Για να καταλάβουμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η ιδιοσυγκρασία του ατόμου στην υγεία του, πρέπει να θυμηθούμε τη στενή σχέση ανάμεσα στο μυαλό και στο σώμα.
Για κακή μας τύχη, το 17ο αιώνα ο διάσημος Γάλλος φιλόσοφος Ρενέ Ντεκάρτ, ο οποίος απαρίθμησε τους κανόνες απόκτησης της γνώσης -παρατήρηση, ανάλυση και σύνθεση— κι έκανε γνωστή τη φράση «Σκέπτομαι, άρα υπάρχω», υποστήριξε πως υπάρχει σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο άυλο κι αφηρημένο μυαλό και στο σώμα από σάρκα και οστά. Στον έκτο στοχασμό του έργου του Στοχασμοί (1641) ο Ντεκάρτ υποστήριξε ότι το μυαλό και το σώμα δημιουργήθηκαν από το Θεό ως ξεχωριστες κι ανεξάρτητες οντότητες. Η παράξενη αυτή ιδέα πήγε τη μελέτη της σχέσης μυαλού και σώματος τουλάχιστον διακόσια χρόνια πίσω.
Σήμερα σκεφτόμαστε με πολύ διαφορετικό τρόπο. Ξέρουμε ότι το μυαλό έχει διαρκή και αμφίδρομη σχέση με το σώμα μέσω του νευρικού και του ενδοκρινικού συστήματος. Μια από τις πρώτες αποδείξεις αυτής της σχέσης ήταν η παρατήρηση ότι οι συσπάσεις των μυών του προσώπου επηρεάζουν την ψυχική κατάσταση. Αν και ανέκαθεν ήταν παραδεκτό ότι το πρόσωπο είναι ο καθρέφτης της ψυχής, μέχρι σχετικά πρόσφατα κανείς δεν φανταζόταν ότι οι εκφράσεις του προσώπου που υποδηλώνουν ένα συγκεκριμένο συναίσθημα, όπως το γέλιο ή το κλάμα, ακόμη κι αν προκαλούνται τεχνητά, τελικά δημιουργούν πράγματι στο άτομο τα αισθήματα που αντιπροσωπεύουν.
Αυτή η αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στα συναισθήματα και τη σωματική τους έκφραση, που οι ηθοποιοί τη γνωρίζουν πολύ καλά, είχε ήδη γίνει αντιληπτή από το φυσιολόγο Κάρολο Δαρβίνο και τον ψυχολόγο Γουίλιαμ Τζειμς. Ο τελευταίος παρατήρησε ότι το σφύριγμα μιας χαρούμενης μελωδίας μες στο σκοτάδι εξουδετερώνει το φόβο κι αυξάνει την αυτοπεποίθηση του ατόμου που σφυρίζει. Ο Ισπανός γιατρός Γρεγόριο Μαρανιόν απέδειξε επίσης, πριν από μισό αιώνα, ότι οι άνθρωποι μπορούσαν να προκαλέσουν από μόνοι τους ένα συναίσθημα στον εαυτό τους, κάνοντας απλά τις αντίστοιχες σωματικές κινήσεις.
Ο εγκέφαλος λαμβάνει πολλά ερεθίσματα που προέρχονται είτε από μηνύματα του σώματός μας είτε από δυνάμεις του περιβάλλοντος που επηρεάζουν την ισορροπία των νευροδιαβιβαστών. Αυτοί λειτουργούν ως αγγελιοφόροι ανάμεσα στους νευρώνες που είναι υπεύθυνοι για τη διαμόρφωση της συναισθηματικής μας κατάστασης και τους νευρώνες του βλαστικού νευρικού συστήματος, που ελέγχει -ανεξάρτητα από τη συνείδησή μας- το ρυθμό της καρδιάς, την αρτηριακή πίεση, την έκκριση ορμονών, την ευκινησία του πεπτικού συστήματος, τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και άλλες ζωτικές λειτουργίες.
Στις ιατρικές διαγνώσεις υπάρχει μια σειρά σωματικών διαταραχών που μπορούν να εξηγηθούν μόνο ψυχολογικά. Τα συμπτώματα αυτών των παθήσεων, γνωστών και ως ψυχοσωματικών, περιλαμβάνουν γενικευμένους πόνους, ενοχλήσεις στο γαστρεντερικό σύστημα και νευρολογικά προβλήματα ή προβλήματα στο αναπαραγωγικό σύστημα. Οι περισσότερες καθημερινές αγχογόνες καταστάσεις μάς επηρεάζουν μόνο προσωρινά. Ορισμένα όμως συμβάντα, όπως ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου ή η ρήξη μιας σημαντικής σχέσης, μας καθιστούν ευάλωτους σε μολύνσεις, πεπτικές διαταραχές και καρδιακές παθήσεις. Μια πρόσφατη έρευνα του Ρέντφορντ Γουίλιαμς, καθηγητή Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Ντιουκ, για τους ψυχολογικούς παράγοντες που αποδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα και συμβάλλουν στην εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρόνια εχθρότητα, η κατάθλιψη, ο φόβος και το άγχος προκαλούν σε ορισμένα άτομα υπέρταση και απόφραξη των στεφανιαίων αρτηριών.
Ο λόγος είναι ότι αυτά τα συναισθήματα αλλοιώνουν τη λειτουργία των εγκεφαλικών κέντρων που ρυθμίζουν το ορμονικό σύστημα και τα πιο σημαντικά όργανα του σώματος.
Από την άλλη πλευρά, πολυάριθμες έρευνες αποδεικνύουν ότι καταστάσεις που ευνοούν την ηρεμία, όπως η συναισθηματική αποφόρτιση που προκαλεί η κουβέντα και η λεκτική έκφραση των προβλημάτων και των δυσκολιών, ενισχύουν τις άμυνες. Για παράδειγμα, η εβδομαδιαία συμμετοχή σε θεραπευτικές ομάδες ψυχολογικής στήριξης σχετίζεται με μεγαλύτερη ελπίδα και καλύτερη ποιότητα ζωής σε ασθενείς που πάσχουν από χρόνιες ασθένειες και ορισμένους κακοήθεις όγκους. Ασθενείς με ψωρίαση που συμμετέχουν σε συνεδρίες χαλάρωσης ή διαλογισμού θεραπεύονται πιο γρήγορα. Ακόμη και η καταγραφή των τραυματικών εμπειριών του παρελθόντος κα- ταπραυνει σημαντικά και μακροπρόθεσμα τα συμπτώματα ασθενών με άσθμα ή αρθριτικά.
Όταν μιλάμε για καλή υγεία, αναφερόμαστε στην υποκειμενική αίσθηση ότι το σώμα μας εκτελεί κανονικά όλες τις λειτουργίες του. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προχωράει ακόμη περισσότερο και την ορίζει ως «κατάσταση πλήρους σωματικής, πνευματικής και κοινωνικής ευεξίας». Ο τρόπος αντικειμενικής αξιολόγησης της λειτουργίας του σώματός μας γίνεται μέσω των ιατρικών εξετάσεων. Ωστόσο η υγεία περνάει σχεδόν πάντα απαρατήρητη και τη θυμόμαστε μόνο όταν δεν αισθανόμαστε καλά. Γι’ αυτό οι περισσότεροι από μας δεν επισκεπτόμαστε το γιατρό παρά μόνο όταν νιώθουμε αδιάθετοι.
Η αισιόδοξη ή απαισιόδοξη στάση του ατόμου είναι άλλος ένας σημαντικός παράγοντας όσον αφορά την πρόβλεψη της μακροζωίας. Ο εμπειρικός ψυχολόγος Κρίστοφερ Πίτερσον μελέτησε αυτή τη σχέση σε τουλάχιστον χίλιους άντρες και γυναίκες επί πενήντα περίπου χρόνια. Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύτηκαν το 1998, αποκάλυψαν ότι οι απαισιόδοξοι πέθαιναν πρόωρα με μεγαλύτερη συχνότητα από τους αισιόδοξους, και σ’ αυτό συνυπολογίζονταν και τα ατυχήματα και οι βίαιοι θάνατοι. Η καθηγήτρια Ψυχολογίας στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν, Λιν Έιμπραμσον, σε άλλη σειρά μελετών που δημοσιεύτηκαν την περίοδο 1998-2000 επιβεβαίωσε ότι τα απαισιόδοξα άτομα έχουν διπλάσιες πιθανότητες ν’ αυτοκτονήσουν απ’ ό,τι τα αισιόδοξα.
Αργότερα, ερευνητές της διάσημης κλινικής Μάγιο (Μινεσότα), μ’ επικεφαλής το δόκτορα Τοσιίκο Μαρούτα, δημοσίευσαν μια μελέτη στην οποία είχαν μετρήσει μ’ ένα τεστ προσωπικότητας το επίπεδο απαισιοδοξίας 839 εθελοντών, κι ύστερα από τριάντα χρόνια επαλήθευ- σαν ποιος ζούσε και ποιος όχι. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι τα άτομα που είχαν χαρακτηριστεί πιο απαισιόδοξα πριν από τρεις δεκαετίες, είχαν στατιστικά περισσότερες πιθανότητες να ’χουν πεθάνει. Ως προς την ερμηνεία αυτών των αποτελεσμάτων, οι περισσότεροι απο τους ερευνητές συμφωνούν στην εξής υπόθεση: οι ηττοπαθείς άνθρωποι είναι πιο απρόσεκτοι κι έχουν περισσότερα ατυχήματα από τους αισιόδοξους.
Μέρα με τη μέρα αυξάνονται συνεχώς οι αποδείξεις που επιβεβαιώνουν τα άμεσα και έμμεσα οφέλη των θετικών συναισθημάτων σε σχέση με την υγεία. Η αισιόδοξη στάση διεγείρει τους φυσικούς θεραπευτικούς μηχανισμούς του σώματος κι ενθαρρύνει ψυχολογικά το άτομο να υιοθετήσει υγιεινές συνήθειες. Η αισιόδοξη ιδιοσυγκρασία επιμηκύνει τη ζωή ανθρώπων με χρόνιες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων όσων πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας, έιτζ, ατόμων που έχουν υποστεί καρδιακή προσβολή, ασθενών με νεφρική ανεπάρκεια, υπέρταση και έρπητα. Όπως απέδειξε ο ψυχολόγος του Πανεπιστημίου του Κονέκτικατ, Γκλεν Άφλεκ, η αισιόδοξη ή απαισιόδοξη ιδιοσυγκρασία είναι ο παράγοντας που προδιαγράφει καλύτερα την ποιότητα της καθημερινής ζωής ασθενών με άσθμα και αρθριτικά.
Άλλο ένα αξιοπρόσεκτο κι εξίσου σημαντικό στοιχείο είναι ότι αρκετοί άνθρωποι με ασθένειες στο τελευταίο στάδιο, που περιμένουν σημαντικές επετείους ή γεγονότα στα οποία θα ήθελαν να παρευρίσκονται, όπως ο γάμος μιας κόρης ή η γέννηση ενός εγγονιού, «καθυστερούν» το θάνατο, επιμηκύνουν τη ζωή τους μέχρι αυτό το γεγονός.