Το δρόμο για ευκολότερο εντοπισμό των ανθρώπων με κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας αλλά και για ανάπτυξη νέων θεραπειών ανοίγει νέα έρευνα του Πανεπιστημίου Queen Mary του Λονδίνου. Οι ερευνητές εφάρμοσαν μία τεχνική τεχνητής νοημοσύνης για να αναλύσει μαγνητικές τομογραφίες καρδιάς από 17.000 υγιείς εθελοντές.
Η έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Circulation, δείχνει πως η μεταβολή στην καρδιακή δομή και λειτουργία επηρεάζεται σημαντικά από γενετικούς παράγοντες. Η ομάδα εντόπισε ή επικύρωσε 14 περιοχές του ανθρώπινου γονιδιώματος που σχετιζόταν με το μέγεθος της και τη λειτουργία της αριστερής κοιλίας. Κάθε μία περιείχε γονίδια που ρυθμίζουν την πρώιμη ανάπτυξη των περιοχών της καρδιάς και των συσπάσεών της.
«Είναι εντυπωσιακό το ότι οι υπερσύγχρονες τεχνικές τεχνητής νοημοσύνης επιτρέπουν ταχεία και αποτελεσματική μέτρηση δεκάδων χιλιάδων μαγνητικών τομογραφιών της καρδιάς που απαιτούνται για γενετικές μελέτες. Τα ευρήματα ανοίγουν την πιθανότητα για έγκαιρο εντοπισμό όσων κινδυνεύουν από καρδιακή ανεπάρκεια αλλά και για δημιουργία νέων στοχευμένων θεραπειών. Οι βαθμολογίες γενετικού κινδύνου που θεμελιώνονται από αυτή τη μελέτη θα μπορούσαν να ελεγχθούν σε μελλοντικές μελέτες για να δημιουργήσουν ένα ενσωματωμένο και προσωποποιημένο εργαλείο αξιολόγησης κινδύνου καρδιακής ανεπάρκειας», εξηγεί ο Δρ. Nay Aung, επικεφαλής ερευνητής της μελέτης.
«Το εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης μας επέτρεψε να αναλύσουμε εικόνες σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Οι συνεργάτες μας συνεχίζουν να αναπτύσσουν αυτούς τους αλγόριθμους για να αναλύουν άλλες πτυχές της καρδιακής δομής και λειτουργίας. Αυτό μπορεί να μεταφραστεί σε εξοικονόμηση τόσο χρόνου όσο και χρημάτων για τα συστήματα υγείας ενώ θα μπορούσε να βελτιώσει και την αποτελεσματικότητα στην φροντίδα του ασθενή»
Ο Δρ. Steffen Petersen, Καθηγητής καρδιαγγειακής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Queen Mary δήλωσε πως «προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι οι διαφορές στο μέγεθος και τη λειτουργία της καρδιάς επηρεάζονται εν μέρει από τα γονίδια αλλά δεν έχουμε κατανοήσει πλήρως την έκτασης της γενετικής επίδρασης. Αυτή η μελέτη έχει δείξει πως αρκετά γονίδια που είναι γνωστό ότι είναι σημαντικά για την καρδιακή ανεπάρκεια εμφανίζονται επίσης να ρυθμίζουν το μέγεθος και τη λειτουργία της καρδιάς στους υγιείς ανθρώπους. Η κατανόηση της γενετικής βάσης της καρδιακής δομής και λειτουργίας στον γενικό πληθυσμό βελτιώνει τη γνώση μας για το πώς εξελίσσεται η καρδιακή ανεπάρκεια».
Πιστεύεται πως πολλοί περισσότεροι γενετικοί δείκτες για καρδιακές νόσους θα εντοπιστούν όσο μεγαλώνει η βάση δεδομένων της Βρετανικής Βιοτράπεζας, από όπου αντλήθηκαν τα δείγματα και για την εν λόγω μελέτη. Πρόσφατα, αυτό το μήνα η Βρετανική Βιοτράπεζα ανακοίνωσε πως θα ξεκινήσει να θέτει σε ακολουθία το ανθρώπινο γονιδίωμα 450.000 συμμετεχόντων, ακολουθώντας την επιτυχία του πιλοτικού προγράμματος σε 50.000 εθελοντές.