Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, έπειτα από έρευνα που πραγματοποίησαν αποκάλυψαν ποια είναι τα αντικαταθλιπτικά που έχουν τις περισσότερες αλλά και τις λιγότερες πιθανότητες να προκαλέσουν αύξηση του σωματικού βάρους.
Μελετώντας περισσότερους από 180.000 εθελοντές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως όσοι λάμβαναν τρία συγκεκριμένα φάρμακα είχαν 10-15% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν τουλάχιστον 5% αύξηση του σωματικού βάρους, έναντι όσων έπαιρναν πέντε άλλα.
Αντίστοιχα, όσοι έπαιρναν δύο άλλα αντικαταθλιπτικά είχαν 15-20% λιγότερες πιθανότητες να παχύνουν πολύ.
Τα αντικαταθλιπτικά βρίσκονται μεταξύ των ευρύτερα λαμβανομένων φαρμάκων στη Δύση. Μόνο στις ΗΠΑ τα λαμβάνει το 14% των ενηλίκων. Η αύξηση του σωματικού βάρους είναι συχνή παρενέργειά τους.
Δεν είναι όμως επιθυμητή, διότι μακροπρόθεσμα πλήττει την μεταβολική υγεία. Επιπλέον, ωθεί μερικούς ασθενείς να διακόψουν τη λήψη τους, με συνέπεια να μένει αθεράπευτη η κατάθλιψή τους.
Μολονότι, όμως, τα αντικαταθλιπτικά σχετίζονται με αύξηση του σωματικού βάρους, κάθε ένα μπορεί να το επηρεάζει σε διαφορετικό βαθμό. Ωστόσο τα έως τώρα στοιχεία επ’ αυτού ήταν περιορισμένα, γράφουν οι ερευνητές στην ιατρική επιθεώρηση Annals of Internal Medicine.
Για να διερευνήσουν το θέμα εξέτασαν δεδομένα από 183.118 ασθενείς, οι οποίοι λάμβαναν ένα από τα εξής αντικαταθλιπτικά:
- Σερτραλίνη
- Σιταλοπράμη
- Εσιταλοπράμη
- Φλουοξετίνη
- Παροξετίνη
- Βουπροπιόνη
- Ντουλοξετίνη
- Βενλαφαξίνη
Οι επιστήμονες εξέτασαν πόσο αυξανόταν το σωματικό βάρος μετά την έναρξη της θεραπείας. Υπολόγισαν επίσης τις πιθανότητες να έχει αυξηθεί το σωματικό βάρος κατά τουλάχιστον 5% έξι μήνες μετά την έναρξη της λήψης του.
Η αύξηση αυτή θεωρείται σημαντική. Οι επιστήμονες εξέτασαν επίσης το βάρος των ασθενών στους 12 και 24 μήνες.
Τα ευρήματα
Όπως διαπίστωσαν, οι ασθενείς που λάμβαναν βουπροπιόνη έπαιρναν αισθητά λιγότερο βάρος σε σύγκριση με όσους λάμβαναν άλλα αντικαταθλιπτικά.
Μάλιστα πολλοί έχαναν και κάποια κιλά, με αποτέλεσμα στους έξι μήνες από την έναρξη της θεραπείας η μέση διαφορά στο βάρος τους να είναι αρνητική (οριακή απώλεια).
Επιπλέον, είχαν 15-20% λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν σημαντική αύξηση του σωματικού βάρους τους σε σύγκριση με όσους έπαιρναν σερτραλίνη.
Η σερτραλίνη είναι το αντικαταθλιπτικό που έπαιρναν οι περισσότεροι συμμετέχοντες στη μελέτη.
Αντιθέτως, όσοι λάμβαναν εσιταλοπράμη, παροξετίνη ή δουλοξετίνη είχαν 10-15% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν σημαντική αύξηση στο βάρος τους.
Συνολικώς, από τα οκτώ αντικαταθλιπτικά που συγκρίθηκαν μόνο τα δύο (η βουπροπιόνη και η φλουοξετίνη) σχετίσθηκαν με οριακή μέση μείωση ή ελάχιστη αύξηση του βάρους.
Η βουπροπιόνη σχετίστηκε με την μικρότερη αύξηση του βάρους και στους 12 και 24 μήνες.
«Οι ασθενείς και οι γιατροί τους έχουν αρκετές θεραπευτικές επιλογές κατά την έναρξη αντικαταθλιπτικής αγωγής για πρώτη φορά. Η μελέτη μας παρέχει σημαντικά στοιχεία από την αληθινή ζωή για τη διαφορά στο σωματικό βάρος μετά την έναρξη ορισμένων από τα πιο διαδεδομένα αντικαταθλιπτικά», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Dr. Joshua Petimar, επίκουρος καθηγητής Πληθυσμιακής Ιατρικής στο Χάρβαρντ.
«Οι γιατροί και οι ασθενείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις πληροφορίες, μεταξύ άλλων παραγόντων, για να κάνουν την καλύτερη επιλογή γι’ αυτούς», πρόσθεσε.