Ερευνητές από την Κίνα υποστηρίζουν, ότι τα προβιοτικά βακτήρια σε τρόφιμα όπως το γιαούρτι, μπορούν καταπολεμήσουν την κακοσμία του στόματος.
Συγκεκριμένα, οι προβιοτικοί μικροοργανισμοί Lactobacillus salivarius, Lactobacillus reuteri, Streptococcus salivarius και Weissella cibaria μπορεί να βοηθήσουν στο φρεσκάρισμα της αναπνοής.
Αυτό έδειξαν τα αποτελέσματα μιας συγκεντρωτικής ανάλυσης δεδομένων, όπου οι συμμετέχοντες κατανάλωναν αυτά τα βακτήρια με την μορφή συμπληρωμάτων διατροφής.
Η κακοσμία είναι κατά κύριο λόγο σύμπτωμα παρουσίας πτητικών θειικών ενώσεων στο στόμα. Οι συνήθεις επιλογές για την καταπολέμηση της κακοσμίας στόματος περιλαμβάνουν στοματικά διαλύματα, τσίχλες και απόξεση της γλώσσας.
Ωστόσο, οι επιστήμονες σημειώνουν ότι υπάρχουν αναδυόμενες ενδείξεις ότι τα προβιοτικά βακτήρια είναι μια απλούστερη εναλλακτική λύση.
Για να μάθουν πόσο καιρό μπορεί να διαρκέσουν τέτοιες επιδράσεις, οι ερευνητές εξέτασαν βάσεις δεδομένων για σχετικές κλινικές δοκιμές που δημοσιεύθηκαν μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2021.
Από τις αρχικές 238 μελέτες, η ομάδα επικεντρώθηκε σε 7, στις οποίες συμμετείχαν συνολικά 278 άτομα. Ο αριθμός των συμμετεχόντων σε κάθε μελέτη ήταν μικρός (από 23 έως 68 άτομα, ηλικίας 19-70 ετών). Οι μελέτες διήρκεσαν από δύο έως δώδεκα εβδομάδες.
Οι ερευνητές προσδιόρισαν τη σοβαρότητα της κακοσμίας στόματος σύμφωνα με τα επίπεδα των πτητικών θειούχων ενώσεων που ανιχνεύονταν στο στόμα (βαθμολογία στην κλίμακα OLP) κάθε ατόμου, η οποία μετρά την οσμή της αναπνοής σε διάφορες αποστάσεις από το στόμα.
Η συγκεντρωτική ανάλυση δεδομένων, που δημοσιεύτηκε στο BMJ Open, δείχνει ότι οι βαθμολογίες OLP μειώθηκαν σημαντικά σε όσους λάμβαναν προβιοτικά, ανεξάρτητα από τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης.
Οι ερευνητές παρατήρησαν παρόμοιο αποτέλεσμα για τα επίπεδα πτητικών θειούχων ενώσεων στο στόμα, αν και αυτά διέφεραν αρκετά από μελέτη σε μελέτη.
Τα παρατηρούμενα αποτελέσματα ήταν επίσης σχετικά βραχύβια: έως και έναν μήνα αργότερα δεν υπήρξε αξιοσημείωτη διαφορά.
Δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές στον δείκτη πλάκας μεταξύ εκείνων που κατανάλωναν προβιοτικά και εκείνων που δεν κατανάλωναν.
Οι συγγραφείς της μελέτης πιστεύουν ότι τα προβιοτικά μπορεί να αναστείλουν την αποσύνθεση αμινοξέων και πρωτεϊνών από αναερόβια βακτήρια στο στόμα, περιορίζοντας έτσι την παραγωγή δύσοσμων υποπροϊόντων.
Ωστόσο, οι ερευνητές προειδοποιούν ότι αυτά τα ευρήματα προέρχονται από μελέτες με μικρά μεγέθη δειγμάτων, με ορισμένα από τα δεδομένα να παρέχουν ελλιπή αποτελέσματα.
“Αυτή η συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση δείχνει ότι τα προβιοτικά (π.χ. Lactobacillus salivarius, Lactobacillus reuteri, Streptococcus salivarius και Weissella cibaria) μπορεί να διευκολύνουν την κακοσμία του στόματος μειώνοντας βραχυπρόθεσμα τα επίπεδα συγκέντρωσης πτητικών θειούχων ενώσεων. Αλλά δεν έδειξε σημαντική επίδραση σχετικά με τις κύριες αιτίες της κακοσμίας του στόματος”, αναφέρουν οι συγγραφείς της έρευνας.
Και καταλήγουν: “Απαιτούνται στο μέλλον περισσότερες τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές υψηλής ποιότητας για την επαλήθευση των αποτελεσμάτων και για την παροχή στοιχείων για την αποτελεσματικότητα των προβιοτικών στη διαχείριση της κακοσμίας του στόματος”.