Ερευνητές, ανακάλυψαν πως μια ορμόνη η οποία αναπτύσσεται στους άνδρες κατά την εφηβεία, βοηθάει στην έγκαιρη πρόβλεψη της εμφάνισης συγκεκριμένων παθήσεων στη μετέπειτα ζωή τους.
Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Nottingham ανακάλυψαν ότι η πεπτιδική ορμόνη που μοιάζει με ινσουλίνη και ονομάζεται INSL3, είναι παρούσα για μεγάλες χρονικές περιόδους στον άνδρα και αποτελεί σημαντικό πρώιμο βιοδείκτη για την πρόβλεψη ασθενειών που συνδέονται με την ηλικία.
Η INSL3 παράγεται στους όρχεις από τα ίδια κύτταρα που παράγουν την τεστοστερόνη.
Σε αντίθεση όμως με την τεστοστερόνη, η οποία παρουσιάζει διακυμάνσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής ενός άνδρα, η INSL3 παραμένει σταθερή, με την ποσότητα που παράγεται στην εφηβεία να παραμένει σε μεγάλο βαθμό η ίδια κατά τη διάρκεια της ζωής ενός άνδρα και να μειώνεται ελαφρώς μόνο σε μεγάλη ηλικία.
Αυτό την καθιστά τον πρώτο σαφή και αξιόπιστο προγνωστικό βιοδείκτη της νοσηρότητας που σχετίζεται με την ηλικία σε σύγκριση με οποιεσδήποτε άλλες μετρήσιμες παραμέτρους.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι τα επίπεδα της INSL3 στο αίμα συνδέονται με μια σειρά ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία, όπως η οστική αδυναμία, η σεξουαλική δυσλειτουργία, ο διαβήτης και οι καρδιαγγειακές παθήσεις.
Η ανακάλυψη της σταθερής φύσης αυτής της ορμόνης είναι πολύ σημαντική καθώς συνεπάγεται ότι ένας άνδρας με υψηλή INSL3 όταν είναι νέος, θα εξακολουθεί να έχει υψηλή INSL3 σε μεγάλη ηλικία. Κάποιος όμως με χαμηλή INSL3 σε νεαρή ηλικία, θα έχει χαμηλή INSL3 και σε μεγαλύτερη ηλικία, καθιστώντας τον ευάλωτο σε παθήσεις που σχετίζονται με την ηλικία.
Η ανακάλυψη προσφέρει συναρπαστικές δυνατότητες στον τομέα της πρόβλεψης ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία και της εύρεσης τρόπων πρόληψης της εκδήλωσής τους με έγκαιρη παρέμβαση.
Η έρευνα διεξήχθη από τους καθηγητές Ravinder Anand-Ivell και Richard Ivell, και είναι η τελευταία από τις τρεις πρόσφατες μελέτες σχετικά με τη συγκεκριμένη ορμόνη.
Ο καθηγητής Ravinder Anand-Ivell εξηγεί: «Το ιερό δισκοπότηρο της έρευνας για τη γήρανση είναι να μειωθεί το χάσμα φυσικής κατάστασης που εμφανίζεται καθώς οι άνθρωποι γερνούν.
Η κατανόηση του γιατί μερικοί άνθρωποι είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν αναπηρία και ασθένειες καθώς γερνούν, είναι ζωτικής σημασίας, ώστε να μπορούν να γίνουν παρεμβάσεις που θα διασφαλίζουν ότι δεν θα ζουν απλά πολλά χρόνια, αλλά θα ζουν υγιώς, καθώς γερνούν.
Η ανακάλυψη των ορμονών μας είναι ένα σημαντικό βήμα για την κατανόηση αυτού του θέματος και θα ανοίξει το δρόμο όχι μόνο για να βοηθήσουμε τους ανθρώπους μεμονωμένα αλλά και στην ανακούφιση της κρίσης φροντίδας που αντιμετωπίζουμε ως κοινωνία».
Οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα αίματος 3.000 ανδρών από 8 περιφερειακά κέντρα στη βόρεια, νότια, ανατολική και δυτική Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου. Από τον καθένα λήφθηκαν δύο δείγματα με διαφορά τεσσάρων ετών το πρώτο από το δεύτερο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι, σε αντίθεση με την τεστοστερόνη, τα επίπεδα της INSL3 παραμένουν σε σταθερά επίπεδα.
Ο καθηγητής Richard Ivell προσθέτει: «Τώρα που γνωρίζουμε τον σημαντικό ρόλο που παίζει αυτή η ορμόνη στην πρόβλεψη των ασθενειών και πώς ποικίλλουν τα επίπεδά της μεταξύ των ανδρών, στρέφουμε την προσοχή μας στο να ανακαλύψουμε ποιοι παράγοντες έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή στα επίπεδα INSL3 στο αίμα. Σύμφωνα με προκαταρκτική μελέτη, η διατροφή κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής μπορεί να παίζει ρόλο, καθώς και παράγοντες, όπως η γενετική ή η έκθεση σε ορισμένους περιβαλλοντικούς ενδοκρινικούς διαταράκτες».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Frontiers in Endocrinology.