Ξεκίνησε η δίκη στις ΗΠΑ, κατά των εταιρειών GSK και Boehringer Ingelheim που κατασκευάζουν το δημοφιλές παυσίπονο στομάχου Zantac μετά την αγωγή που κατέθεσαν πολλοί πολίτες θεωρώντας ότι ήταν υπεύθυνο για τον καρκίνο από τον οποίο προσβλήθηκαν.
Π.χ. μια 89χρονη γυναίκα, η Angela Valadez, ισχυρίζεται ότι ανέπτυξε καρκίνο του παχέος εντέρου και ζητά αποζημίωση 640 εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι δικηγόροι της Valadez κατηγόρησαν τις φαρμακευτικές εταιρείες GSK και Boehringer Ingelheim σε δικαστήριο του Σικάγο, υποστηρίζοντας ότι γνώριζαν τους κινδύνους του Zantac για καρκίνο αλλά δεν προειδοποίησαν το κοινό.
Η GSK ανέπτυξε το δραστικό συστατικό του Zantac και αργότερα πούλησε το σήμα σε άλλες εταιρείες, ενώ η Boehringer Ingelheim διακινούσε το φάρμακο από το 2006 έως το 2017.
Ο Mikal Watts, δικηγόρος της Valadez, υποστήριξε ότι οι εταιρείες ήξεραν ότι η ρανιτιδίνη, δραστικό συστατικό του Zantac, μπορούσε να μετατραπεί σε NDMA, μια καρκινογόνο ουσία, υπό ορισμένες συνθήκες. Παρ’ όλα αυτά, δεν εξασφάλισαν την κατάλληλη διαχείριση του φαρμάκου.
Το Zantac αποσύρθηκε από την αγορά το 2019, μετά την ανακοίνωση ανεξάρτητου εργαστηρίου που εντόπισε NDMA στο φάρμακο.
Έρευνες έδειξαν ότι η ρανιτιδίνη μπορεί να παράγει NDMA με τον καιρό ή σε υψηλές θερμοκρασίες, ευρήματα που επιβεβαίωσαν οι αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές τον Απρίλιο του 2020, οδηγώντας στην απόσυρση του φαρμάκου από την αγορά.