Ήταν 6 Οκτωβρίου του 2020 όταν ο πρόεδρος Ν.Τραμπ δήλωνε ότι η απειλή του κορωνοϊού, συγκρίνεται με τη γρίπη, λέγοντας ότι «πολλοί άνθρωποι κάθε χρόνο, μερικές φορές πάνω από 100.000, και παρά το εμβόλιο, πεθαίνουν από τη γρίπη» και ισχυρίστηκε ψευδώς ότι ο κορωνοϊός είναι «στους περισσότερους πληθυσμούς πολύ λιγότερο θανατηφόρος!» και το αποτέλεσμα ήταν το Facebook να διαγράφει την ανάρτησή τους ωσάν να ήταν κάποιος επιστημονικός φορέας και να γνωρίζει αν είναι σωστό ή λάθος.
Τώρα όμως έρχεται νέα έρευνα που μάλιστα δημοσιεύθηκε στο πιο έγκυρο περιοδικό που αναφέρει ότι ο κορωνοϊός θα μεταβληθεί ή σε εποχική γρίπη ή κοινό κρυολόγημα ενώ πιθανόν να μην χρειάζεται και εμβόλιο.
«Θα κλείσουμε τη χώρα μας;» ήταν η… ρητορική ερώτηση τουτ Τραμπ σε ένα tweet την εκείνη την περίοδο. «Όχι, έχουμε μάθει να ζούμε μαζί της (με τη γρίπη), όπως ακριβώς μαθαίνουμε να ζούμε με τον Covid, στους περισσότερους πληθυσμούς πολύ λιγότερο θανατηφόρος!!!»
Έτσι δύο διαφορετικές εκδοχές, που δείχνουν την από δω και πέρα πορεία του κορωνοϊού στον πλανήτη έδωσαν στη δημοσιότητα επιστήμονες από τις ΗΠΑ, οι οποίοι μελέτησαν μέσω μαθηματικών μοντέλων την πιθανή εξέλιξη του μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Στα δύο αυτά σενάρια που βλέπουν οι αμερικανοί επιστήμονες στη μελέτη τους, τα συμπεράσματα των οποίων δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Viruses η ερευνητική ομάδα τα δημιούργησε με μαθηματικά μοντέλα χρησιμοποιώντας στοιχεία που σχετίζονται με την ανθρώπινη ανοσοαπόκριση στον ιό SARS-CoV-2.
Πρώτο σενάριο: Μπορεί να εξελιχθεί ήπια, σαν ένα κοινό κρυολόγημα
Στο πρώτο σενάριο, ο ιός SARS-CoV-2 και η Covid-19 θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μία ακόμη εποχική νόσο, όπως είναι ο ιός του απλού κρυολογήματος. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι το πρώτο κύμα της πανδημίας ήταν το πιο σοβαρό, καθώς η ανθρωπότητα βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν νέο ιό, στον οποίο δεν είχε ακόμη εκτεθεί. Στην πορεία, όμως, μεσολάβησε το δεύτερο και τρίο πανδημικό κύμα, κατά τη διάρκεια των οποίων πολλοί άνθρωποι εκτέθηκαν στον ιό μέσω προηγούμενης μόλυνσης, ή πλέον και μέσω του εμβολιασμού.
Έτσι εικάζουν πλέον ότι οι πληθυσμοί θα καταφέρουν να διατηρήσουν κάποιο βαθμό ανοσίας, που θα τους προστατεύει από τη σοβαρή COVID-19, ενώ παράλληλα θα περιορίζει και την απόρριψη ιογενών σωματιδίων, που μολύνουν άλλους.
Οι εμβολιασμοί και η έκθεση των ανθρώπων σε λιγότερα ιικά σωματίδια θα σημάνει αυτόματα και ηπιότερη λοίμωξη. “’Όλο και περισσότεροι άνθρωποι εκτίθενται – τόσο στον ίδιο τον ιό, όσο και στα εμβόλια – κι έτσι το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα προσαρμόζεται, ενώ η σοβαρότητα της νόσου COVID-19 μπορεί να μειωθεί”, δήλωσε ο Fred Adler, καθηγητής Μαθηματικών και Βιολογικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γιούτα, στο Salt Lake City και επικεφαλής ερευνητής της μελέτης.
Συνεπώς, εμβολιασμένοι και άνθρωποι που έχουν νοσήσει και ξεπεράσει την Covid-19 ακόμη και στην περίπτωση μόλυνσης και επαναμόλυνσης θα εμφανίζουν μικρότερη μεταδοτικότητα, καθώς όταν τα άτομα έχουν ήπια λοίμωξη διασπείρουν λιγότερα μολυσματικά σωματίδια στους άλλους. “Αυτό με δύο λόγια σημαίνει πως οι ήπιες περιπτώσεις, μπορούν να προκαλέσουν μόνο ήπια νέα περιστατικά και όχι σοβαρά”, δήλωσε ο Adler.
Το παράδειγμα της “ρωσικής γρίπης” που κατέληξε σε απλό κρυολόγημα
Δεν είναι η πρώτη φορά, που μαθηματικά μοντέλα διαβλέπουν την ένταξη του SARS-CoV-2 στους καταλόγους των ιών που προκαλούν συμπτώματα, όχι σοβαρότερα από αυτά του κοινού κρυολογήματος.
Τα συμπεράσματα στηρίζονται μεταξύ άλλων και σε στοιχεία από παλιότερες πανδημίες, αλλά και στη διαπίστωση ότι πολλοί από τους υπόλοιπους κορωνοϊούς δεν προκαλούν συμπτώματα βαρύτερα από του απλού κρυολογήματος, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις δεν υπάρχουν καθόλου συμπτώματα. Έτσι μέσω γενετικών αναλύσεων, διαπίστωσαν ότι ένας από τους παλαιότερους κορωνοϊούς, ο OC43, πέρασε στον άνθρωπο από τα βοοειδή κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1880.
Ήταν η πανδημία που είχε ονομαστεί “ρωσική γρίπη”.
“Η «ρωσική γρίπη» έπληξε τον πλανήτη από το 1889 και μετά και οδήγησε στον θάνατο περίπου 1 εκατομμύριο ανθρώπους. Όπως υποδηλώνει και το όνομά της, η συγκεκριμένη ασθένεια θεωρήθηκε ότι ήταν ένα ακόμη είδος γρίπης. Σήμερα πλέον ξέρουμε από τα στοιχεία ότι στην πραγματικότητα μπορεί να προκλήθηκε από τον κορονοϊό ΟC43 και στη συνέχεια κατέληξε να είναι μια ακόμη εποχική ενόχληση», σημειώνουν οι ερευνητές.
Συμπερασματικά οι ερευνητές κατέληξαν μέσω των μαθηματικών μοντέλων, πως οι δύο παράγοντες (αναρρώσαντες και εμβολιασμένοι) θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν τη λοιμοτοξικότητα του SARS-CoV-2, σε τόσο μεγάλο βαθμό που να καταστεί απλώς ένας συνηθισμένος και ακίνδυνος κορωνοϊός μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. «Η ελπίδα», είπε ο Adler, «είναι ότι δεν θα χρειάζεται πλέον εμβόλιο».
Η δεύτερη εκδοχή: «Εποχική γρίπη»
Το δεύτερο σενάριο προκύπτει από τον Jeffrey Shaman, καθηγητή Επιστημών Περιβαλλοντικής Υγείας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Columbia Mailman στη Νέα Υόρκη, ο οποίος εξέτασε τα ευρήματα. Σύμφωνα με τον καθηγητή, αντί να γίνει απλώς ένας άλλος “άκακος” κορωνοϊός, ο SARS-CoV-2 θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κάτι που προσομοιάζει στην εποχική γρίπη: σχετικά ήπια στους περισσότερους ανθρώπους, αλλά αιτία νοσηλείας και θανάτων μεταξύ των ηλικιωμένων και εκείνων με υποκείμενα νοσήματα.
«Ένα σημαντικό στατιστικό στοιχείο για παρακολούθηση της πορείας του SARS-CoV-2 θα είναι το ποσοστό των θανάτων από COVID», σημείωσε ο Shaman. Για να υποστηριχθεί το σενάριο αυτό, υπάρχουν ακόμη πολλά άγνωστα στοιχεία στους επιστήμονες, που όμως, είναι καθοριστικά. Δεν γνωρίζουν ακόμη, για παράδειγμα, πόση διάρκεια έχει η προστασία από τους εμβολιασμούς, αλλά και από προηγούμενη λοίμωξη. Στην εξίσωση, επίσης, προστίθενται και οι νέες και πιο μεταδοτικές εκδοχές του κορωνοϊού που έχουν εμφανιστεί.
Οι ερευνητές εκτιμούν, επίσης, ότι δεν αλλάζουν μόνο οι ιοί, αλλά και το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο μαθαίνει να προσαρμόζεται. Από το παράδειγμα των ρινοϊών, ωστόσο, που μεταλλάσονται συνεχώς έχουν διαπιστώσει πως παρά την εξέλιξή τους προκαλούν κυρίως μόνο ρινική καταρροή και βήχα.
«Αυτό που θα είναι βασικό για οποιεσδήποτε παραλλαγές του SARS-CoV-2, είναι αν θα είναι αρκετά διαφορετικές, ώστε να ξεγελάσουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα», καταλήγουν οι ερευνητές.