Με άσκηση βίας, εκβιασμούς, τρομοκρατία και πολλά λάθη, έτσι διαχειρίζεται πλέον η κυβέρνηση την πανδημία και το πρόγραμμα εμβολιασμού, σύμφωνα με τον ιατρό Κωνσταντίνο Φαρσαλινό.
Ο Κωνσταντίνος Φαρσαλινός, ιατρός και συνεργάτης-ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών και στο Τμήμα Δημόσιας και Κοινοτικής Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και ένα από τα ιδρυτικά μέλη του ΔΙΔΕΑΔΥ (dideady.gr), μίλησε στο pronews.gr και αναφέρθηκε στο πρωτοφανές κλίμα βίας που επικρατεί με ευθύνη τόσο μέρους της επιστημονικής κοινότητας όσο και των αρχών.
«Ζούμε σε εποχές που για πολλούς ήταν αδιανόητο ότι θα βιώναμε τον 21ο αιώνα, εποχές άσκησης βίας, προσωπικής, επαγγελματικής, κοινωνικής και ψυχολογικής με πρόσχημα τη δημόσια υγεία», είπε αρχικά ο Κ. Φαρσαλινός, προσθέτοντας πως «η κοινωνία ασφυκτιά». Ενώ τόνισε με σκωπτικό ύφος ότι «στο όνομα της προστασίας της δημόσιας υγείας βάζουμε την κοινωνία σε γύψο; Αδιανόητο».
Όσον αφορά τα περί «προνομίων» ο Κ.Φαρσαλινός ήταν ξεκάθαρος «δεν υπάρχουν προνόμια, υπάρχει μόνο τιμωρία και εκβιασμός προς τους μη-εμβολιασμένους. Και συμβαίνει με ευθύνη τόσο μέρους της επιστημονικής κοινότητας όσο και των αρχών».
Ο ιατρός Κωνσταντίνος Φαρσαλινός, ο οποίος από την πρώτη στιγμή έχει εκφράσει την αντίθεση του για τα μέτρα κοινωνικού διαχωρισμού, αλλά και παλαιότερα για τα ακραία μέτρα περιορισμών και τα οριζόντια lockdown, τόνιζε πως αυτό το κλίμα βίας «προσβάλει την αξιοπρέπεια και την ηθική». Μια άσκηση βίας, η οποία σύμφωνα με τον Κ.Φαρσαλινό «δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με τη δημόσια υγεία».
«Από τα ακραία, καταστροφικά και εν τέλει αναποτελεσματικά οριζόντια μέτρα περιορισμών, μέχρι τη σημερινή απαράδεκτη, αναξιοπρεπή και εκβιαστική πίεση για τον εμβολιασμό, και το κλίμα τρομοκρατίας της κοινωνίας που θυμίζει έντονα την περσινή άνοιξη», είπε σχετικά με τη συνολική διαχείριση της πανδημίας από τον κυβέρνηση. Ενώ έκανε λόγο και για «γκετοποίηση και κοινωνικό αποκλεισμό».
Παράλληλα περιέγραψε το που πάει η κοινωνία, λέγοντας πως «συναίνεση δια της βίας, δημιουργώντας συνθήκες ώστε να μην μπορεί κάποιος να ζήσει στην καθημερινότητα του, δεν υπάρχει. Έχει χαθεί το μέτρο και το όριο σε αυτά που συζητούνται και προτείνονται δημόσια, και τίποτα από αυτά δεν έχουν να κάνουν με τη δημόσια υγεία και την προστασία της ανθρώπινης ζωής.».
Όσον αφορά το λεγόμενο τείχος ανοσίας και αν τελικά μπορεί αυτό να επιτευχθεί η άποψη του γιατρού είναι πως «αν κάποιος νομίζει πως θα εξαφανιστεί ο ιός, νομίζω ότι πολύ απλά αρνείται να αποδεχθεί την πραγματικότητα ότι ο ιός αναμένεται να γίνει ενδημικός», τονίζοντας την άποψη του πως ο κορωνοϊός στο μέλλον θα πρέπει να αντιμετωπιστεί όπως η γρίπη και οι άλλοι ιοί που προσβάλουν το αναπνευστικό. «Ήδη άρχισαν να το παραδέχονται δημόσια κάποιες χώρες», πρόσθεσε, αναφερόμενος στο παράδειγμα της Βρετανίας.
Υποστήριξε παράλληλα, για το τείχος ανοσίας και τα ποσοστά που ακούμε σε καθημερινή βάση, πως «Δεν υπάρχει άλλωστε ιστορικό προηγούμενο με εμβόλιο ή νόσο που δεν προσφέρουν μακροχρόνια ανοσία να οδήγησαν στην εξαφάνιση κάποιου λοιμογόνου παράγοντα που είχε τόσο ευρεία διασπορά», τονίζοντας πως «άλλωστε και οι ίδιοι οι CEO των εταιριών μιλάνε για 3η δόση και επαναλαμβανόμενους εμβολιασμούς».
Ουσιαστικά λοιπόν δεν θα εξαφανιστεί ο ιός, σύμφωνα με τον Κ. Φαρσαλινό, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με όσα λέει η κυβέρνηση και οι «ειδικοί» της κυβέρνησης, οι οποίοι ουσιαστικά ασκούν «βία» (όπως λέει ο Φαρσαλινός) προς τους πολίτες για να εμβολιαστούν, ώστε να κτιστεί το λεγόμενο τείχος ανοσίας.
Όσον αφορά τις μεταλλάξεις ο Κ.Φαρσαλινός είπε πως «συμπεριφερόμαστε σα να κυνηγάμε την ουρά μας, ένα κυνηγητό χωρίς τέλος».
Ο Κ. Φαρσαλινός στάθηκε και στα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού στους ηλικιωμένους, το οποίο χαρακτήρισε ως «αποτυχία», επαναλαμβάνοντας την άποψη του πως το κύμα βίας που υπάρχει και ο εκβιασμός έναντι των πολιτών δεν έχει καμία σχέση με δημόσια υγεία, αλλά και πως τα «προνόμια» δεν στοχεύουν τις ευπαθείς ομάδες, κάτι που είναι λάθος.
«Το κλίμα τρομοκρατίας για τη νόσο μετατράπηκε σε κλίμα τρομοκρατίας για το εμβόλιο. Υπεύθυνοι είναι εκείνοι που επένδυσαν και επενδύουν στην τρομοκρατία, το φόβο και την παραπληροφόρηση», τόνισε.
Τέλος αναφέρθηκε και στην φυσική ανοσία και στην πεποίθηση που υπάρχει πως όσοι έχουν νοσήσει πρέπει να εμβολιαστούν, λέγοντας πως είναι «πιο πιθανό να εμφανίσει νόσο COVID κάποιος που εμβολιάστηκε πριν από 6-7 μήνες, παρά να επανανοσήσει κάποιος που είχε COVID πριν από 6-7 μήνες».
Αναλυτικά όσα είπε στο pronews.gr ο Κωνσταντίνος Φαρσαλινός
Για τα «προνόμια» των εμβολιασμένων και το πρωτοφανές Απαρτχάιντ που ζούμε:
«Η στρατηγική για τον εμβολιασμό έχει παρεκτραπεί πλήρως. Δεν είμαι διατεθειμένος να υποκύπτω στον άτυπο «εκβιασμό» να καταθέτω κάθε φορά «πιστοποιητικό πεποιθήσεων και φρονημάτων» για τον εμβολιασμό. Έχω τοποθετηθεί επανειλημμένως για την ανάγκη του εμβολιασμού. Σήμερα όμως δεν μιλάμε για στρατηγική δημόσιας υγείας, δεν υπάρχουν προνόμια, υπάρχει μόνο τιμωρία και εκβιασμός προς τους μη-εμβολιασμένους. Και συμβαίνει με ευθύνη τόσο μέρους της επιστημονικής κοινότητας όσο και των αρχών. Εκβιασμός που στην πραγματικότητα αποτελεί πράξη βίας προς την κοινωνία με πρόσχημα τη δημόσια υγεία. Προσβάλει την αξιοπρέπεια, προσβάλει την ηθική, και είναι αδιανόητη η συμμετοχή, έστω και έμμεση, σε τέτοιες πρακτικές για όποιον σέβεται στοιχειωδώς τον εαυτό του και την κοινωνία.
Ζούμε σε εποχές που για πολλούς ήταν αδιανόητο ότι θα βιώναμε τον 21ο αιώνα, εποχές άσκησης βίας, προσωπικής, επαγγελματικής, κοινωνικής και ψυχολογικής με πρόσχημα τη δημόσια υγεία. Δεν μου έχει ξανασυμβεί να λαμβάνω μηνύματα από ανθρώπους που δεν γνωρίζω, μακροσκελή κείμενα χωρίς να ρωτούν τίποτα και χωρίς να ζητούν τίποτα, που απλά περιγράφουν τις συνθήκες ψυχολογικής πίεσης και απόγνωσης που βιώνουν σε ατομικό, οικογενειακό και κοινωνικό επίπεδο. Και αυτό αφορά το σύνολο της προσέγγισης για την πανδημία. Από τα ακραία, καταστροφικά και εν τέλει αναποτελεσματικά οριζόντια μέτρα περιορισμών, μέχρι τη σημερινή απαράδεκτη, αναξιοπρεπή και εκβιαστική πίεση για τον εμβολιασμό, και το κλίμα τρομοκρατίας της κοινωνίας που θυμίζει έντονα την περσινή άνοιξη. Η κοινωνία πλέον ασφυκτιά. Όλα αυτά με τι κίνητρο; Στο όνομα της προστασίας της δημόσιας υγείας βάζουμε την κοινωνία σε γύψο; Αδιανόητο.»
Μήπως όλο αυτό γίνεται εξαιτίας των 30 εκατ. εμβολίων που έχει πάρει η Ελλάδα, δηλαδή 3 δόσεις για όλους τους Έλληνες;
«Δεν το γνωρίζω, αλλά προσωπικά δεν το πιστεύω. Άλλωστε θυμάμαι ότι κάποτε είχαμε πάρει πολλά εμβόλια που δεν χρειαστήκαμε γιατί τελικά δεν είχαμε σοβαρή πανδημία, και τα επιστρέψαμε. Αναφέρομαι στη γρίπη του 2009.
Δεν νομίζω πως είναι αυτός ο λόγος, άλλωστε στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε μια σοβαρή πανδημία και πιθανώς θα τα χρειαστούμε. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε σήμερα ένα κλίμα που ξεπερνά την δική μου επιστημονική και κοινωνική αντίληψη. Είναι κάτι που προσβάλει την αξιοπρέπεια και την ηθική του καθενός. Και να σημειώσω, με προσβάλλει ως άνθρωπο πλήρως εμβολιασμένο, παρόλο που δεν με αγγίζει προσωπικά. Αλλά δεν μπορεί ο οποιοσδήποτε έχει στοιχειώδη αξιοπρέπεια να συμμετάσχει σε αυτή την άσκηση βίας. Θα το πω πολλές φορές, γιατί πλέον αυτό που συμβαίνει δεν είναι ούτε ενημέρωση, ούτε προσπάθεια να πεισθούν οι δύσπιστοι. Δεν είναι δημόσια υγεία. Έχει ξεπεράσει πλέον και τα όρια του εκβιασμού, είναι βία. Δεν μπορεί μια πολιτική δημόσιας υγείας να επιβάλλεται δια της βίας.»
Λένε ότι όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί είναι επικίνδυνοι για τους εμβολιασμένους, ισχύει κάτι τέτοιο;
«Όποιος δεν έχει εμβολιαστεί πρέπει να καταλάβει πως κινδυνεύει να μολυνθεί και από ανεμβολίαστους αλλά και από εμβολιασμένους που ενδεχομένως να προσβληθούν και είτε να παραμείνουν ασυμπτωματικοί, είτε να νοσήσουν ελαφρά και να μην το καταλάβουν. Γνωρίζουμε ότι ο εμβολιασμός μειώνει τη πιθανότητα να μολυνθείς και να εκδηλώσεις σοβαρή νόσο. Δεν προσφέρει όμως πλήρη προστασία. Και γι’ αυτό το λόγο θα επαναλάβω πως δεν πρόκειται να εξαφανιστεί ο ιός, τα μέχρι τώρα δεδομένα δείχνουν ότι πιθανότατα θα γίνει ενδημικός. Υπάρχουν πλέον χώρες που το αποδέχονται αυτό δημόσια, όπως η Βρετανία και η Σιγκαπούρη. Και σιγά σιγά θα το αποδέχονται όλο και περισσότερες.
Συνεπώς, ο μη εμβολιασμένος είναι αυτός που κινδυνεύει περισσότερο, και αυτό πρέπει να το λάβει υπόψη του ώστε να αποφασίσει, αν θέλει, να εμβολιαστεί. Ο εμβολιασμός είναι μια πράξη που στοχεύει στην ατομική και τη δημόσια υγεία, αλλά είναι μια παρέμβαση στο ανθρώπινο σώμα που πάντα σε μια δημοκρατική κοινωνία του 21ου αιώνα θα πρέπει να πραγματοποιείται με ελεύθερη συναίνεση. Η λέξη συναίνεση δεν συμβαδίζει με τον εκβιασμό. Συναίνεση δια της βίας, δημιουργώντας συνθήκες ώστε να μην μπορεί κάποιος να ζήσει στην καθημερινότητα του, δεν υπάρχει. Έχει χαθεί το μέτρο και το όριο σε αυτά που συζητούνται και προτείνονται δημόσια, και τίποτα από αυτά δεν έχουν να κάνουν με τη δημόσια υγεία και την προστασία της ανθρώπινης ζωής. Η γκετοποίηση και ο κοινωνικός αποκλεισμός που επιχειρείται δεν είναι δημόσια υγεία. Να είμαστε ξεκάθαροι. Η συναίνεση πλέον έχει καταργηθεί στην πράξη. Και την υπογραφή σου να έβαζες υπό το καθεστώς τέτοιας βίας, είναι άκυρη».
Έχω ένα παράδειγμα που ένα παιδί 16 ετών ρωτούσε πως θα πάρει εισιτήριο για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα και του απάντησαν να εμβολιαστεί γιατί είναι εν δυνάμει δολοφόνος:
«Νομίζω πως επιβεβαιώνετε απόλυτα αυτά που περιγράφω περί άσκησης βίας, γιατί κι αυτό είναι άσκηση ψυχολογικής βίας. Και μάλιστα σε ανηλίκους. Αποκρουστικό.
Όλα όσα βλέπουμε το τελευταίο διάστημα είναι άσκηση βίας. Λυπάμαι που αντί να ασχολούμαστε με τη δημόσια υγεία και τη σωστή, τεκμηριωμένη και ψύχραιμη ενημέρωση του πληθυσμού πάνω στα ζητήματα της πανδημίας, του ιού, της νόσου και του εμβολιασμού, επενδύσαμε σε ένα κλίμα τρομοκρατίας, το οποίο όχι μόνο συνεχίζεται εδώ και πάνω από ένα χρόνο αλλά πλέον εξελίσσεται και γίνεται όλο και πιο ακραίο. Τελικά είναι ακριβώς αυτή η τακτική που σαμποτάρει τον εμβολιασμό και οδηγεί όχι μόνο σε ακόμη μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα αλλά και σε ακραίο αρνητισμό. Αυτές οι τακτικές διογκώνουν τον κλίμα αμφισβήτησης, οδηγούν σε απώλεια εμπιστοσύνης, προκαλούν αποστροφή σε μεγάλα τμήματα της κοινωνία και διεγείρουν αντανακλαστικά άμυνας και αντίδρασης που ήδη έχουν οδηγήσει στα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.
Και αυτό θα συνεχιστεί. Οι κοινωνικές αντιπαλότητες, ο στιγματισμός και η γκετοποίηση δεν οδήγησαν ποτέ σε ενιαίες και συγχρονισμένες συμπεριφορές κοινωνικής ευθύνης. Αντίθετα, δημιούργησαν πεδία σύγκρουσης, επιδεινώνοντας, αντί να λύσουν, προβλήματα. Είναι πρωτοφανές και θλιβερό ότι η δημόσια υγεία γίνεται αφορμή για να επιβληθούν πρακτικές κοινωνικής απομόνωσης, στιγματισμού και ψυχολογικής βίας. Αυτά θυμίζουν άλλες εποχές.»
Ακούγαμε πως θα κτίσουμε το τείχος ανοσίας όταν εμβολιάσουμε το 70% του πληθυσμού, τώρα έγινε 80%-85% και στο μέλλον πιθανότατα θα αυξηθεί και άλλο. Τι συμβαίνει τελικά με τον «μαγικό» αριθμό;
«Αν κάποιος με τον όρο «τείχος ανοσίας» περιγράφει την εξαφάνιση του ιού από την κοινότητα, νομίζω ότι πολύ απλά αρνείται να αποδεχθεί την πραγματικότητα ότι ο ιός αναμένεται να γίνει ενδημικός. Η διασπορά του ιού είναι ήδη τεράστια, ενώ τα εμβόλια βοηθούν σημαντικά αλλά δεν αποτρέπουν πλήρως την μόλυνση και τη μετάδοση. Άρα, η εξαφάνιση ή σχεδόν εξαφάνιση της νόσου και του ιού, όπως για παράδειγμα συμβαίνει σήμερα με την ιλαρά, την ερυθρά κτλ., είναι μια ουτοπία. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια το μέλλον, αρκετοί το έχουν προσπαθήσει το τελευταίο διάστημα με εντυπωσιακή αποτυχία, αλλά αυτό φαίνεται πως θα συμβεί με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα.
Δεν υπάρχει άλλωστε ιστορικό προηγούμενο με εμβόλιο ή νόσο που δεν προσφέρουν μακροχρόνια ανοσία να οδήγησαν στην εξαφάνιση κάποιου λοιμογόνου παράγοντα που είχε τόσο ευρεία διασπορά. Οι ίδιοι οι CEO των εταιριών που παράγουν τα εμβόλια μιλούν για booster δόσεις, για επαναλαμβανόμενους εμβολιασμούς, χωρίς να ξέρουμε ακόμα τη συχνότητα ή το διάστημα μεταξύ των επανεμβολιασμών. Παραδέχονται λοιπόν ότι η ανοσία από τα εμβόλια δεν φαίνεται να είναι μακροχρόνια, και έχουμε επιπλέον και το ζήτημα των μεταλλάξεων.
Γνωρίζουμε ότι οι κορωνοϊοί μεταλλάσσονται, όχι με δραματικούς ρυθμούς αλλά μεταλλάσσονται. Πόσες μεταλλάξεις έχουμε ακούσει από το φθινόπωρο του 2020 μέχρι σήμερα, πόσες δεν έχουμε ακούσει αλλά έχουν ήδη συμβεί, και πόσες θα δημιουργηθούν και στο μέλλον; Είναι κάτι αναμενόμενο. Δεν καταλαβαίνω γιατί μας προκαλεί έκπληξη, ή πανικό, και δεν ξέρω αν η έκπληξη και ο πανικός που εμφανίζονται είναι γνήσιες και αυθόρμητες ή υποκριτικές αντιδράσεις της επιστημονικής κοινότητας και των μέσων ενημέρωσης. Ήδη έχει προκύψει η μετάλλαξη Δ+ στην Ινδία, και παρόλα αυτά συμπεριφερόμαστε σα να κυνηγάμε την ουρά μας, ένα κυνηγητό χωρίς τέλος».
Ο γιατρός Φαρσαλινός μίλησε για το πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε στο μέλλον με τον ιό, αλλά και για τα χαμηλά ποσοστά που υπάρχουν σε εμβολιασμούς στους ηλικιωμένους:
«Από εκεί και πέρα, προφανώς τα εμβόλια και όσοι ήδη έχουν νοσήσει συμβάλουν ώστε να μην είμαστε σε μια κατάσταση όπως πέρσι, όταν το 100% του πληθυσμού ήταν επίνοσο, δηλαδή ευαίσθητο να νοσήσει. Σήμερα έχουμε εκατομμύρια ανθρώπους που είχαν την ατυχία να μολυνθούν από τον ιό, και έχουμε εκατομμύρια εμβολιασμένους. Όλα αυτά θα συμβάλουν ώστε να ελαττωθεί η σοβαρότητα του προβλήματος, κυρίως αν έχουμε φροντίσει να εμβολιάσουμε όσον πιο καθολικά γίνεται τις ευπαθείς ομάδες. Γνωρίζουμε καλά ότι ο κίνδυνος δεν είναι οριζόντιος, δεν αφορά στον ίδιο βαθμό όλες τις πληθυσμιακές ομάδες. Στην Ελλάδα, 30,5% του πληθυσμού άνω των 80 ετών δεν έχουν μπει ούτε στη διαδικασία προγραμματισμού να εμβολιαστούν (στοιχεία από 4/7, μέσω του ECDC). Στους 70-79, 60-69 και 50-59 ετών έχουμε αντίστοιχα το 21,6%, 26,6% και 37,3% που δεν έχουν λάβει ούτε μία δόση εμβολίου. Αυτό μόνο ως αποτυχία μπορεί να εκληφθεί, καθώς είναι οι κατεξοχήν ομάδες που κινδυνεύουν σοβαρά και είτε δεν τους έχουμε πείσει είτε δεν τους έχουμε προσφέρει τον εμβολιασμό.
Τι κάναμε για όσους έχουν κινητικά προβλήματα ή για όσους ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές και δεν μπορούν να μετακινηθούν προς τα εμβολιαστικά κέντρα; Ενώ θα έπρεπε εδώ και καιρό να παράσχουμε κάθε διευκόλυνση για τον εμβολιασμό αυτών των ευαίσθητων ομάδων, με λύπη βλέπω τα ΜΜΕ να ασχολούνται με εμβολιασμούς σε παραλίες και σε πλατείες. Αυτοί οι άνθρωποι προφανώς δεν θα βρίσκονται ούτε στις παραλίες, ούτε θα περιμένουν στις πλατείες ένα συνεργείο για να τους εμβολιάσει.
Μπορεί όσο πέφτει η ηλικία να πέφτει και η εμβολιαστικά κάλυψη, αλλά ταυτόχρονα πέφτει και ο κίνδυνος από τον ιό, άρα και το όφελος από τον εμβολιασμό. Φυσικά για κανέναν δεν υπάρχει μηδενικός κίνδυνος, Πρέπει να μας απασχολεί όμως η σοβαρότητα της νόσου, και πρέπει λοιπόν να σταματήσει η «κρουσματολογία», το ανώφελο κυνήγι του αριθμού νέων κρουσμάτων. Γνωρίζουμε ποιοι επιβαρύνουν τις δομές υγείας και ποιοι καταλήγουν στις ΜΕΘ. Άρα ποιος θα έπρεπε να έχει προτεραιότητα να εμβολιαστεί; Πείτε μου λοιπόν αν κάποια απ’ αυτές τις ομάδες υψηλού κινδύνου θα πειστεί από τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί; Θα πεισθεί ένας 80χρονος να εμβολιαστεί επειδή θα στερηθεί την είσοδο σε ένα κέντρο διασκέδασης; Γιατί δεν επικεντρωνόμαστε στους ευπαθείς, αλλά αντίθετα τους αγνοούμε και φτάνουμε στο σημείο να ασκούμε αφόρητες πιέσεις που καταλήγουν σε εκβιασμό για να εμβολιαστούν άνθρωποι με μικρότερο ή ελάχιστο κίνδυνο;
Αυτό δεν είναι δημόσια υγεία. Η δημόσια υγεία είναι ασύμβατη με τη βία, την αναξιοπρέπεια, και τον εκβιασμό».
Σε 2-3 χρόνια μήπως θα μπορούσαμε να κάνουμε ξανά την ίδια συζήτηση, καθώς θα έχουμε εμβόλια τα οποία πιθανότατα θα προσφέρουν πιο ισχυρή ανοσία;
«Πέφτουμε πάλι στην παγίδα της «κρουσματολογίας». Κυνηγάμε την εξαφάνιση του ιού, πράγμα ανέφικτο προς το παρόν. Μακάρι στο μέλλον να προκύψουν τέλεια εμβόλια. Αλλά για το σήμερα, θα σας απαντήσω με τις πρόσφατες παραδοχές των κυβερνήσεων της Βρετανίας και της Σιγκαπούρης. Η νόσος και ο ιός δεν πρόκειται να εξαφανιστούν. Δεν θα έχουμε συνθήκες μηδενικής διασποράς του ιού και εξαφάνισης της νόσου. Θα έχουμε κρούσματα, και θα τα αντιμετωπίζουμε όπως κάνουμε με άλλα νοσήματα, όπως τα κοινά κρυολογήματα και η γρίπη. Με τον ίδιο τρόπο θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τον συγκεκριμένο ιό και τη νόσο που προκαλεί.
Η άποψή μου είναι ότι με την όσο το δυνατόν καθολικότερη εμβολιαστική κάλυψη των ευπαθών ομάδων, θα έχουμε στη συντριπτική πλειοψηφία τους περιστατικά αντίστοιχα της γρίπης ή του κοινού κρυολογήματος, ανάλογα με την ηλικία. Κάθε χρόνο έχουμε εκατομμύρια περιστατικά κοινού κρυολογήματος και χιλιάδες περιστατικά γρίπης, αλλά ούτε κλειδώνουμε όλο τον πληθυσμό στα σπίτια, ούτε καταστρέφουμε την κοινωνία, ούτε καταφεύγουμε σε βία και εκβιασμούς προς την κοινωνία.
Να μην ξεχνάμε ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο να μην μπορείς να ζήσεις εάν δε είσαι εμβολιασμένος, όπως τείνουν να διαμορφωθούν οι συνθήκες σήμερα. Πρόβλημα είναι και όλα τα αντιδημοκρατικά και ακραία μέτρα περιορισμών, τα οποία κατέληξαν μόνιμα για μεγάλο διάστημα δια των συνεχόμενων παρατάσεων. Τώρα χρησιμοποιούνται ως απειλή για το μέλλον, και πάλι στα πλαίσια των ίδιων εκβιασμών.
«Θα ξανακλείσουμε το κατάστημα σας», ακούμε καθημερινά. «Θα πεθάνετε όλοι», «θα πεθάνουν όλοι οι ανεμβολίαστοι». Επαναλαμβάνω, είναι ένα πρωτόγνωρο κύμα βίας και τρομοκρατίας. Κάποιους μάλιστα που τα προέβλεπαν αυτά πριν λίγους μήνες τους χαρακτήριζα “ψεκασμένους”. Αλλά φαίνεται πως είχαν δίκιο.».
Για το κλίμα τρομοκρατίας που δημιουργήθηκε από τα ΜΜΕ, τις πολιτικές αρχές και διαφόρους επιστήμονες:
«Κάθε ακραία περίπτωση, ακόμα και κάποιου νεότερου σε ηλικία που είχε βαριά νόσο ή κακή έκβαση μετά τη μόλυνσή του από το ιό, παρουσιάζονταν ως κοινή και αναπόφευκτη κατάληξη για όλους. Αυτό μετέφεραν στα ΜΜΕ, τόσο κάποιοι επιστήμονες όσο και κάποια μέλη της πολιτικής αρχής. Είναι δυνατόν να προασπίζεσαι τη δημόσια υγεία με κεντρική στρατηγική τον πανικό και την τρομοκρατία; Σήμερα βλέπουμε την ίδια κατάσταση με παρελάσεις στα μέσα ενημέρωσης για το καταστροφικό στέλεχος Δ του ιού. Τα ίδια συνέβησαν με την Βρετανική μετάλλαξη. Ήδη στην Ινδία εμφανίστηκε η μετάλλαξη Δ+. Τελικά φαίνεται πως κάποιοι κυνηγούν την ουρά τους, διασπείροντας τον πανικό στους υπόλοιπους.
Καταλαβαίνω όμως πολλούς από εκείνους που τελικά έχουν πέσει θύματα αυτού του κλίματος, όπως βλέπουμε σε δημοσκοπήσεις το τελευταίο διάστημα. Τους κατανοώ, γιατί το εργαλείο του φόβου και της τρομοκρατίας, και η πίστη ότι υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή μας, κάνουν το πρωτόγονο ένστικτο της επιβίωσης να κυριαρχεί έναντι της λογικής και της ενσυναίσθησης.
Αυτό το κλίμα τρομοκρατίας πληρώνουμε σήμερα, με την σοβαρή επιφυλακτικότητα απέναντι στα εμβόλια. Είναι προφανές ότι τα εμβόλια δεν είναι απολύτως ασφαλή, όπως συμβαίνει με κάθε άλλη ιατρική πράξη, είτε θεραπευτική, είτε προληπτική. Όταν όμως κάποια μέλη της επιστημονικής κοινότητας, έδωσαν την ψευδαίσθηση της απόλυτης ασφάλειας με ακραίες τοποθετήσεις, ακόμη και με δηλώσεις ότι τα εμβόλια προστατεύουν και από άλλα νοσήματα (π.χ. από τις θρομβώσεις), και στη συνέχεια εμφανίστηκαν τα σπάνια μέχρι στιγμής προβλήματα, γιγαντώθηκε η δυσπιστία και η έλλειψη εμπιστοσύνης. Θα ήταν αφελές να περιμένει κανείς κάτι διαφορετικό.
Το κλίμα τρομοκρατίας για τη νόσο μετατράπηκε σε κλίμα τρομοκρατίας για το εμβόλιο. Υπεύθυνοι είναι εκείνοι που επένδυσαν και επενδύουν στην τρομοκρατία, το φόβο και την παραπληροφόρηση. Αυτό θα αποδειχθεί καταστροφικό αν χαθεί η εμπιστοσύνη από τις ευαίσθητες πληθυσμιακές ομάδες και αποφασίσουν να μην εμβολιαστούν. Ξέρουμε λοιπόν ποιοι θα είναι υπεύθυνοι για την αποτυχία».
Ψυχραιμία, σωστή ενημέρωση, χωρίς τρομοκρατία και ελεύθερη συναίνεση. Μόνο αυτά συμβαδίζουν με τη δημόσια υγεία»
Για όσους έχουν ήδη νοσήσει και την σύσταση που υπάρχει να εμβολιαστούν; Αλλά και όσους έχουν νοσήσει στο σπίτι τους δεν έχουν το πιστοποιητικό.
«Κάτι που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση, είναι ότι στην ίδια κατηγορία με τους ανεμβολίαστους μπαίνουν και εκείνοι που είχαν την ατυχία να νοσήσουν από τον ιό (έστω και με μια «περίοδο χάριτος»). Δεν έχουμε κανένα στοιχείο πως αυτοί οι άνθρωποι έχουν χειρότερη ανοσία από τους εμβολιασμένους, και ίσως μάλιστα να έχουν καλύτερη. Προφανώς δεν προτιμά κανείς την ανοσία που προσφέρει η νόσος, διότι αυτό σε εκθέτει και στους κινδύνους της νόσου. Αλλά το ερώτημα παραμένει. Γιατί αυτή η εμμονή και γιατί το ίδιο κλίμα εκβιασμών και για όσους νόσησαν;
Είναι κάτι ακατανόητο και ατεκμηρίωτο. Είναι αρκετά σπάνιο φαινόμενο η επανανόσηση, και είναι πρωτοφανής η «πολιτικοποίηση» της ανοσίας. Θεωρώ πιο πιθανό να εμφανίσει νόσο COVID κάποιος που εμβολιάστηκε πριν από 6-7 μήνες, παρά να επανανοσήσει κάποιος που είχε COVID πριν από 6-7 μήνες. Και εδώ λοιπόν έχουμε μια ακατανόητη εμμονή και τιμωρία σε ανθρώπους που στην πραγματικότητα συμμετέχουν στην ανοσία του πληθυσμού. Ελπίζω η επικείμενη ίδρυση του Ευρωπαϊκού Φορέα Ασθενών COVID να ασχοληθεί με το θέμα και να αναδείξει τα ζητήματα που προκύπτουν.»