Εντύπωση προκαλεί η τεράστια απόκλιση των θέσεων των κυβερνητικών στελεχών αναφορικά με το τι θα είχε συμβεί στην Ελλάδα αν δεν είχαν ληφθεί τα μέτρα κατάργησης των προσωπικών ελευθεριών και επιβολής απαγορεύσεων ανάλογων με αυτών που είχαν επιβληθεί, ή και ακόμα πιο σκληρών, από το κομμουνιστικό κόμμα στην Κίνα.
Έτσι έχουμε τον μεν καθηγητή Ηλία Μόσιαλο ο οποίος έχει διοριστεί από την κυβέρνηση να εκπροσωπεί την Ελλάδα διεθνώς, να μιλάει για 12-15.000 νεκρούς αν δεν είχαν ληφθεί τα μέτρα, όταν ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας Σωτήρης Τσιόδρας στις 31 Μαρτίου, εννέα ημέρες μετά την έναρξη των απαγορεύσεων κυκλοφορίας (στις 22 Μαρτίου ξεκίνησαν), έλεγε ότι θα μπορούσαν να φτάσουν τους 150 νεκρούς την ημέρα αν δεν είχαν ληφθεί τα μέτρα.
Που σημαίνει ότι ακόμα και σταθερός να ήταν, που είναι αδύνατον αλλά έστω να ήταν σταθερός, ο αριθμός των νεκρών μέχρι σήμερα, θα είχαμε 7.000 νεκρούς.
Πως συμβιβάζεται η εκτίμηση των 12.000 νεκρών με εκείνη των 7.000 νεκρών; Μήπως απλά ο καθένας λέει ότι θέλει για να τρομοκρατήσει τους πολίτες σε μια δεδομένη χρονική συγκυρία για να περάσει μέτρα περιορισμού των ατομικών ελευθεριών και να τους «εκπαιδεύσει» να το δέχονται;
Ας δούμε όλη την δήλωση του Ηλία Μόσιαλου:
«Για να αναπτύξουν ανοσία τα 2/3 του πληθυσμού θα πρέπει να εκτεθούν στη νόσο πάνω από 6 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ελλάδα. Πολλοί επιστήμονες ισχυρίζονται πως η θνητότητα κυμαίνεται μεταξύ 0,5 – 1%, αλλά ας αξιολογήσουμε για χάρη της συζήτησης το σενάριο που η θνητότητα είναι μόνο 0,2 – 0,25%, και πως αυτοί που θα εκτεθούν θα είναι οι νεότεροι.
Ας θεωρήσουμε και πως η πλειοψηφία αυτών θα είναι νέοι άνθρωποι χωρίς σημαντικά προβλήματα υγείας (παρότι πολλοί μπορεί να έχουν κάποιο πρόβλημα υγείας και μην το γνωρίζουν). Στην περίπτωση αυτή ο αριθμός των θανάτων θα ήταν μεταξύ 12.000 και 15,000. 12.000-15000 συμπολίτες μας δηλαδή θα πέθαιναν.»
Και ιδού η δήλωση Σωτήρη Τσιόδρα στις 31 Μαρτίου:
«Να τηρηθεί το μήνυμα αυτό που είπα και που επαναλαμβάνω πολλές φορές. Θεωρητικά όλοι μας είναι δυνατόν να έχουμε τη νόσο. Δεν μας ενδιαφέρει τόσο το ότι έχουμε τη νόσο, γιατί έχουμε πει ότι οι περισσότεροι θα το περάσουν ελαφρά. Αλλά θα υπάρξουν και μερικοί νέοι που θα το περάσουν σοβαρά, δεν υπάρχει ανοσία. Αλλά μας ενδιαφέρει να μην μεταδώσουμε τη νόσο. Και μας ενδιαφέρει να μην μεταδώσουμε τη νόσο σε μικρό χρονικό διάστημα».
«Αυτό το peak, αυτή η έξαρση με τους 700 και 800 και 900 και τους 1000 θανάτους την ημέρα που βλέπουμε στην Ιταλία. Στην πατρίδα μας θα ήταν 150 οι θάνατοι και όχι 6 ή 7 σήμερα.»
Ποιον όμως να πιστέψουμε; Ποιος λέει την αλήθεια;
Φυσικά δεν θα είχαμε ούτε 7.000 νεκρούς γιατί αποκλείεται να κρατιόνταν σταθερός ο αριθμός των 150 νεκρών κάθε ημέρα αλλά εμείς μετράμε το χειρότερο σενάριο.
Από αυτό και μόνο οι 2 βασικοί πυλώνες της κυβερνητικής πολιτικής κατά της πανδημίας (Ο Ηλίας Μόσιαλος ορίστηκε εκπρόσωπος της Ελλάδας από τον πρωθυπουργό στους διεθνείς οργανισμούς για θέματα κορωνοιού και ο Σωτήρης Τσιόδρας είναι ορισμένος από το υπουργείο Υγείας και άρα από την κυβέρνηση εκπρόσωπος για θέματα κορωνοιού) αποδομούνται.
Ποιος λέει αλήθεια και ποιος λέει ψέματα καθώς και οι δύο να λένε αλήθεια αποκλείεται λόγω λογικού παράδοξου.
Αλλά ακόμα και η εκτίμηση του Τσιόδρα είναι εξωφρενικά εξωπραγματική και δεν βασιζόταν σε κανένα πραγματικό δεδομένο. Ακόμα και το Βέλγιο από τις χώρες με ίσο πληθυσμό με την Ελλάδα, με άθλιο κλίμα με το ζόρι περάσαν τις 8.000 όπου 10 εκατομμύρια άνθρωποι από όλες τις φυλές του πλανήτη συνωθούνται σε μια έκταση όση η Πελοπόννησος.
Με πολύ υψηλή υγρασία τον καλύτερο «φίλο» του κορωνοϊού.
Η Σουηδία με λίγο λιγότερο πληθυσμό από την Ελλάδα με ελάχιστα μέτρα, όπου ο βασικός περιορισμός ήταν η απαγόρευση συνάθροισης άνω των 50 ατόμων και βέβαια με όλα τα αρνητικά του βόρειου κλίματος, έχει μόλις 2.600 νεκρούς.
Η ουσία είναι ότι η Ελλάδα σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να γίνει Ιταλία ή έστω Βέλγιο για λόγους που τους έχουμε αναφέρει και θα τους αναλύσουμε σε μεθύστερο σημείωμα:
Ο συνολικά εμβολιασμένος πληθυσμός σε φυματίωση ο οποίος αποδεικνύεται σωτήριος (όλα τα πρώην κομμουνιστικά κράτη η Ελλάδα και η Πορτογαλία που είχαν υποχρεωτικό εμβολιασμό κατά της φυματίωσης έμειναν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα).
Χαρακτηριστικό είναι ότι οι ανατολικές περιοχές της Γερμανίας όπου είχαν εμβολιαστεί ελάχιστα «κατάλαβαν» την πανδημία όπως επίσης και το Ισραήλ του οποίου ο πληθυσμός έρχεται από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες μετά το ’90 και ήταν και αυτοί υποχρεωτικά εμβολιασμένοι στην φυματίωση.
Συν βέβαια τον θαυμάσιο καιρό κάτι που το είχε και η Ελλάδα, δηλαδή η χαμηλή υγρασία και η υψηλή θερμοκρασία.