Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα αποτελέσματα μεγάλης έρευνας που έγινε σε περισσότερα από 2.500 άτομα, σχετικά με την χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων για τη θεραπεία του κορωνοϊου.
Συγκεκριμένα, η θεραπεία εστιάζει στις δύο πρώτες ημέρες από τη λήψη θετικού τεστ για τον ιό και αποδείχθηκε, σύμφωνα με την έρευνα, πως μειώνει τον κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου κατά 39% σε σύγκριση με άτομα που δεν την έλαβαν.
Ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) χορήγησε άδεια χρήσης έκτακτης ανάγκης σε πέντε διαφορετικές θεραπείες μονοκλωνικών αντισωμάτων Covid-19 την περίοδο 2020-2022. Και οι πέντε, έκτοτε, έχουν ανασταλεί ή ανακληθεί από τον FDA με βάση τα στοιχεία in vitro που έδειξαν μειωμένη αποτελεσματικότητα έναντι των νέων παραλλαγών του ιού.
Ωστόσο, αυτές οι θεραπείες ανακλήθηκαν χωρίς να είναι διαθέσιμες τυχαιοποιημένες δοκιμές ή πραγματικά δεδομένα.
Ερευνητές από το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ, έπειτα από τυχαιοποιημένη δοκιμή σε 2.571 ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα έναντι δεδομένων για 5.135 ασθενείς, οι οποίοι ήταν επιλέξιμοι για μονοκλωνικά αλλά δεν τα έλαβαν, διαπίστωσαν ότι η έγκαιρη θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα μείωσε σημαντικά τη σοβαρότητα της νόσου.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι τα ανοσοκατεσταλμένα άτομα παρουσίασαν ακόμα πιο μειωμένο κίνδυνο.
Μεταλλάξεις και μονοκλωνικά
Όπως εξηγεί η Έριν Μακ Κρίρι, μία από τους συγγραφείς της μελέτης, διευθύντρια Βελτίωσης Μολυσματικών Ασθενειών και Καινοτομίας στην Κλινική Έρευνα στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ, οι ασθενείς που έλαβαν θεραπεία όταν κυκλοφορούσαν οι παραλλαγές Άλφα και Δέλτα του ιού είχαν μεγαλύτερο όφελος σε σύγκριση με εκείνους που έλαβαν θεραπεία όταν κυκλοφορούσε η παραλλαγή Όμικρον, πιθανώς επειδή οι προηγούμενες παραλλαγές ήταν πιο θανατηφόρες και οι άνθρωποι είχαν μικρότερη ανοσία από προηγούμενη μόλυνση ή εμβολιασμό.
Μέχρι τη στιγμή που κυκλοφορούσε η παραλλαγή Όμικρον, ο κίνδυνος θανάτου και νοσηλείας είχε μειωθεί, γενικά, οπότε η θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα είχε μικρότερο συνολικό όφελος, αλλά εξακολουθεί να έχει κλινικά σημαντικό όφελος, ιδίως σε ευάλωτους ασθενείς.
«Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι μία μελλοντική παραλλαγή δεν θα είναι πιο θανατηφόρα.
Σε περίπτωση που αυτό συμβεί, τα δεδομένα μας από τον πραγματικό κόσμο δίνουν τη διαβεβαίωση ότι η επένδυση στις υποδομές και τις γνώσεις των εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης για τη γρήγορη χορήγηση θεραπειών με αντισώματα θα κρατήσει τους ανθρώπους στις κοινότητες που υπηρετούμε ζωντανούς και εκτός νοσοκομείου», εξηγεί η ίδια.