Η αχιλλέα (Achillea millefolium) είναι ένα σχετικά μικρό φυτό που αναπτύσσεται κυρίως στην Ευρώπη και χρησιμοποιείται εδώ και πολλά χρόνια για τις μοναδικές ευεργετικές ιδιότητες που παρουσιάζει.
Γνωστή από την αρχαιότητα, η αχιλλέα πήρε το όνομά της από τον Αχιλλέα, ο οποίος στην ελληνική μυθολογία, χρησιμοποιούσε το βότανο αυτό για να φροντίζει τις πληγές του κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου, σύμφωνα με το wikihealth.gr.
Η χρήση της αχιλλέας είναι επίσης γνωστή κατά το Μεσαίωνα για την αντιμετώπιση πεπτικών προβλημάτων, παθήσεων του ήπατος και της χοληδόχου κύστης, διαταραχών της εμμήνου ρύσεως, κραμπών και φλεγμονών, την επούλωση πληγών αλλά και ως διουρητικό μέσο.
Στις μέρες μας, έχει ανακαλυφθεί μια μεγάλη ποικιλία βιοδραστικών συστατικών, που περιέχει η αχιλλέα, όπως λιπαρά οξέα, φλαβονοειδή, ασκορβικό, φυλλικό και καφεϊκό οξύ.
Από αυτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα φλαβονοειδή, στα οποία φαίνεται πως οφείλονται οι περισσότερες σημαντικές αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες του βοτάνου.
Τα άνθη της αχιλλέας αποτελούν το σημαντικότερο μέρος του φαρμακευτικού φυτού, καθώς αυτά περιέχουν αιθέριο έλαιο πλούσιο σε κινεόλη, προαζουλένη και αχιλεΐνη, το οποίο είναι αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση της γρίπης, της αιμορραγίας, της διάρροιας και της δυσμηνόρροιας.
Το τσάι από τα άνθη της αχιλλέας χρησιμοποιείται επίσης παραδοσιακά για τη θεραπεία γαστρεντερικών παθήσεων, όπως η δυσπεψία, ο μετεωρισμός, το κοιλιακό άλγος, η διάρροια, ο στομαχόπονος, αλλά και την ανακούφιση από τον πόνο της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας.
Ποιες ευεργετικές ιδιότητες παρουσιάζει η αχιλλέα;
Αντιοξειδωτική δράση
Το αιθέριο έλαιο αχιλλέας φαίνεται να παρουσιάζει ισχυρή αντιοξειδωτική ικανότητα, σε πειράματα in vitro, η οποία συμβάλει στην πρόληψη και αντιμετώπιση ασθενειών που σχετίζονται με την υπεροξείδωση λιπιδίων, όπως η αθηροσκλήρωση, ο σακχαρώδης διαβήτης, κλπ.
Αντιφλεγμονώδης δράση
Παρόλο που ο ακριβής μηχανισμός της αντιφλεγμονώδους δράσης της αχιλλέας δεν είναι γνωστός, υποστηρίζεται πως η περιεκτικότητά της σε σεσκιτερπενικές λακτόνες είναι αυτή που παίζει τον κυριότερο ρόλο.
Οι κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους είναι ελάχιστες, αλλά σύμφωνα με αναφορές η αντιφλεγμονώδης δράση που παρουσιάζει η αχιλλέα έχει παρατηρηθεί στην περίπτωση κολπικών φλεγμονών και εμμηνοροϊκών ανωμαλιών.
Σπασμολυτική δράση
In vitro μελέτες έδειξαν πως οι φλαβονοειδείς αγλυκόνες, συγκεκριμένα η κερκετίνη, η λουτεολίνη και η απιγενίνη, που περιέχει η αχιλλέα, παρουσιάζουν ισχυρή αντισπασμωδική δράση, η οποία πιθανότατα, κατά κύριο λόγο, οφείλεται στον αποκλεισμό των διαύλων ασβεστίου.
Ωστόσο, οι μεταβολίτες των φλαβονοειδών, όπως το ομοπρωτοκατεχουϊκό και ομοβανιλικό οξύ, δεν έδειξαν σημαντικά σπασμολυτικά αποτελέσματα, όσον αφορά την εξάλειψη των εντερικών σπασμών σε πειραματόζωα.
Υπογλυκαιμική δράση
Η υπογλυκαιμική δράση του εκχυλίσματος αχιλλέας, που έχει παρατηρηθεί in vitro, θεωρείται πως συνδέεται στενά με την υψηλή αντιοξειδωτική δράση της και τη μείωση της οξείδωσης των πρωτεϊνών, στην οποία αυτή συμβάλει.
Ηπατοπροστατευτική δράση
Η ηπατοπροστατευτική δράση της αχιλλέας έχει παρατηρηθεί σε αρκετά πειράματα. Ενδεικτικά, η χορήγηση ακατέργαστου εκχυλίσματος αχιλλέας σε ποντίκια που έπασχαν από ηπατίτιδα, μείωσε τη θνησιμότητα κατά 60%, ενώ επίσης παρατηρήθηκε βελτιωμένη δομή του ήπατος και μειωμένο κυτταρικό οίδημα.
Μια κλινική μελέτη στην οποία συμμετείχαν 36 ασθενείς, που έπασχαν από κίρρωση του ήπατος, έδειξε πως μετά από 6 μήνες θεραπείας με φυτικό παρασκεύασμα που περιείχε αχιλλέα, υπήρξε σημαντική βελτίωση της κατάστασής τους.
Επιπλέον, η χορήγηση κλάσματος από εκχύλισμα αχιλλέας, πλούσιο σε δικαφεοϋλκινικά οξέα (DCQAs), προκάλεσε εξαρτώμενη από τη συγκέντρωση αύξηση της ροής της χολής, σε απομονωμένο διαχυμένο ήπαρ αρουραίου.
Αντικαρκινική δράση
Παρόλο που η έρευνα σχετικά με την αντικαρκινική δράση της αχιλλέας είναι περιορισμένη, έχει φανεί από ορισμένα πειράματα πως μερικά συστατικά της, όπως το φλαβονοειδές καστικίνη και διάφορες ενώσεις σεσκιτερπενίου, αποτελούν πολλά υποσχόμενους αντικαρκινικούς παράγοντες.
Αντιμικροβιακή δράση
Τα εκχυλίσματα αχιλλέας και το αιθέριο έλαιο αυτής, σύμφωνα με μελέτες, εμφανίζουν σημαντική αντιμικροβιακή δράση ενάντια αρκετών μικροοργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των Salmonella enteridis, Aspergillus niger, Staphylococcus aureus, Escherichia coli, Pseudomonas aeruginosa, Candida albicans και Klebsiella pneumoniae.
Επούλωση πληγών
Η πιο γνωστή παραδοσιακή χρήση της αχιλλέας είναι αυτή που αφορά την επούλωση πληγών, η οποία σύμφωνα με in vivo μελέτες σε πειραματόζωα είναι αρκετά σημαντική. Συγκεκριμένα, η τοπική χρήση εκχυλίσματος αχιλλέας έδειξε θετικά θεραπευτικά αποτελέσματα, τα οποία θεωρήθηκε πως οφείλονται στα ενεργά συστατικά της, που έχουν την ικανότητα να επιταχύνουν τη φάση κολλαγόνωσης και πολλαπλασιασμού της επούλωσης πληγών. Η αχιλλεΐνη και η αχιλετίνη έχουν αναφερθεί επίσης, ως ενώσεις υπεύθυνες για τη διακοπή της εσωτερικής και εξωτερικής αιμορραγίας.
Προστασία από καρδιαγγειακά νοσήματα
Η αχιλλέα θεωρείται πως μπορεί να παίζει σημαντικό ρόλο στην προστασία του καρδιαγγειακού συστήματος, μέσω των αντιυπερλιπιδαιμικών και αντιυπερτασικών ιδιοτήτων της, που έχουν παρατηρηθεί σε πειράματα.
Αντιμετώπιση γαστρεντερικών παθήσεων
Παραδοσιακά η αχιλλέα χρησιμοποιείται ευρέως για την αντιμετώπιση γαστρεντερικών διαταραχών, όπως το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου, τα έλκη και συμπτώματα, όπως ο στομαχόπονος και η διάρροια, ή σε περιπτώσεις έλλειψης όρεξης.
Σε ερευνητικό επίπεδο, in vivo μελέτες σε αρουραίους, απέδειξαν πως το εκχύλισμα αχιλλέας είναι αρκετά αποτελεσματικό όσον αφορά την προστασία του γαστρικού βλεννογόνου από οξείες βλάβες που μπορεί να προκληθούν.
Είναι ασφαλής η χρήση αχιλλέας;
Η χρήση αχιλλέας για τα περισσότερα άτομα είναι ασφαλής, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστούν εξανθήματα, ζαλάδες και πονοκέφαλος.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, η κατανάλωση αχιλλέας πρέπει να αποφεύγεται, διότι μπορεί να προκαλέσει αποβολές και να επηρεάσει τον εμμηνορροϊκό κύκλο.