Σύμφωνα με νέα έρευνα, η κακή ποιότητα ύπνου, συμπεριλαμβανομένης της υπερβολικής κίνησης ή της υπνικής άπνοιας, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για μελλοντικό πρόβλημα στην καρδιά.
Το πρόβλημα αυτό λέγεται διαστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας και αποτελεί πρόδρομο της καρδιακής ανεπάρκειας.
Η έλλειψη ύπνου δεν φαίνεται να έχει την ίδια επίδραση, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση της Αμερικανικής Ένωσης Καρδιολογίας.
Η καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης (HFpEF), είναι μια μορφή καρδιακής ανεπάρκειας που εμφανίζεται όταν η αριστερή πλευρά του καρδιακού μυός σκληραίνει και δεν μπορεί να αντλήσει σωστά αίμα στο υπόλοιπο σώμα. Αφορά το 60% των 37 εκατομμυρίων περιπτώσεων καρδιακής ανεπάρκειας παγκοσμίως.
«Δεν υπάρχει όμως κάποια αναγνωρισμένη μέθοδος πρόληψης. Η μελέτη μας αναδεικνύει τη δυνητική σημασία της ποιότητας του ύπνου για την πρόληψή της», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Δρ. Hidenori Koyama, καθηγητής στο Ιατρικό Πανεπιστήμιο Hyogo στη Nishinomiya της Ιαπωνίας.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τα προβλήματα ύπνου, συμπεριλαμβανομένης της υπνικής άπνοιας, σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας. Λίγες έρευνες έχουν εξετάσει ωστόσο, τη συσχέτισή τους με τη διαστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα για τον ύπνο και την υγεία της καρδιάς για 452 ενήλικες, οι οποίοι ήταν κατά μέσο όρο 59 ετών, για μια περίοδο σχεδόν τριών ετών. Μέτρησαν την υπνική άπνοια, τη διάρκεια του ύπνου και το πόσο κινούνταν ένα άτομο ενώ κοιμόταν, ένδειξη ανήσυχου ύπνου.
Άτομα με μέτρια έως σοβαρή υπνική άπνοια ή που κινούνταν πολύ στον ύπνο τους –όχι όμως και όσοι δεν κοιμούνταν αρκετά- είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας.
Μεταξύ των ατόμων με μέτρια έως σοβαρή υπνική άπνοια, περίπου το 28% ανέπτυξαν στην πορεία διαστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας, σε σύγκριση με περίπου 11% όσων δεν είχαν υπνική άπνοια. Από αυτούς που κινούνταν πολύ στον ύπνο τους, το 21% εμφάνισε αργότερα την καρδιακή πάθηση, σε σύγκριση με το 8% εκείνων που κινούνταν λιγότερο.
Η υπνική άπνοια έχει εξελιχθεί σε πολύ κοινή διαταραχή του ύπνου τα τελευταία χρόνια. Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν μηχανήματα θετικής πίεσης, αλλαγή συνηθειών (απώλεια βάρους, διακοπή του καπνίσματος, περιορισμό του αλκοόλ) κλπ.
Δεν γνωρίζουμε ωστόσο πολλά για τους τρόπους αντιμετώπισης του ανήσυχου ύπνου. Ο Κογιάμα είπε ότι πολλοί παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν ανήσυχο ύπνο, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου ανήσυχων ποδιών και της έλλειψης βαθύ ύπνου (το στάδιο του ύπνου κατά το οποίο ο εγκέφαλός μας έχει τη λιγότερη δυνατή δραστηριότητα).
«Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα η κίνηση του σώματος κατά τη διάρκεια του ύπνου να σχετίζεται με μείωση της ποιότητάς του», είπε ο Koyama.
Μερικοί τρόποι βελτίωσης της ποιότητας του ύπνου περιλαμβάνουν την άσκηση κατά τη διάρκεια της ημέρας και τον ύπνο σε σκοτεινό περιβάλλον χωρίς έκθεση στο μπλε φως από smartphone και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές.
Η ποιότητα του ύπνου δεν έχει μελετηθεί επαρκώς, είπε ο Δρ. Michael Grandner, διευθυντής του Ερευνητικού Προγράμματος Ύπνου και Υγείας στο Κολέγιο Ιατρικής Tucson, στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνας.
Η κακή ποιότητα ύπνου μπορεί να προκαλείται από άγχος, πόνο ή άλλα προβλήματα υγείας, αλλά είναι ένας σημαντικός παράγοντας που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν εξετάζεται η σχέση του ύπνου και της γενικής υγείας.