Επιστήμονες από το Ηνωμένο Βασίλειο και το Βέλγιο προχώρησαν σε μια σημαντική ανακάλυψη καθώς βρήκαν τον τρόπο με τον οποίο πεθαίνουν τα εγκεφαλικά κύτταρά.
«Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό και ενδιαφέρον εύρημα», δήλωσε στο BBC ο ερευνητής Μπαρτ Ντε Στρούπερ από το βρετανικό Ινστιτούτο Έρευνας για την Άνοια.
«Για πρώτη φορά, έχουμε μια ένδειξη για το πώς και γιατί πεθαίνουν οι νευρώνες στη νόσο Αλτσχάιμερ. Υπήρχαν πολλές εικασίες εδώ και 30-40 χρόνια, αλλά κανείς δεν ήταν σε θέση να εντοπίσει τους μηχανισμούς», πρόσθεσε.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ασθένεια εξελίσσεται μέσω της νεκρόπτωσης, μιας μορφής κυτταρικού θανάτου. Η νεκρόπτωση είναι μία διαδικασία που λαμβάνει χώρα στο σώμα μας για να απομακρυνθούν τα ανεπιθύμητα κύτταρα καθώς δημιουργούνται νέα.
Οι πάσχοντες με Αλτσχάιμερ χάνουν εγκεφαλικά κύτταρα και εμφανίζουν συσσώρευση μη φυσιολογικών πρωτεϊνών που ονομάζονται αμυλοειδές και tau, γεγονός που οδηγεί στα συμπτώματα της νόσου, συμπεριλαμβανομένης της απώλειας μνήμης.
Το αμυλοειδές είναι μια πρωτεΐνη που βρίσκεται στον εγκέφαλο και στο σώμα μας, αλλά στη νόσο Αλτσχάιμερ σχηματίζει συσσωματώματα διαφορετικού μεγέθους που αργότερα γίνονται πλάκες στον εγκέφαλο. Μέχρι την πρόσφατη ανακάλυψη οι επιστήμονες δεν ήξεραν γιατί συμβαίνει αυτό.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το αμυλοειδές αρχίζει να συσσωρεύεται στους χώρους μεταξύ των νευρώνων, προκαλώντας φλεγμονή στον εγκέφαλο, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή της εσωτερικής χημείας.
Καθώς συσσωρεύονται πρωτεΐνες tau, τα εγκεφαλικά κύτταρα αρχίζουν να παράγουν μόρια Meg3 (Maternally Expressed Gene 3), τα οποία πυροδοτούν τη νεκρόπτωση. Τα εγκεφαλικά κύτταρα επιβίωσαν όταν η ομάδα κατάφερε να μπλοκάρει τα MEG3.
Ο Ντε Στρούπερ σημείωσε ότι αυτή η ανακάλυψη θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια «εντελώς νέα γραμμή ανάπτυξης φαρμάκων».
Οι ειδικοί σημειώνουν ότι τα ευρήματα αυτά αποτελούν ένα τεράστιο άλμα προς τα εμπρός, αλλά πιθανότατα θα χρειαστούν χρόνια για να εφαρμοστούν στην ιατρική.
Η πρόεδρος της Βρετανικής Ένωσης Νευροεπιστημών, Τάρα Σπάιρς-Τζόουνς του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, δήλωσε ότι η έρευνα αυτή «αντιμετωπίζει ένα από τα θεμελιώδη κενά στην έρευνα για τη νόσο Αλτσχάιμερ» και σημείωσε ότι «πρόκειται για συναρπαστικά αποτελέσματα και θα είναι σημαντικά για τον τομέα».
Διευκρίνισε όμως ότι «χρειάζονται πολλά ακόμη βήματα» για να βοηθηθούν οι ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με τη νόσο.