι θέσεις που προάσπισε ο Άρειος τόνιζαν ότι ο Ιησούς ήταν δημιούργημα και όχι υπόσταση του Θεού. Η σύνοδος καταδίκασε τη διδασκαλία του Αρείου, συνέταξε το Σύμβολο της Νίκαιας που καθιέρωσε τον όρο ομοούσιος και όρισε την ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα.
Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ επενέβαινε συχνά και ενθάρρυνε την εκφραστική κοσμιότητα και ομοθυμία προς τους επισκοπικούς ηγέτες. Κάποια στιγμή, δόθηκε η ευκαιρία στον Ευσέβιο Καισαρείας να εκφράσει δημόσια την πίστη του και να αποκαθάρει το όνομά του. Με ηρεμία παρέθεσε το βαπτιστήριο σύμβολο πίστης της εκκλησίας της Καισάρειας, το οποίο ανέφερε ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν «ο Λόγος του Θεού», «ο μονογενής Γιος», «γεννημένος από τον Θεό πριν από όλους τους αιώνες» και Εκείνος «μέσω του οποίου έγιναν όλα τα πράγματα».
Οι θέσεις που εξέφραζε το σύμβολο ήταν ορθόδοξες και ο αυτοκράτορας αντιλήφθηκε ότι αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για έναν από κοινού συμβιβασμό. Ο Κωνσταντίνος έκανε δεκτό αυτό το σύμβολο πίστης και απομάκρυνε έτσι από τον Ευσέβιο τη μομφή του αιρετικού. Εντούτοις, ο Κωνσταντίνος πρότεινε στη συνέχεια ότι με την προσθήκη της λέξης ομοούσιος (consubstantialis) θα αποσαφηνιζόταν πληρέστερα η ενότητα και η ισότητα του Ιησού Χριστού και Υιού με τον Θεό και Πατέρα στον ορισμό της πίστης αναφορικά με τη χριστιανική Θεότητα.