Αξιόλογη είναι η συνδρομή της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας στη παγκόσμια μάχη κατά της πανδημίας. Η μελέτη του ιού από τα ελληνικά ινστιτούτα συνεχίζεται με μια μεγάλης κλίμακα κλινική μελέτη.
Συγκεκριμένα, κλινική μελέτη σε 3.500 ασθενείς με κορωνοϊό ξεκινούν 10 ελληνικά εργαστήρια, με στόχο την παρατήρηση και την αποκρυπτογράφηση του νέου στελέχους της COVID-19.
Πρόκειται – σύμφωνα με τον πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας, Εμμανουήλ Δερμιτζάκη – για μια «πρωτοπόρα μελέτη που καθιστά την Ελλάδα σημαντικό παίκτη στην παγκόσμια επιστημονική σκακιέρα».
Πιο συγκεκριμένα, αναμένεται να αναλυθεί το γενετικό προφίλ 3.500 ασθενών, οι παραλλαγές του ιού που τους έχει μολύνει, καθώς και το ανοσολογικό τους προφίλ.
Στόχος είναι να υπάρξει μια εις βάθος κατανόηση των χαρακτηριστικών του ιού, αλλά και των βιολογικών διαδικασιών που αποτελούν την κύρια αιτία για τη διαφορετικότητα της εξέλιξης της νόσου ανάμεσα στους ασθενείς.
«Οι υποδομές και η εμπειρία των ερευνητικών εργαστηρίων θα μπουν στην υπηρεσία της ανάπτυξης τεστ, τα οποία θα μπορούσαν να γίνονται όχι μόνο σε μεγαλύτερη κλίμακα, αλλά και με μεθοδολογίες που δεν θα εξαρτώνται από τη διεθνή αγορά αντιδραστηρίων» δήλωσε, παράλληλα, ο κ. Δερμιτζάκης, μιλώντας στο ΑΜΠΕ.
Και πρόσθεσε: «Η τεχνογνωσία που θα αποκτηθεί από αυτό το πρόγραμμα θα επιτρέψει στην Ελλάδα να πραγματοποιήσει παρόμοιες δράσεις και σε αλλά λοιμώδη νοσήματα, όπως η εποχική γρίπη, καθώς επίσης θα επιτρέψει τη βελτίωση της διαχείρισης πανδημιών ή ακόμα και εντοπισμένων επιδημιών».
Όσον αφορά τον ρόλο της γενετικής πληροφορίας στην ανακάλυψη της θεραπείας, ο καθηγητής εξήγησε ότι οι πιθανότητες κυκλοφορίας ενός φαρμάκου μπορεί να αυξηθούν από τέσσερις έως 10 φορές, όταν η διαδικασία ανάπτυξης του υποστηρίζεται από γενετικά δεδομένα.
Για την επόμενη ημέρα, ο κ. Δερμιτζάκης σημείωσε ότι εφόσον δεν έχουμε ούτε εμβόλιο ούτε φάρμακο, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον ιό με μέτρα και συμπεριφορές.
«Όποια μέτρα έρθουν πάντως, θα είναι πολύπλοκα με βάση τους υπολογισμούς μεταδοτικότητας (R0) και την επίδραση των επιμέρους μέτρων. Θα πρέπει σε αυτή τη βάση οι πολίτες να εμπιστευτούν κατά κάποιο τρόπο “τυφλά” τους επιστήμονες» κατέληξε.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η γεννητική έρευνα έρχεται να προστεθεί στις εν εξελίξει προσπάθειες μίας άλλης Ελληνικής επιστημονικής ομάδας, η οποία πραγματοποιεί κλινικές δοκιμές, με χρήση της ουσίας κολχικίνης, για την εξεύρεση του κατάλληλου φαρμάκου έναντι της πανδημίας.