Μια κοινή φλογοεπιβραδυντική ουσία που χρησιμοποιείται για την κατασκευή επίπλων και αυτοκινήτων συνδέεται με διαταραχές στη λειτουργία του θυρεοειδούς.
Τα ευρήματα που δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Environmental Health υποδεικνύουν ότι οι γυναίκες που έχουν στον οργανισμό τους αυξημένα επίπεδα ορισμένων χημικών ουσιών πιθανώς διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εκδηλώσουν διαταραχές του θυρεοειδούς.
Ο κίνδυνος εκτιμάται πως είναι ακόμη μεγαλύτερος για τις γυναίκες που έχουν περάσει το στάδιο της εμμηνόπαυσης.
Οι ερευνητές του Χάρβαρντ εξέτασαν για πρώτη φορά τη σχέση ανάμεσα στους πολυβρωμιωμένους διφαινυλαιθέρες (PBDEs) και τις παθήσεις του θυρεοειδούς (υπερθυρεοειδισμός, υποθυρεοειδισμός, βρογχοκήλη και θυρεοειδίτιδα Hashimoto).
Οι πολυβρωμιωμένοι διφαινυλαιθέρες χρησιμοποιούνται εδώ και χρόνια ως φλογοεπιβραδυντικά, κυρίως στην κατασκευή επίπλων, όπου και η ποσότητά τους φτάνει μέχρι και το 20% του βάρους του προϊόντος. Με την πάροδο του χρόνου, «διαρρέουν» στον αέρα, συσσωρεύονται στην οικιακή σκόνη και εισέρχονται στον ανθρώπινο οργανισμό.
Παλαιότερες μελέτες έχουν δείξει ότι τα χημικά αυτά εγκαθίστανται στους λιπώδεις ιστούς και ενδέχεται να απορρυθμίζουν διάφορες ορμονικές λειτουργίες.
Στο πλαίσιο της νέας μελέτης, οι ερευνητές εξέτασαν τις πιθανές επιδράσεις των PBDEs στο θυρεοειδή σε δείγμα ανδρών και γυναικών.
Τα στοιχεία υπέδειξαν ότι, σε γενικές γραμμές, οι δείκτες διαταραχών του θυρεοειδούς ήταν πενταπλάσιοι μεταξύ των γυναικών έναντι των ανδρών (ποσοστό 13-16% και 2-3% αντίστοιχα).
Οι γυναίκες με τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις PBDEs στο αίμα τους ήταν πιο πιθανό να εκδηλώσουν πρόβλημα στο θυρεοειδή σε σύγκριση με γυναίκες που είχαν χαμηλές συγκεντρώσεις των χημικών.
Μάλιστα, η αρνητική επίδραση ήταν διπλάσια στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Είναι γνωστό πως τα οιστρογόνα ελέγχουν τις θυρεοειδικές ορμόνες, οπότε οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση ενδέχεται να είναι πιο ευαίσθητες στην επίδραση των PBDEs, αφού πλέον δεν παράγουν οιστρογόνα με εντατικό ρυθμό.