O πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης χρησιμοποιεί ως δικαιολογία ένα ενδεχόμενο τέταρτο κύμα κορωνοϊού και προσπαθεί μαζί με την κυβέρνησή του να υποχρεώσει τους πολίτες να σπεύσουν μαζικά στα εμβολιαστικά κέντρα και εμβολιαστούν.
Μάλιστα πολλά κυβερνητικά στελέχη εδώ και αρκετές εβδομάδες άφηναν ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν «προνόμια» για τους εμβολιασμένους και κυρώσεις για τους μη εμβολιασμένους.
Τελικά ο πρωθυπουργός επιβεβαίωσε την Τρίτη πως η κυβέρνηση τους εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο θεσμοθέτησης τιμωρητικών μέτρων κατά των ανεμβολίαστων πολιτών.
Εκστρατεία εκφοβισμού
Ο κ. Μητσοτάκης δεν δίστασε να πει πως «κανείς δεν μπορεί να απαγορέψει το φθινόπωρο στους εστιάτορες να αρνούνται την είσοδο στα μαγαζιά τους σε ανεμβολίαστους», μιλώντας με τον πιο ωμό τρόπο για πολίτες δύο κατηγοριών.
Μία ημέρα αργότερα, μάλιστα και παρά τον ξεσηκωμό των εργαζομένων κατά του εργασιακού νομοσχεδίου Χατζηδάκη, ο Άδωνις Γεωργιάδης πρόσθεσε ότι ένας επιχειρηματίας μπορεί να απολύσει ανεμβολίαστο εργαζόμενο!
Όμως, η πολιτική του «μαστιγίου», με στόχο τον μαζικό εμβολιασμό, είναι υποκριτική και ανεφάρμοστη. Υποκριτική διότι οι ποσότητες των εμβολίων δεν αρκούν και δεύτερον, διότι η θεσμοθέτηση της υποχρεωτικότητας προσκρούει πάνω σε συνταγματικά κωλύματα.
Ο κ. Μητσοτάκης επιλέγει να ανοίξει ένα ζήτημα άκρως διχαστικό για την κοινωνία, επιχειρώντας να συσπειρώσει το δικό του εκλογικό ακροατήριο, ποντάροντας ακόμα μία φορά στο αφήγημα των ανεύθυνων πολιτών, που είτε δεν τηρούν τα μέτρα αυτοπροστασίας είτε δεν προσέρχονται να εμβολιαστούν.
Είναι δυνατόν, όμως, η Πολιτεία να επιβάλει την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού; Προσκρούει το ζήτημα της υποχρεωτικότητας πάνω σε θεμελιώδη δικαιώματα;
Η «κυριακάτικη δημοκρατία» απευθύνθηκε σε τέσσερις επιστήμονες της Υγείας, οι οποίοι καταθέτουν την άποψή τους.
Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η συζήτηση περί υποχρεωτικότητας και «προνομίων» είτε θα αποτελέσει ένα κυβερνητικό πυροτέχνημα, είτε μια προσπάθεια του κράτους να παρέμβει ευθέως σε ζητήματα ελευθερίας του ατόμου.
Γίνεται σαφές πως η κυβέρνηση, επειδή έχει χάσει το τρένο του εμβολιασμού, επενδύει σε αυτό του διχασμού.
Γρηγόρης Γεροτζιάφας: Παραβίαση της ισονομίας τα «προνόμια»
«Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας απαιτεί την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας.
Η επίτευξη του επιθυμητού επιπέδου ανοσίας επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων είναι η ταχύτητα και η μαζικότητα του εμβολιασμού, δηλαδή από τη διαθεσιμότητα των εμβολίων και την ενεργό συμμετοχή των πολιτών. Οι κλινικές μελέτες και οι αναλύσεις των δεδομένων που προκύπτουν δείχνουν ότι ο εμβολιασμός προκαλεί σημαντική μείωση του κινδύνου σοβαρού Covid-19 και κυρίως της θνητότητας. Άρα, η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού είναι εκδήλωση κοινωνικής αλληλεγγύης, η οποία είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση των πανδημιών. Να σημειώσουμε ότι τα εμβόλια έναντι του SARS-CoV-2 είναι ασφαλή.
Συνεπώς, η υποχρεωτικότητα δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του πληθυσμού. Μην ξεχνάμε ότι όλα τα συστήματα δημόσιας υγείας από τη δεκαετία του ’50, οπότε άρχισαν συστηματικά οι μαζικοί εμβολισμοί, βασίστηκαν στην υποχρεωτικότητα. Οταν κάναμε υποχρεωτικούς εμβολιασμούς κατά της ιλαράς, είχαμε περισσότερες απορίες για την ασφάλεια των εμβολίων απ’ ό,τι τώρα. Τέλος, ακόμη και το σπάνιο σύνδρομο θρόμβωσης που σχετίζεται με τα εμβόλια γνωρίζουμε να το διαγιγνώσκουμε έγκαιρα και να το θεραπεύουμε, και είναι ευθύνη του κράτους να εξασφαλίσει την εκπαίδευση των γιατρών.
Ωστόσο, η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού δεν μπορεί να συνδυάζεται με τιμωρητικά μέτρα. Η επίτευξη του ποσοστού που χρειαζόμαστε για την ανοσία μπορεί να έρθει μέσα από την ενημέρωση των πολιτών. Οχι με απειλές. Ο εμβολιασμός δεν είναι ατομική ευθύνη, αλλά μέλημα του κράτους, όπως είναι και η επάρκεια στα διαθέσιμα εμβόλια. Δεδομένης της έλλειψης εμβολίων στην Ε.Ε., η εγκαθίδρυση προνομίων για τους εμβολιασμένους οδηγεί σε παραβίαση της ισονομίας.
Τέλος, γνωρίζοντας ότι τα εμβόλια δεν είναι πανάκεια, πρέπει να έχουμε συνείδηση ότι η αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας απαιτεί την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας».
Κωνσταντίνος Φαρσαλινός: Καταπατά βιοηθικές αρχές και διεθνείς συμβάσεις
«Ούτε για τους υγειονομικούς έχει θέση η υποχρεωτικότητα. Ο εμβολιασμός είναι ατομική και ελεύθερη απόφαση.
Η συζήτηση για την επιβολή έμμεσης υποχρεωτικότητας εμβολιασμού στην πραγματικότητα δεν θέτει βιοηθικά διλήμματα, αλλά καταπατά βιοηθικές αρχές και διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πρόκειται για ξεκάθαρη παραβίαση των Αρχών της αυτονομίας και της δικαιοσύνης, διότι είναι ύψιστο δικαίωμα του ατόμου η ελεύθερη συναίνεση τόσο σε θεραπευτική όσο και σε προληπτική παρέμβαση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν συντρέχουν ούτε οι στοιχειώδεις προϋποθέσεις για την έναρξη τέτοιας συζήτησης.
Έμμεση υποχρεωτικότητα δεν μπορεί να υπάρξει για εμβόλια νέας τεχνολογίας με ανεπαρκή ακόμη δεδομένα ή για τον εμβολιασμό σε νέα και υγιή άτομα που έχουν αμφίβολο προσωπικό όφελος και ταυτόχρονα κίνδυνο (έστω και ελάχιστο) επιπλοκών. Επιπλέον, τα εμβόλια δεν αποτελούν το μοναδικό εργαλείο και δεν είναι απαραίτητη η καθολική τους εφαρμογή για τη διαχείριση του προβλήματος.
Είναι ακατανόητο το επιχείρημα της υποχρεωτικότητας για την προστασία των εμβολιασμένων, αφού ακυρώνει πλήρως τα επιστημονικά δεδομένα που αναφέρουν αποτελεσματικότητα 95%-100% στην πρόληψη σοβαρής νόσου αλλά και προστασία (όχι απόλυτη) από τη μόλυνση και μετάδοση του ιού για τα εμβόλια.
Όσο για τους υγειονομικούς, οφείλουν ενσυνείδητα να πράξουν το σωστό, όπως ενσυνείδητα θέτουν σε κίνδυνο την υγεία τους για να περιθάλψουν ασθενείς με λοιμώδη νοσήματα. Ούτε εκεί όμως έχει θέση η υποχρεωτικότητα. Ο εμβολιασμός είναι ατομική και ελεύθερη απόφαση, και το μόνο εργαλείο που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί είναι η πειθώ.
Ανεξαρτήτως αντικειμενικών, υποκειμενικών ή αυθαίρετων ερμηνειών περί νομιμότητας, υπάρχουν και οι έννοιες του δικαίου και του ηθικού. Οι απόπειρες έμμεσης υποχρεωτικότητας, «βαφτίζοντας» τα τιμωρητικά μέτρα ως «προνόμια», ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου για κατάργηση κάθε ατομικού δικαιώματος, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα το «κοινό καλό».
Απόστολος Βανταράκης: Κλονίζονται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα
«Ο εμβολιασμός υπόκειται απαραιτήτως στην εξασφάλιση ρητής και ελεύθερης συναίνεσης, κατόπιν ενημέρωσης.
Η παγκόσμια κοινότητα βιώνει μια πρωτόγνωρη κατάσταση εξαιτίας της πανδημίας. Τα επιβεβαιωμένα κρούσματα διεθνώς πλησιάζουν τα 174.061.995 με 3.758.560 θανάτους σε 220 χώρες που πλήττονται. Η Ε.Ε. βρίσκεται στο επίκεντρο της πανδημίας και όλα τα κράτη-μέλη πλήττονται καίρια στον κοινωνικό – πολιτικό – οικονομικό – εμπορικό, πολιτιστικό τομέα.
Απέναντι στις εθνικές πολιτικές, αναπόφευκτα προκύπτει το ερώτημα σχετικά με την επιβολή υποχρεωτικού εμβολιασμού από την Ε.Ε. ως μέτρο πρόληψης και καταστολής του κορωνοϊού.
Σύμφωνα με το διεθνές θεσμικό πλαίσιο για την υγεία, το δικαίωμα στην υγεία αποτελεί κατοχυρωμένο ανθρώπινο δικαίωμα, μέσα από πληθώρα νομοθετικών κειμένων. Σε περιφερειακό και διεθνές πλαίσιο, δεσμευτικό κείμενο για την προστασία ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον τομέα της βιοϊατρικής είναι η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική (Σύμβαση του Οβιέδο).
Προκύπτει η διαπίστωση ότι ο εμβολιασμός υπόκειται απαραιτήτως στην εξασφάλιση προηγούμενης ρητής και ελεύθερης συναίνεσης, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης για κάθε πτυχή της διαδικασίας, όπως τον σκοπό και τις πιθανές συνέπειες αυτής. Το κράτος οφείλει να σεβαστεί την ελευθερία του προσώπου ως προς το πεδίο της ιατρικής του περίθαλψης. Θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως της υγείας και της αξιοπρέπειας, κλονίζονται ενώ δοκιμάζεται και η πίστη στη λειτουργία και στον ρόλο των ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών.
Η κρίση μπορεί να σηματοδοτήσει μια νέα αρχή στην ιστορία και μια νέα ευκαιρία για περαιτέρω πρόοδο και περιφρούρηση διαχρονικών ιδεών και αξιών. Απαιτείται υπευθυνότητα και εγρήγορση τόσο εκ μέρους των θεσμών όσο και από κάθε άτομο ξεχωριστά. Η επιστημονικά τεκμηριωμένη ενημέρωση μπορεί να αποτελέσει οδηγό για την καταπολέμηση του κορωνοϊού».
Αθηνά Λινού: Πουθενά στην Ευρώπη δεν έχει εφαρμοστεί
«Η υποχρεωτικότητα δεν πρόκειται να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα.
Με βάση ευρωπαϊκό πρόγραμμα (Hproimmune), που αφορούσε τον εμβολιασμό και τις απόψεις 5.150 λειτουργών υγείας στην Ευρώπη, ολοκληρώθηκε το 2014 από το Ινστιτούτο Πρόληψη, χρηματοδοτήθηκε από την Ε.Ε και δημοσιεύτηκε το 2019, προκύπτει ότι τουλάχιστον το 20% των λειτουργών υγείας δεν πιστεύει στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού και λιγότερο του 50% των παρόχων υπηρεσιών υγείας (δημόσιων και ιδιωτικών) δεν το εφαρμόζει αυστηρά.
Το θέμα του εμβολιασμού σε άτομα εκτεθειμένα σε αυξημένο κίνδυνο λόγω του επαγγέλματός τους απασχολεί όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Οταν ερωτώνται υγειονομικοί και λειτουργοί υγείας, σε επίπεδο 80% απαντάνε ότι θα ήταν καλό να είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός για τους ίδιους. Ομως, στις περισσότερες χώρες, όταν το Δημόσιο ή ο ιδιωτικός τομέας απαιτεί πιστοποιητικό εμβολιασμού με όρους υποχρεωτικότητας, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των λειτουργών υγείας δεν προσκομίζει το πιστοποιητικό, γιατί πιθανώς δεν έχει κάνει το εμβόλιο.
Για τους λειτουργούς υγείας πουθενά στην Ευρώπη δεν έχει εφαρμοστεί αυστηρά η υποχρεωτικότητα στον εμβολιασμό. Ανάμεσα στους λειτουργούς υγείας, ένα μικρό ποσοστό -που κυμαίνεται ανάμεσα στο 15%-20%, πιστεύει πως είναι καλύτερο να αποκτήσουν φυσική ανοσία. Το ποσοστό ποικίλλει, με τα χαμηλότερα ποσοστά να βρίσκονται στις σκανδιναβικές χώρες και τα μεγαλύτερα να βρίσκονται σε χώρες όπως η Σλοβενία και η Λιθουανία.
Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να υπάρξει πολύ μεγάλη ενθάρρυνση, ενημέρωση και επικοινωνία για τον εμβολιασμό, όχι όμως υποχρεωτικότητα γιατί κάτι τέτοιο μέχρι στιγμής δεν έχει εφαρμοστεί στην Ευρώπη και δεν πρόκειται να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα».