Η Ένωση Ηλεκτρονικών Μηχανικών Ασφάλειας Εναέριας Κυκλοφορίας της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΕΝΗΜΑΕΚ/ΥΠΑ), με ανακοίνωσή της προειδοποιεί για την ασφάλεια των πτήσεων, καθώς αναφέρει πως όσα radar λειτουργούν, δεν διαθέτουν πλέον τα απαραίτητα ανταλλακτικά.
Παράλληλα, συμπληρώνει ότι το ίδιο ισχύει και για δεκάδες πομπούς και δέκτες επικοινωνιών, τους οποίους συντηρεί το προσωπικό με δικά του χρήματα με τον ανθρώπινο παράγοντα να είναι αυτός ο οποίος κρατάει μέχρι σήμερα την Υπηρεσία «ζωντανή και μάχιμη».
Αναλυτικά την ανακοίνωση της ΕΝΗΜΑΕΚ/ΥΠΑ:
Η Ένωση Ηλεκτρονικών Μηχανικών Ασφάλειας Εναέριας Κυκλοφορίας της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΕΝΗΜΑΕΚ/ΥΠΑ), δείχνοντας έμπρακτα τον σεβασμό της στα θύματα των Τεμπών και στις οικογένειές τους, δεν θέλησε να τοποθετηθεί άμεσα για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η δυνατότητα συμμετοχής των μελών μας στην 24ωρη απεργία της ΑΔΕΔΥ της 28ης Φεβρουαρίου 2024.
Στόχος της συμμετοχής μας σε αυτήν ήταν να τιμήσουμε τη μνήμη των θυμάτων και να υπενθυμίσουμε στην πολιτεία τις υποχρεώσεις της για την ασφάλεια των μεταφορών. Το κράτος βέβαια έκρινε ότι έπρεπε να μας πάει στα δικαστήρια γι’ αυτό.
Η περασμένη εβδομάδα ανήκε στα θύματα, στους οικείους τους και στις εκδηλώσεις μνήμης και δεν θέλαμε να καπηλευτούμε το τραγικό αυτό γεγονός. Το ίδιο πράξαμε και πέρυσι μετά τα Τέμπη. Με αίσθημα σεβασμού, ευθύνης αλλά και αγωνίας για τον κλάδο των αερομεταφορών, εκδώσαμε πριν από ακριβώς ένα χρόνο (8/3/2023), δελτίο τύπου με το οποίο σταχυολογήσαμε μια σειρά από σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε κατά την εκτέλεση του έργου μας.
Δυστυχώς, αναγκαζόμαστε να επανέλθουμε, καθώς ελάχιστη πρόοδος έχει σημειωθεί προς την επίλυσή τους.
Θέλουμε επίσης να συμβάλουμε με τη σειρά μας, στη συζήτηση που έχει ανοίξει σχετικά με την ασφάλεια των αερομεταφορών.
Ως Ηλεκτρονικοί Μηχανικοί Ασφάλειας Εναέριας Κυκλοφορίας (ΗΜΑΕΚ/ATSEP), ως επαγγελματίες, αλλά και ως οι καθ’ ύλην αρμόδιοι σε ό,τι έχει να κάνει με τα συστήματα αεροναυτιλίας, εξακολουθούμε -παρά τα πολύ σημαντικά προβλήματα- να λέμε ότι η ΥΠΑ διαθέτει προς το παρόν τις απαιτούμενες διαδικασίες και το πιστοποιημένο προσωπικό, προκειμένου να μετριάζει τους κινδύνους και να διατηρεί τα αποδεκτά επίπεδα ασφάλειας.
Αυτό που διακυβεύεται στην περίπτωση μιας πολύ σημαντικής βλάβης είναι να κλείσει ένα αεροδρόμιο ή τμήμα του Ελληνικού FIR με άμεση επίπτωση στις καθυστερήσεις, στην οικονομία και στην διεθνή εικόνα της Χώρας.
Παρά, λοιπόν, το γεγονός ότι η Διοίκηση της ΥΠΑ και το Υπουργείο δεν φρόντισε να δώσει άμεση λύση για τα Radar που βρίσκονται εκτός λειτουργίας, θέμα το οποίο είχαμε αναδείξει στο περσινό δελτίο τύπου, ως ΗΜΑΕΚ/ATSEP στο πλαίσιο συνεργασίας με γειτονικές χώρες, δώσαμε την τεχνική λύση εντάσσοντας στο υφιστάμενο σύστημα διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας την εικόνα από το Radar της Κύπρου στη Λάρνακα (και σε λίγες ημέρες θα εντάξουμε και το Radar της Πάφου).
Παράλληλα κινούνται διαδικασίες για να εντάξουμε εικόνα Radar και από άλλα γειτονικά κράτη (Αίγυπτος, Ιταλία). Ως πότε όμως, οι επικουρικές αυτές λύσεις θα χρησιμοποιούνται ως κύριες;
Είναι δυνατόν για άλλες δαπάνες αμφιβόλου αναγκαιότητας, να βρίσκονται άμεσα οι πόροι και να γίνονται συνοπτικές οι διαδικασίες προμηθειών, ενώ σε τόσο κρίσιμες περιπτώσεις αντικατάστασης συστημάτων αεροναυτιλίας, λόγω σημαντικής βλάβης, να μην εφαρμόζεται η διαδικασία του κατεπείγοντος;
Σχετικά με τις προμήθειες που βρίσκονται σε εξέλιξη και αφορούν τα συστήματα του Κεντρικού Κτιρίου Αεροναυτιλίας (ΚΕΠΑΘΜ) στο Ελληνικό δεν υπάρχει καμία πρόοδος. Μια ακόμα θερινή περίοδος θα εξυπηρετηθεί με το αναλογικό σύστημα επικοινωνιών που συντηρούμε και λειτουργούμε επί 25 και πλέον έτη.
Η συζήτηση βέβαια για την δεδομένη αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού των συστημάτων αεροναυτιλίας πρέπει πάντα να συνοδεύεται από τη θεμελιώδη αρχή για απαίτηση εκπόνησης μελέτης σκοπιμότητας, επιχειρησιακών απαιτήσεων, τεχνικών προδιαγραφών με διαδικασίες νόμιμες και διαφανείς.
Αυτή η αρχή παραβιάζεται τα τελευταία χρόνια από το Υπουργείο με πρόσφατο παράδειγμα την μονομερή απόφαση του Υπουργείου για την εγκατάσταση απομακρυσμένων ψηφιακών πύργων ελέγχου (Digital/Remote Towers), για την οποία έχουν εκφράσει προς το Υπουργείο εγγράφως, ανησυχία και επιφυλάξεις, υπηρεσιακοί παράγοντες της ΥΠΑ και διεθνείς ομοσπονδίες Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας και Ηλεκτρονικών ATSEP (IFATCA, ATCEUC και IFATSEA).
Ως ΗΜΑΕΚ/ATSEP δεν «δαιμονοποιούμε» τις νέες τεχνολογίες, οι οποίες άλλωστε αποτελούν τον πυρήνα του επαγγέλματός μας. Αδυνατούμε όμως να εξηγήσουμε γιατί το συγκεκριμένο έργο βασίστηκε σε μια μελέτη πρόχειρη, για την οποία δεν ζητήθηκε αρμοδίως η εμπειρογνωμοσύνη των ΗΜΑΕΚ/ATSEP και ουδέποτε την αρνηθήκαμε.
Ερωτηματικά επίσης γεννά το γεγονός ότι πρόσφατα εκχωρήθηκε η αποκλειστική αρμοδιότητα της ΥΠΑ ως αναθέτουσα αρχή για προμήθειες συστημάτων αεροναυτιλίας, στην μη πιστοποιημένη για τέτοια ζητήματα Διεύθυνση Υποδομών Αεροδρομίων του Υπουργείου.
Μήπως τελικά η όλη συζήτηση για την εγκατάσταση Digital/Remote Towers γίνεται για να καλυφθεί η αδυναμία του παραχωρησιούχου των 14 παραχωρημένων αερολιμένων να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση παραχώρησης με αποτέλεσμα να επωμιστεί ξανά το κόστος ο Έλληνας φορολογούμενος;
Για τα προβλήματα στη διαθεσιμότητα ανταλλακτικών, θέμα που ταλανίζει και άλλους φορείς των μεταφορών, τι να πούμε;
Όσα Radar λειτουργούν, δεν διαθέτουν πλέον τα απαραίτητα ανταλλακτικά και μπορεί ανά πάσα στιγμή, κάποιο από αυτά να κλείσει λόγω βλάβης των γηρασμένων βαθμίδων του. Το ίδιο ισχύει και με δεκάδες πομπούς και δέκτες επικοινωνιών, τους οποίους κρατάμε όρθιους σε πολλές περιπτώσεις με δικά μας χρήματα.
Προκύπτει λοιπόν ότι ο ανθρώπινος παράγοντας είναι αυτός ο οποίος κρατάει μέχρι σήμερα την Υπηρεσία ζωντανή και μάχιμη. Μια Υπηρεσία που απαξιώνεται καθημερινά από έλλειψη Διοίκησης, οράματος, οργανογράμματος, προσλήψεων, χρηματοδότησης και εκσυγχρονισμού συστημάτων.
Το έμπειρο, εξειδικευμένο και πιστοποιημένο προσωπικό της ΥΠΑ είναι εκείνο που βελτιώνει κάθε χρόνο τις επιδόσεις της Χώρας, διατηρώντας ταυτόχρονα την ασφάλεια στις αερομεταφορές.
Για αυτό το προσωπικό, το πλήθος του οποίου έχει φτάσει σε ιστορικά χαμηλά, τον περασμένο χρόνο δώσαμε αγώνα και εξασφαλίσαμε την έγκριση 50 προσλήψεων ΗΜΑΕΚ/ATSEP και την επαναφορά του ηλικιακού ορίου πρόσληψης στα 35 έτη για να μπορέσει να ξεπαγώσει επιτέλους η στελέχωση του κλάδου μας.
Μόνο όμως ως τιμωρία, για τον αγώνα που δώσαμε, μπορούμε να εκλάβουμε το γεγονός ότι από τις 50 εγκεκριμένες θέσεις ΠΕ/ΤΕ Ηλεκτρονικών (ATSEP), οι 15 θέσεις ΠΕ δεν εντάχθηκαν στον διαγωνισμό 1ΓΒ/2023 με φθηνές δικαιολογίες.
Από τις υπόλοιπες 35 αναμένεται να καλυφθούν μόλις 7 βάσει των προσωρινών αποτελεσμάτων ΑΣΕΠ. Όλα αυτά όταν, μόνο το 2023 συνταξιοδοτήθηκαν 16 Ηλεκτρονικοί, φέτος αναμένεται η συνταξιοδότηση άλλων 18 Ηλεκτρονικών τουλάχιστον και πάει λέγοντας. Επιπλέον η Διοίκηση της ΥΠΑ, αρνείται να τοποθετήσει σε οργανικές μονάδες συστημάτων αεροναυτιλίας, 46 υπαλλήλους οι οποίοι έχουν μεταταχθεί στον κλάδο μας από
το 2019 και εξακολουθούν να παρέχουν άλλο έργο.
Με έκπληξη ακούσαμε την περασμένη εβδομάδα από τον Υπουργό, κατά την ακρόαση του νέου Διοικητή ΥΠΑ, στην επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας να αναφέρεται στον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ λέγοντας: «Καθίστε να δούμε αν θα καλυφθούν όλες οι θέσεις…».
Αλήθεια, ποιος ευθύνεται για την επιλογή της συγκεκριμένης διαγωνιστικής διαδικασίας για την οποία είχαμε πει εξ αρχής ότι δεν θα αποφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα; Να καλυφθούν δηλαδή οι θέσεις στην ΥΠΑ από τον γραπτό διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, ο οποίος είχε προκηρυχθεί προγενέστερα από την έγκρισή τους;
Έχουμε υποβάλει σχετική επιστολή τον περασμένο Αύγουστο τόσο στον κ. Υπουργό όσο και στον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ, διαμαρτυρόμενοι για την εξαίρεση των 15 θέσεων ΠΕ Ηλεκτρονικών από τη συγκεκριμένη διαδικασία, όπως επίσης και για το γεγονός ότι για τις υπόλοιπες 35 θέσεις Ηλεκτρονικών (ATSEP) Τεχνολογικής Εκπαίδευσης υπήρχαν μόλις 52 επιτυχόντες από τον γραπτό διαγωνισμό, επισημαίνοντας ότι θα οδηγηθούμε σε ναυάγιο.
Αντιπροσωπευτικό δείγμα στο θέατρο του παραλόγου που παρακολουθούμε να εξελίσσεται στο χώρο της αεροναυτιλίας τα τελευταία χρόνια, είναι η σημερινή συνάντηση υψηλού επιπέδου που πραγματοποιήθηκε για τα συστήματα αεροναυτιλίας μεταξύ Υπουργείου, EASA, ΑΠΑ και ΥΠΑ. Αλήθεια, δεν είναι τουλάχιστον αντιδεοντολογικό το γεγονός ότι η EASA εκπροσωπήθηκε από τον μέχρι πρότινος επιλεγμένο για τη θέση του Διοικητή ΥΠΑ, κ.Τζιόλα, ο οποίος «ανέκρουσε πρύμναν», ευτελίζοντας τους θεσμούς λες και πέρναγε συνέντευξη σε ιδιωτική εταιρεία;
Την ίδια ώρα που η ΥΠΑ εκπροσωπήθηκε από την απερχόμενη Διοίκηση αντί από τον νέο Διοικητή κ. Σαουνάτσο; Γιατί τόση σπουδή να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη συνάντηση πριν από τον διορισμό του νέου Διοικητή; Μήπως τελικά η EASA κλήθηκε προκειμένου να ευλογήσει άρον άρον τα Remote Towers και να απαλλάξει το Υπουργείο από τις ευθύνες του;
Τελικά ποιος θα διοικεί και θα παίρνει αποφάσεις για την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας; Μήπως ο διορισμός της νέας Διοίκησης γίνεται για το θεαθήναι; Θα ολοκληρωθεί ή μήπως εξυπηρετούνται καλύτερα οι σκοπιμότητες με μια ΥΠΑ ουσιαστικά ακέφαλη;
Η Ένωση Ηλεκτρονικών Μηχανικών Ασφάλειας Εναέριας Κυκλοφορίας της ΥΠΑ, τηρώντας υπεύθυνη στάση είναι πάντοτε έτοιμη να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου παρά τη συνεχή άρνηση της ηγεσίας του Υπουργείου να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα.
Δηλώνουμε όμως ταυτόχρονα και σε όλους τους τόνους, ότι η «νομιμοποίηση» αυθαίρετων πρακτικών δια της «απονομιμοποίησης» της Υπηρεσίας και του προσωπικού της, ΔΕΝ ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΕΙ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ!