Το σεξ κατά κύριο λόγο προσφέρει ευφορία στους συμμετέχοντες, όμως υπάρχουν και περιπτώσεις που μπορεί να αισθανθείτε ενοχλήσεις στο στομάχι και αίσθημα ναυτίας.
«Δεν είναι ποτέ φυσιολογικό να αισθάνεστε ναυτία μετά το σεξ» δηλώνει η Lauren Streicher, γυναικολόγος και διευθύντρια του Κέντρου Σεξουαλικής Ιατρικής και Εμμηνόπαυσης του Πανεπιστημίου Northwestern. Εάν συμβαίνει, οφείλεται σε έναν από τους παρακάτω λόγους.
Ζήτημα τράχηλου
Ο πρώτος σχετίζεται με τον τράχηλο, τον ινομυώδη σωλήνα, που φέρνει σε επικοινωνία το σώμα της μήτρας με τον κόλπο. «Η διέγερση του τραχήλου κατά τη διάρκεια του σεξ, μπορεί να προκαλέσει αγγειοπνευμονογαστρικές αντιδράσεις και πτώση της αρτηριακής πίεσης και των παλμών της καρδιάς» εξηγεί η Δρ Streicher. Αυτό μπορεί να προκαλέσει ναυτία ή ακόμη και λιποθυμία. Ο τράχηλος αλλάζει κατά τη διάρκεια του κύκλου, μαλακώνει και κατεβαίνει χαμηλότερα κατά τη διάρκεια της περιόδου, γεγονός που τον καθιστά πιο ευαίσθητο κατά τη διείσδυση.
Υποκείμενο πρόβλημα
Είναι επίσης πιθανό να αισθάνεστε ναυτία αν το σεξ είναι επώδυνο, κάτι που μπορεί να οφείλεται σε υποκείμενο πρόβλημα υγείας. «Οι γυναίκες με ενδομητρίωση και φλεγμονώδη νόσο της πυέλου μπορεί να νιώθουν πόνο στο σεξ», δηλώνει η Δρ Streicher. Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν λοίμωξη του κόλπου ή του τραχήλου και ινομυώματα. Γενικώς, αν νιώθετε πόνο στο σεξ, πρέπει να συμβουλευτείτε ειδικό.
Και ψυχολογικά αίτια
Σπανιότερα, η ναυτία είναι σύμπτωμα μιας ψυχολογικής κατάστασης που είναι γνωστή ως σεξουαλική αποστροφή. Η σεξουαλική αποστροφή είναι μια ψυχική κατάσταση της γυναίκας όπου εκφράζει την απέχθειά της για σεξουαλική επαφή αλλά και την αποφυγή μιας απλής επαφής ακόμη και με τα γεννητικά της όργανα. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου και μόνο η σκέψη για σεξουαλική συνεύρεση μπορεί να προκαλέσει άγχος και δυσφορία.
«Δεν γνωρίζουμε πόσο συχνά συμβαίνει στις γυναίκες, γνωρίζουμε όμως ότι μπορεί να οφείλεται σε σεξουαλικό τραύμα ή το αυστηρό θρησκευτικό περιβάλλον, όπου το σεξ θεωρείται κάτι κακό», εξηγεί η Δρ Streicher. Σε αυτή την περίπτωση, η γυναίκα πρέπει να ακολουθήσει γνωσιακή – συμπεριφοριστική θεραπεία προκειμένου να καταλάβει ποιες σκέψεις, συμπεριφορές και συναισθήματα διατηρούν και ενισχύουν το πρόβλημα και με ποιο τρόπο θα απεγκλωβιστεί από αυτό ή να λάβει αγχολυτική αγωγή.