Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, διαπιστώθηκε πως το να κάνει μια γυναίκα λιγότερο συχνά σεξ κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση δεν σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο πόνου κατά τη σεξουαλική επαφή.
Η 13χρονη μελέτη εξέτασε αν η μείωση της συχνότητας των συνευρέσεων ευθύνεται για τον πόνο που αισθάνονται οι γυναίκες στο σεξ κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση.
Εξέτασε επίσης και άλλους παράγοντες που πιθανώς σχετίζονται με τον πόνο κατά τη διάρκεια του σεξ.
Το 20-59% των περιεμμηνοπαυσιακών και μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών αναφέρουν πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή.
Η μελέτη συγκέντρωσε δεδομένα από ερωτηματολόγια που δόθηκαν σε γυναίκες στο στάδιο της μετάβασης στην εμμηνόπαυση, στο πλαίσιο της πολυκεντρικής, πολυφυλετικής και πολυεθνικής μελέτης Study of Women’s Health Across the Nation (SWAN).
Κριτήρια ένταξης στη μελέτη ήταν οι ηλικίες 42-52 ετών που αυτοπροσδιορίστηκαν ως Αφροαμερικανές, Ισπανόφωνες, Γιαπωνέζες, Κινέζες ή Λευκές.
Από τις 2.247 γυναίκες που δεν ανέφεραν πόνο στο σεξ στην αρχή της μελέτης, 1.087 (48,4%) ανέφεραν πόνο «μερικές φορές» στη διάρκεια των 10 επισκέψεων σε διάστημα 13 ετών.
Οι συμμετέχουσες συμπλήρωναν ερωτηματολόγια σε κάθε επίσκεψη, αναφέροντας τη συχνότητα σεξ, συμπτώματα στα γεννητικά όργανα ή το ουροποιητικό και τον πόνο κατά τη σεξουαλική δραστηριότητα.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης τα εξής:
– Οι γυναίκες κινδύνευαν περισσότερο να αναπτύξουν πόνο στο σεξ στο τέλος της περιεμμηνόπαυσης και μετά την εμμηνόπαυση, ανεξάρτητα από την ηλικία τους.
– Η συστηματική ορμονοθεραπεία δεν φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης πόνου στο σεξ.
– Η αναφορά κολπικής ξηρότητας είχε την ισχυρότερη σχέση με τον πόνο.
– Το στοματικό σεξ και η μεγαλύτερη συχνότητα διέγερσης συσχετίστηκαν με μειωμένη πιθανότητα εμφάνισης πόνου.
– Το ιστορικό σεξουαλικού τραύματος δεν συσχετίστηκε με πόνο στο σεξ.
«Τα αποτελέσματα της μελέτης δίνουν ένα σημαντικό μήνυμα για τη δημόσια υγεία: οι γυναίκες των οποίων η σεξουαλική δραστηριότητα μειώνεται, δεν φαίνεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν πόνο στη διάρκεια του σεξ σε σύγκριση με τις γυναίκες που διατηρούν ή αυξάνουν τη συχνότητα του σεξ», αναφέρουν οι ερευνητές.
«Οι γυναίκες και οι γιατροί που τις παρακολουθούν πρέπει να επικεντρωθούν στην ανάπτυξη εξατομικευμένων στρατηγικών για την πρόληψη και τη θεραπεία του σεξουαλικού πόνου και να μην αποδίδουν τον πόνο στη μειωμένη συχνότητα σεξουαλικών συνερεύσεων».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση Journal of Obstetrics and Gynecology.