Κορυφαίες εταιρείες φαρμάκων όπως η Teva, η Pfizer, η Novartis και η Mylan συνωμοτούν για να αυξήσουν τις τιμές των γενόσημων φαρμάκων κατά 1.000%, σύμφωνα με μια γενική αγωγή που κατατέθηκε την Παρασκευή από 44 πολιτείες.
Το πρόγραμμα σε ολόκληρο τον κλάδο επηρέασε τις τιμές περισσότερων από 100 γενόσημων φαρμάκων, σύμφωνα με την καταγγελία, συμπεριλαμβανομένης της λαμιβουδίνης-ζιδοβουδίνης, η οποία χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του HIV· budesonide, ένα φάρμακο για άσθμα· fenofibrate, που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της υψηλής χοληστερόλης· αμφεταμίνης-δεξτροαμφεταμίνης για την ADHD· από του στόματος αντιβιοτικά· Διαλυτικά αίματος· φάρμακα κατά του καρκίνου· αντισυλληπτικά και αντικαταθλιπτικά.
Στη δικογραφία οι εισαγγελείς διατυπώνουν ένα περίπλοκο πρόγραμμα καθορισμού τιμών στο οποίο συμμετείχαν περισσότερες από δώδεκα εταιρείες γενικών φαρμάκων και εξίσου πολλά στελέχη υπεύθυνα για πωλήσεις, μάρκετινγκ και τιμές.
Η καταγγελία υποστηρίζει ότι οι συνωμότες γνώριζαν ότι οι προσπάθειές τους για την αποτροπή του ανταγωνισμού ήταν παράνομες και ότι, ως εκ τούτου, απέφυγαν γραπτές καταγραφές συντονίζοντας αντ’ αυτού τα γεύματα, τα πάρτι, τις εκδρομές γκολφ και άλλες εκδηλώσεις δικτύωσης.
Το μεγαλύτερο μέρος της συνωμοτικής δραστηριότητας πραγματοποιήθηκε από τον Ιούλιο του 2013 έως τον Ιανουάριο του 2015, σύμφωνα με την καταγγελία, όταν η Teva αύξησε τις τιμές σε περίπου 400 συνταγογραφημμένα και 112 γενόσημα φάρμακα.
Ένα βασικό στοιχείο του συστήματος, σύμφωνα με την καταγγελία, ήταν η συμφωνία μεταξύ των ανταγωνιστών να συνεργαστούν για την τιμολόγηση, ώστε κάθε εταιρεία να διατηρήσει ένα «δίκαιο μερίδιο» της αγοράς στα γενόσημα φάρμακα.
Ταυτόχρονα, οι εταιρείες συμφώνησαν να αυξήσουν τις τιμές σε όσο το δυνατόν περισσότερα φάρμακα, σύμφωνα με την καταγγελία.
Παρόλο που η καταγγελία αναφέρει μεν την Teva Pharmaceuticals USA, η οποία εδρεύει στην Πενσυλβάνια, ως ηγέτιδα της συνωμοσίας, περιγράφει δε τη συμπεριφορά ως «διαδεδομένη και σε ολόκληρη τη βιομηχανία».
Η Teva αρνήθηκε τους ισχυρισμούς.
«Η Teva συνεχίζει να εξετάζει το θέμα εσωτερικά και δεν έχει συμμετάσχει σε καμία συμπεριφορά που θα οδηγούσε σε αστική ή ποινική ευθύνη», ανέφερε η εταιρεία σε δήλωση.
Η αγωγή ασκήθηκε στο αμερικανικό περιφερειακό δικαστήριο στο Κοννέκτικατ, όπου ξεκίνησε η πολυπολιτειακή έρευνα.
Πρόκειται για μια πιο επεκτατική έκδοση διαμαρτυρίας που υποβλήθηκε τον Δεκέμβριο του 2016 στο αμερικανικό Περιφερειακό Δικαστήριο για την Ανατολική Περιφέρεια της Πενσυλβανίας.
Η Pfizer αρνήθηκε οποιαδήποτε παράβαση σε δήλωση το Σάββατο.
Η εταιρεία ανέφερε ότι η Greenstone, θυγατρική της Pfizer, «υπήρξε φερέγγυος και αξιόπιστος προμηθευτής προσιτών γενόσημων φαρμάκων εδώ και δεκαετίες και σκοπεύει να υπερασπιστεί σθεναρά τους ισχυρισμούς αυτούς».