Η πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου περιλαμβάνει την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής, όπως η άσκηση και η αποχή από το κάπνισμα, καθώς και τον τακτικό ιατρικό έλεγχο, όπως η κολονοσκόπηση.
Ποιες είναι, όμως, οι πραγματικές επιπτώσεις της διατροφής και της φαρμακευτικής αγωγής; Μια πρόσφατη επανεξέταση 80 στατιστικών αναλύσεων των τελευταίων 40 χρόνων διερεύνησε αυτό το ερώτημα και τα ευρήματά της δημοσιεύθηκαν στο Gut.
Συνολικά, τα αποτελέσματα δεν ανέδειξαν ένα συγκεκριμένο φάρμακο, τρόφιμο ή συμπλήρωμα διατροφής ανάμεσα στον όγκο των στοιχείων που να έπαιξε σημαντικό ρόλο. Παρόλα αυτά, κάποιες από τις μελέτες που επανεξετάστηκαν έδειξαν πράγματι μια σύνδεση ανάμεσα στον χαμηλότερο κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου και τη χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (NSAID) –όπως η ασπιρίνη, η ιβουπροφαίνη και η ναπροξένη- και τη μεγαλύτερη κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και φυτικών ινών. Σημειώνεται, πάντως, ότι άλλες μελέτες δεν παρουσίασαν κάποια τέτοια σύνδεση.
Τα ευρήματα δεν παρέχουν σαφείς πληροφορίες σχετικά με τη δοσολογία και τη διάρκεια λήψης των συμπληρωμάτων και των τροφίμων ή αν κάποιο ήταν αποτελεσματικότερο έναντι άλλων. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι τα NSAID αποτρέπουν τον καρκίνο παχέος εντέρου στον γενικό πληθυσμό. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει οι άνθρωποι να λαμβάνουν τέτοιου είδους φάρμακα για την πρόληψη του καρκίνου, αν δεν υπάρχει σχετική σύσταση από τον γιατρό τους.
Πάντως, η εφαρμογή κάποιων διατροφικών προσαρμογών, όπως η προσθήκη περισσότερων φρούτων, λαχανικών και φυτικών ινών, φαίνεται λογική, αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι προσφέρουν και άλλα οφέλη στην υγεία.