Διάφορες μορφές άσκησης τροποποιούν τα μόρια στους μυς, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα 25/7 στο Cell Metabolism. Η άσκηση ξεκλειδώνει την ταυτοποίηση του νέου γονιδίου C18ORF25, το οποίο ενεργοποιείται με όλους τους τύπους άσκησης και έχει τον έλεγχο της ενίσχυσης της μυϊκής δύναμης, λένε οι ερευνητές.
Σύμφωνα με τη μελέτη, με επικεφαλής ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, τα ζώα που στερούνται C18ORF25 έχουν κακή απόδοση κατά τη διάρκεια της κινητικής τους δραστηριότητας και έχουν ασθενέστερους μύες.
Η ομάδα ήταν σε θέση να αναγνωρίσει τις μοριακές ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των διαφόρων τύπων άσκησης στις βιοψίες ανθρώπινων μυών αναλύοντας τις πρωτεΐνες και πώς αλλάζουν μέσα στα κύτταρα στη μελέτη.
Τα συνολικά οφέλη της ανακάλυψης
Το γονίδιο C18ORF25 θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα και βελτιωμένη ιατρική θεραπεία.
Ο Δρ. Benjamin Parker από τη Μελβούρνη, επικεφαλής ερευνητής της μελέτης, είπε ότι ενεργοποιώντας το γονίδιο C18ORF25, η ομάδα μελέτης θα μπορούσε να παρακολουθήσει τους μύες να δυναμώνουν σημαντικά και εξέφρασε την ελπίδα ότι η ανακάλυψη θα προωθήσει την άσκηση και τα διάφορα οφέλη της για την υγεία. Παράλληλα, σημείωσε ότι η εν λόγω ανακάλυψη θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει στην ανάπτυξη θεραπειών που θα μιμηθούν ορισμένα από τα οφέλη της άσκησης.
«Ο εντοπισμός αυτού του γονιδίου μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο διαχειριζόμαστε την υγιή γήρανση, τις ασθένειες της μυϊκής ατροφίας, την αθλητική επιστήμη, ακόμη και την παραγωγή ζώων και κρέατος. Αυτό συμβαίνει επειδή η προώθηση της βέλτιστης μυϊκής λειτουργίας είναι ένας από τους καλύτερους προγνωστικούς παράγοντες της συνολικής υγείας», είπε.
«Γνωρίζουμε ότι η άσκηση μπορεί να αποτρέψει και να θεραπεύσει χρόνιες ασθένειες, όπως ο διαβήτης, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και πολλοί καρκίνοι», συνέχισε ο Parker.
«Τώρα, ελπίζουμε ότι με την καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι διαφορετικοί τύποι άσκησης προκαλούν αυτές τις επιδράσεις που προάγουν την υγεία σε μοριακό επίπεδο, το πεδίο μπορεί να εργαστεί για τη διάθεση νέων και βελτιωμένων θεραπευτικών επιλογών».