Με τους ανεμβολίαστους «τα έβαλε» για ακόμα μια φορά ο Θεόδωρος Βασιλακόπουλος λέγοντας ότι «αυτοί είναι άνθρωποι πάνω από μια ηλικία που προκαλούν και την πίεση στο σύστημα υγείας».

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας στο Πανεπιστημίου Αθηνών αναφέρθηκε στους 400.000 συμπολίτες μας, άνω των 60 ετών, που παραμένουν ανεμβολίαστοι.

Οι ηλικιωμένοι ανεμβολίαστοι πιέζουν το ΕΣΥ

«Ο ρυθμός νέων εμβολίων δεν είναι εντυπωσιακός. Είμαστε μόλις στις 10.000 πρώτες δόσεις κάθε μέρα. Eχουμε φτάσει να έχουμε περίπου 7.000.000 πλήρεις δόσεις. Με αυτό τον ρυθμό καινούργιων δόσεων, θα χρειαστούμε τρεις μήνες για να φτάσουμε το 1.000.000. Είναι πάρα πολύς ο χρόνος. Δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια. Πρέπει επειγόντως να αυξήσουμε τον ρυθμό εμβολιασμού, κυρίως αυτών που δεν έχουν εμβολιαστεί», δήλωσε ο κ. Βασιλακόπουλος.

Σχολιάζοντας τι ισχύει με αυτούς που έχουν εμβολιαστεί αλλά δεν έχουν κάνει ακόμη την αναμνηστική δόση ο καθηγητής Πνευμονολογίας δήλωσε πως «έχει πέσει μεν η ανοσία τους και κινδυνεύουν να νοσήσουν, χωρίς να απειλείται η ζωή τους.

«Το μεγάλο πρόβλημα είναι οι ανεμβολίαστοι και όλα τα μέτρα λαμβάνονται προκειμένου να προστατευθεί αυτή η μεγάλη ομάδα των ανεμβολίαστων στην Ελλάδα» είπε και πρόσθεσε ότι «όπου έχει εφαρμοστεί η υποχρεωτικότητα έχει βοηθήσει».

H υποχρεωτικότητα έχει πολιτικό κόστος

Μιλώντας για το πρόστιμο των 100 ευρώ τον μήνα που θα επιβληθεί στους άνω των 60 ετών που δεν έχουν εμβολιαστεί ακόμα, δήλωσε πως η καταληκτική ημερομηνία εφαρμογής των μέτρων πλησιάζει.

«Και να μην οδηγήσει σε απόλυτη εφαρμογή, η υποχρεωτικότητα πάντοτε αυξάνει το ποσοστό εμβολιασμού. Προφανώς η υποχρεωτικότητα έχει πολιτικό κόστος και ζυγίζεται με το κοινωνικό όφελος όταν λαμβάνονται οι αποφάσεις», δήλωσε ο κ. Βασιλακόπουλος.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Αναφορικά με την εξάπλωση της παραλλαγής Όμικρον που είναι ραγδαία και το πώς αυτή εντοπίζεται ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών τόνισε ότι δεν καταγράφεται σε όλα τα περιστατικά αλλά γίνεται δειγματοληπτικός έλεγχος σε όλα τα εργαστήρια και όπως πρόσθεσε μόνο «κάποια PCR test μπορούν να μας πουν αν έχουμε Δέλτα ή Όμικρον».