Η γρίπη των πτηνών Η1Ν1 μέχρι στιγμής δεν είχε ανιχνευθεί σε θαλάσσια όντα μέχρι την περασμένη εβδομάδα όπου ανιχνεύθηκε κρούσμα της ασθένειας σε ρινοδέλφινο που βρέθηκε νεκρό στη Φλόριντα, μια εβδομάδα μετά τη διάγνωση της ασθένειας σε φώκαινα (κήτος που μοιάζει με μικρό δελφίνι) στη Σουηδία. Είναι η πρώτη φορά που η γρίπη των πτηνών ανιχνεύεται σε κητώδη θηλαστικά.
Παραμένει ασαφές πόσο συχνό είναι το φαινόμενο, ωστόσο το γεγονός ότι ο ιός βρέθηκε σε δύο διαφορετικά είδη και σε διαφορετικές ηπείρους σημαίνει «σχεδόν σίγουρα» ότι υπάρχουν και άλλα κρούσματα, δήλωσε στους New York Times ο Ρίτσαρντ Ουέμπι, ιολόγος του Νοσοκομείου Παίδων «Σεντ Τζουντ» στο Μέμφις.
«Η επιδημιολογική επιτήρηση σε παγκόσμια κλίμακα δεν θα ήταν ποτέ αρκετά ευαίσθητη για να καταγράψει τα μοναδικά δύο συμβάντα αυτού του είδους» επισήμανε ο ιολόγος, ο οποίος συμμετέχει στη διερεύνηση του περιστατικού στη Φλόριντα.
Οι ειδικοί τονίζουν ότι ο κίνδυνος για τον άνθρωπο παραμένει χαμηλός. Στο τελευταίο κύμα γρίπης των πτηνών που προσβάλλει πουλιά, μέχρι στιγμής έχει καταγραφεί μόνο ένα κρούσμα σε άνθρωπο, με τον ασθενή να είναι γνωστό ότι είχε έλθει σε επαφή με πουλερικά, σύμφωνα με τα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων.
Ο συγκεκριμένος ιός, η ευρασιατική γρίπη H1N1, έχει επεκταθεί στα πτηνοτροφεία αλλά επηρεάζει και άγρια πτηνά, όπως αετούς, κουκουβάγιες και πελεκάνους, μεταξύ άλλων.
Και οι επιδημίες σε πληθυσμούς άγριων πτηνών θέτει σε κίνδυνο θηλαστικά που κυνηγούν πτηνά, όπως αλεπούδες, αγριόγατες, κουνάβια και άλλα είδη. Ο ιός έχει επίσης ανιχνευτεί σε φώκιες (οι οποίες δεν έχουν άμεση σχέση με τις φώκαινες και δεν ανήκουν στα κητώδη).
Ο ιός Η1Ν1 βρέθηκε στον εγκέφαλο και αρκετά άλλα όργανα του δελφινιού στη Φλώριντα και της φώκαινας στη Σουηδία και πιθανώς έπαιξε ρόλο στον θάνατό τους.