Αν έχετε αναρωτηθεί σχετικά με το αν και πότε πρέπει να φάτε κάτι, όταν θέλετε να κάνετε γυμναστική, για να χάσετε περισσότερο λίπος, τότε μια ομάδα ερευνητών από το πανεπιστήμιο του Bath στην Αγγλία, σας έχει την απάντηση.
Προχώρησε σε μια μελέτη που εξέτασε την επίδραση της κατανάλωσης τροφής στην γονιδιακή λειτουργία στον λιπώδη ιστό (λίπος). Δηλαδή οι επιστήμονες εξέτασαν τους διαφορετικούς ρόλους του λίπους στην άσκηση.
Πώς έγινε η έρευνα
Οι ερευνητές εξέτασαν τις περιπτώσεις μιας ομάδας παχύσαρκων ανδρών. Με άδειο στομάχι, περπάτησαν για μία ώρα με μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου στο 60%. Σε ένα άλλο πείραμα, περπάτησαν για περίπου δυο ώρες μετά από πρωινό γεύμα που ήταν υψηλό σε θερμίδες και πλούσιο σε υδατάνθρακες.
Οι επιστήμονες εξέτασαν πολλαπλά δείγματα αίματος από τους συμμετέχοντες, τα οποία ελήφθησαν ακριβώς πριν ή μετά το γεύμα, καθώς και πριν και μετά την άσκηση. Η γονιδιακή έκφραση στον λιπώδη ιστό διέφερε σημαντικά στις δύο δοκιμές, σύμφωνα με την σχετική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό American Journal of Physiology – Endocrinology and Metabolism.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η έκφραση των γονιδίων PDK4 και HSL κορυφωνόταν όταν οι άνδρες ασκούνταν με άδειο στομάχι, αλλά έπεφταν κατακόρυφα, όταν οι συμμετέχοντες έτρωγαν κάτι προτού περπατήσουν.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, όταν το γονίδιο PDK4 ανεβαίνει, το αποθηκευμένο λίπος είναι εκείνο που τροφοδοτεί τον μεταβολισμό κατά τη διάρκεια της άσκησης και όχι οι υδατάνθρακες που είχαν καταναλωθεί. Με την σειρά του το γονίδιο HSL αυξάνεται όταν ο λιπώδης ιστός αποθηκεύει ενέργεια, προκειμένου να ανατροφοδοτήσει κάποια δραστηριότητα ή άσκηση.
Συμπέρασμα
Οι ερευνητές εξήγαγαν το συμπέρασμα ότι «ο λιπώδης ιστός συχνά αντιμετωπίζει ανταγωνιστικές προκλήσεις». Μετά από ένα γεύμα, ο λιπώδης ιστός ενός ατόμου που ασκείται περπατώντας τείνει να αντιδράει στην άσκηση και δεν διεγείρεται, ούτε και επιτρέπει ευνοϊκές αλλαγές στον λιπώδη ιστό.
Ως εκ τούτου, εάν ένα άτομο ασκείται, χωρίς να έχει φάει τίποτα προηγουμένως, θα μπορούσε να επιφέρει αλλαγές στο λιπώδη ιστό που είναι πιο ευνοϊκές.
Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει την υγεία ενός ατόμου, σε μακροπρόθεσμη βάση. Ωστόσο, η απόκριση αυτή ποικίλει ανάλογα με τα διαφορετικά «μοντέλα» σώματος.