Μέχρι σήμερα οι επιστήμονες πίστευαν ότι η έκπτωση των νοητικών λειτουργιών αρχίζει στην ηλικία των 25 ετών.
Νέα μελέτη ανοίγει το δρόμο στην καλύτερη κατανόηση των διαταραχών του εγκεφάλου και υποστηρίζει ότι η φθίση των νοητικών λειτουργιών εμφανίζεται πολύ αργότερα από αυτή την ηλικία.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου της Ουτρέχτης στην Ολλανδία (UMC Utrecht), υποστηρίζουν ότι η διαδικασία λαμβάνει χώρα μεταξύ 30 και 40 χρόνων.
H υποψήφια διδάκτορας Ντόριεν φαν Μπλόις, ο νευρολόγος Φρανς Λέιτεν και οι συνεργάτες τους από το UMC Utrecht και την Κλινική Mayo εξέτασαν την ταχύτητα επεξεργασίας του ανθρώπινου εγκεφάλου και πώς αυτή αλλάζει με την πάροδο του χρόνου.
Ανακάλυψαν ότι η επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου μας γίνεται ολοένα και ταχύτερη: από δύο μέτρα το δευτερόλεπτο που είναι η ταχύτητα μετάδοσης σημάτων στα τετράχρονα παιδιά, διπλασιάζεται στα άτομα μεταξύ 30 και 40 ετών φθάνοντας τα τέσσερα μέτρα το δευτερόλεπτο. Μόνο μετά από αυτή την ηλικία αρχίζει η επιβράδυνση. «Ο ανθρώπινος εγκέφαλος συνεχίζει να αναπτύσσεται για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι πιστεύαμε» σημείωσε η φαν Μπλόις.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης διαφορές μεταξύ περιοχών του εγκεφάλου. Για παράδειγμα ο μετωπιαίος λοβός –το πρόσθιο τμήμα του εγκεφάλου μας που είναι υπεύθυνο για τη σκέψη και την εκτέλεση καθηκόντων– αναπτύσσεται για μεγαλύτερο διάστημα σε σύγκριση με την περιοχή του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη για την κίνηση.
Τα νέα δεδομένα εξήχθησαν μετά από μετρήσεις ακριβείας με χρήση ενός πλέγματος ηλεκτροδίων το οποίο τοποθετείται στον εγκέφαλο (κάτω από το κρανίο) κάποιων ασθενών με επιληψία κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας τους για διεξαγωγή επέμβασης ενάντια στη νόσο. Το πλέγμα αυτό αποτελείται από 60-100 ηλεκτρόδια τα οποία μετρούν την εγκεφαλική δραστηριότητα.
«Ενεργοποιώντας τα ηλεκτρόδια μπορούμε να δούμε ποιες περιοχές του εγκεφάλου αποκρίνονται με μη φυσιολογικό τρόπο και έτσι να δημιουργήσουμε έναν χάρτη με τις περιοχές που πρέπει να αφαιρεθούν κατά την επέμβαση για την επιληψία» εξήγησε ο Δρ. Λέιτεν.
«Συλλέγουμε τέτοια δεδομένα εδώ και περίπου 20 χρόνια. Ωστόσο μόλις πριν από λίγα χρόνια συνειδητοποιήσαμε ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις περιοχές του εγκεφάλου που δεν πλήττονται από την επιληψία ως μοντέλο για τον υγιή ανθρώπινο εγκέφαλο» πρόσθεσε.
Η Φαν Μπλόις εξήγησε ότι «αν ενεργοποιήσουμε ένα ηλεκτρόδιο σε μια περιοχή, υπάρχει αντίδραση σε μια άλλη περιοχή του εγκεφάλου. Αυτό μας επιτρέπει να γνωρίζουμε ότι οι δύο αυτές περιοχές επικοινωνούν μεταξύ τους. Μπορούμε έτσι να μετρήσουμε πόσος χρόνος χρειάζεται ώστε να λάβει χώρα αυτή η αντίδραση. Αν ξέρουμε την απόσταση μεταξύ αυτών των δύο διαφορετικών εγκεφαλικών περιοχών, μπορούμε να υπολογίσουμε πόσο γρήγορα μεταδίδεται το σήμα από τη μία στην άλλη».
Τα αποτελέσματα της νέας μελέτης παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για το ανθρώπινο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα. Οι επιστήμονες προσπαθούσαν για χρόνια να χαρτογραφήσουν την επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου μας. Με τα καινούργια στοιχεία θα μπορούν πλέον να δημιουργούν πιο ρεαλιστικά υπολογιστικά μοντέλα του ανθρώπινου εγκεφάλου.
«Με τα νέα δεδομένα μας οι ερευνητές ανά τον κόσμο θα μπορούν να δημιουργήσουν νέα βελτιωμένα υπολογιστικά μοντέλα που θα αυξήσουν τη γνώση μας για τη λειτουργία του εγκεφάλου. Αναμένουμε η έρευνά μας να δώσει ώθηση όχι μόνο στο πεδίο της επιληψίας αλλά και σε πλήθος άλλων εγκεφαλικών διαταραχών» κατέληξε ο Δρ. Λέιτεν.