Εδώ και αρκετά χρόνια έχει παρατηρηθεί πως οι άνθρωποι που έχουν παιδιά ζουν περισσότερο συγκριτικά με τους άτεκνους. Μία νέα μελέτη που βασίζεται σε δεδομένα βιολογικών αλλά και θετών γονέων έρχεται αν διερευνήσει τους πιθανούς λόγους για αυτό το φαινόμενο.
Η μελέτη που πραγματοποιήθηκε από τους Kieron Barclay, από το Ινστιτούτο Max Planck και από τον Martin Kolk από το Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης δημοσιεύθηκε στο European Journal of Population και οι συγγραφείς της χρησιμοποίησαν δεδομένα από περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες από τη Σουηδία που γεννήθηκαν από το 1915 έως το 1960.
Η σχέση μεταξύ της τεκνοποίησης και της μακροζωίας δεν είναι καινούρια και υπάρχουν πολλές και διαφορετικές θεωρίες για το θέμα, ωστόσο η νέα αυτή έρευνα είναι ξεχωριστή γιατί χρησιμοποιεί και δεδομένα θετών γονιών. Με αυτό τον τρόπο κατορθώνουν να εντοπίσουν βιολογικές αλλά και ευρύτερες κοινωνικές εξηγήσεις.
Για παράδειγμα, μία κοινή θεωρία αναφέρει ότι οι βιολογικές μητέρες είναι λιγότερο πιθανό να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού ή της μήτρας. Και αυτό επικυρώνεται από τα σουηδικά δεδομένα. Ωστόσο τα δεδομένα της έρευνας αποκαλύπτουν επίσης ξεκάθαρα ότι τόσο οι βιολογικοί μπαμπάδες όσοι και οι θετοί γονείς, έχουν επίσης χαμηλότερη θνησιμότητα συγκριτικά με τους μη έχοντες παιδιά.
Οι ερευνητές πιστεύουν πως η διαφορά αυτή δεν οφείλεται στην τεκνοποίηση και την παρουσία των παιδιών αλλά στο γεγονός ότι, ως επί το πλείστον, οι άνθρωποι που έχουν παιδιά βρίσκονται σε καλύτερη «αφετηρία» συγκριτικά με τους ανθρώπους που δεν έχουν παιδιά. Θεωρούν πως οι άνθρωποι που είναι υγιείς, σε καλή οικονομική κατάσταση και υψηλού μορφωτικού επιπέδου είναι πιο πιθανό να βρουν ερωτικό σύντροφο και έχουν τα εφόδια για να δημιουργήσουν μία μεγαλύτερη οικογένεια. Επομένως οι άνθρωποι αυτοί έχουν ένα «πλεονέκτημα» που δεν αποδίδεται στην τεκνοποίηση, αλλά αποτελεί προϋπόθεση για να αποκτήσουν παιδιά.
Για παράδειγμα, όταν οι δύο ερευνητές προσάρμοσαν τα στοιχεία με βάση το εκπαιδευτικό υπόβαθρο και το επάγγελμα, το πλεονέκτημα μακροζωίας εξαφανίστηκε, με τους βιολογικούς γονείς που είχαν ένα παιδί να έχουν χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής συγκριτικά με τους ανθρώπους που δεν έκαναν παιδιά. Σε αυτό το σημείο η επιλογή ενδέχεται να παίζει επίσης σημαντικό ρόλο: στο παρελθόν οι γονείς με περισσότερα παιδιά συχνά είχαν σχετικά χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, ήταν χαμηλότερου εισοδήματος και δεν πρόσεχαν τόσο την υγεία τους.
Μία πιο λεπτομερής ανάλυση στους θετούς γονείς υπογραμμίζει τη σημαντικότητα της σωματικής και ψυχικής υγείας, των εισοδημάτων, των συνθηκών διαβίωσης, της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και της συμπεριφοράς καταλήγοντας πως όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία, που αποτελούν και κριτήρια για έγκριση της υιοθεσίας, παίζουν σημαντικό ρόλο στη θνησιμότητα των θετών γονέων, μειώνοντας την κατά πολύ συγκριτικά με τους βιολογικούς γονείς.
Οι αναλύσεις ανά μορφωτικό επίπεδο αποκαλύπτουν επίσης ότι ειδικά στις γυναίκες, όσο πιο μορφωμένες ήταν, τόσο χαμηλότερο ήταν το ποσοστό θνησιμότητάς τους. Στους ανθρώπους με μεγαλύτερη μόρφωση, η αύξηση της μακροζωίας φαίνεται πως σχετίζεται με τον αριθμό των παιδιών που έχει κάθε μητέρα. Οι γυναίκες χωρίς απολυτήριο λυκείου έχουν χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής όταν έχουν δύο παιδιά συγκριτικά με τις γυναίκες που έχουν αποφοιτήσει από το λύκειο και έχουν τρία παιδιά. Τέλος, οι μητέρες που έχουν ακαδημαϊκή μόρφωση και έχουν τέσσερα παιδιά υπολογίζεται ότι ζουν ακόμα περισσότερο.
Οι ερευνητές στηρίζουν επίσης τη μακροζωία των ανθρώπων που είναι γονείς σε δύο διαφορετικές πιθανές θεωρίες.
Η πρώτη αναφέρει ότι τα παιδιά ενδεχομένως στηρίζουν τους γονείς τους όταν οι τελευταίοι είναι πια ηλικιωμένοι. Μελέτες δείχνουν για παράδειγμα πως οι γονείς έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής αν τα παιδιά τους είναι πιο μορφωμένα ή έχουν υψηλότερο εισόδημα, ωστόσο οι ερευνητές δεν έχουν βρει επαρκή στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτή τη θεωρία.
Η δεύτερη θεωρία αναφέρει πως είναι πιο πιθανό η υγεία των γονέων να οφείλεται στην παρουσία των παιδιών η οποία επιφέρει αλλαγές στον τρόπο ζωής τους. Οι γονείς υιοθετούν μία πιο υγιεινή συμπεριφορά. Είναι λιγότερο πιθανό να έχουν ατυχήματα, ενώ επίσης είναι λιγότερο πιθανό να νοσήσουν από παθήσεις του κυκλοφορικού. Αυτό ισχύει και για τους θετούς γονείς. Το προσδόκιμο ζωής τους αυξάνεται με κάθε επιπλέον παιδί κάτι που δείχνει πως συνεχίζουν όλοι τους να είναι υγιείς και οικονομικά ευκατάστατοι.