Η λευκή ιτιά ή αλλιώς white willow είναι ένα φυτό που περιέχει σαλικυλικό οξύ. Βοηθά στην ανακούφιση του πόνου, ιδιαίτερα στο μυοσκελετικό σύστημα όπως π.χ. στην οσφυαλγία.
Η λευκή ιτιά (Salix alba) ή αλλιώς γνωστή ως white willow είναι ένα δέντρο που αναπτύσσεται κοντά σε υγρούς τόπους, όπως λίμνες και όχθες ποταμών και ρυακιών σε όλη την Ευρώπη.
Από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας υπάρχουν αναφορές για θεραπευτική χρήση της ιτιάς για την αντιμετώπιση του πυρετού, των δερματικών παθήσεων, λοιμώξεων, πονοκεφάλων, κραμπών περιόδου και οξέων ή χρόνιων φλεγμονωδών νόσων, όπως η οστεοαρθρίτιδα, η τενοντίτιδα, η οσφυαλγία και ο πόνος στις αρθρώσεις, σύμφωνα με το wikihealth.gr.
Ο φλοιός της λευκής ιτιάς αποτελεί το κύριο φαρμακευτικό μέρος του φυτού και οι αναλγητικές, αντιπυρετικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες που παρουσιάζει, φαίνεται πως πιθανότατα οφείλονται στη σαλικίνη, που αυτός περιέχει.
Η σαλικίνη είναι ένας β-γλυκοζίτης και στις μέρες μας αποτελεί το ενεργό συστατικό του συνθετικού ακετυλοσαλικυλικού οξέος (ασπιρίνη), ενός από τα πιο διαδεδομένα αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
Εκτός από τη σαλικίνη, η λευκή ιτιά περιέχει επίσης φλαβονοειδή και τανίνες, τα οποία συμβάλουν στην ευεργετική του δράση για την υγεία.
Σε ποιες περιπτώσεις δρα ευεργετικά η λευκή ιτιά;
Διαχείριση πόνου και φλεγμονής
Το εκχύλισμα φλοιού της ιτιάς χρησιμοποιείται εδώ και εκατοντάδες χρόνια ως αναλγητικό και αντιφλεγμονώδες μέσο και στις μέρες μας αρκετές μελέτες έχουν επιβεβαιώσει την ευεργετική αυτή δράση του.
Μελέτες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εκχυλίσματος φλοιού ιτιάς στην αντιμετώπιση μυοσκελετικών πόνων, έδειξαν ισχυρή αναλγητική δράση αυτού όσον αφορά τη μείωση του πόνου στη μέση. Επιπλέον, ευεργετική δράση έχει παρατηρηθεί στην ανακούφιση από κράμπες της περιόδου και διαχείριση του πυρετού.
Η σαλικίνη, που περιέχει η λευκή ιτιά, έχει την ικανότητα να μειώνει τον πόνο και τη φλεγμονή όταν εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος με τον ίδιο τρόπο που δρα και η γνωστή σε όλους, ασπιρίνη.
Αυτός είναι και ο λόγος που τα τελευταία χρόνια η χρήση του φλοιού της ιτιάς για θεραπευτικούς σκοπούς έχει αντικατασταθεί από το συνθετικό φάρμακο της ασπιρίνης.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι επίσης η χρήση του φλοιού της ιτιάς ως αντιρρευματικό και αντιφλεγμονώδες για την αντιμετώπιση των πόνων στις αρθρώσεις.
Απώλεια βάρους και βελτίωση αθλητικής επίδοσης
Στις μέρες μας, το εκχύλισμα φλοιού ιτιάς και τα σαλικυλικά χρησιμοποιούνται εκτενώς ως συστατικά προϊόντων διαχείρισης βάρους και βελτίωσης της αθλητικής επίδοσης.
Παρόλο που η έρευνα στο κομμάτι αυτό είναι περιορισμένη, θεωρείται πως τα ευεργετικά αποτελέσματα του φλοιού ιτιάς πιθανά οφείλονται στην αύξηση της ανοχής του πόνου και στις αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές ιδιότητες της.
Τόσο η παχυσαρκία όσο και η έντονη άσκηση περιλαμβάνουν φλεγμονώδεις διεργασίες, τις οποίες θα μπορούσε να μειώσει το εκχύλισμα φλοιού ιτιάς, ενώ η ανακούφιση από τον πόνο, που αυτό προσφέρει, μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της κινητικότητας και της απόδοσης στην άσκηση.
Σε μια μελέτη των Hudson et al παρατηρήθηκε πως μετά από χορήγηση συγκεκριμένης ποσότητας ακετυλοσαλικυλικού οξέος σε άτομα που έκαναν προπόνηση με βάρη, μειώθηκε σημαντικά ο δείκτης πόνου και αυξήθηκε η απόδοση της προπόνησης τους.
Παρόλο που στην περίπτωση αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε εκχύλισμα φλοιού ιτιάς, φαίνεται πως τα σαλικυλικά, που έχουν ως κύρια δραστική ουσία τους την ίδια ένωση (σαλικίνη) μπορεί να είναι αποτελεσματικά στον τομέα βελτίωσης της αθλητικής απόδοσης.
Άτομα τα οποία παρουσιάζουν αλλεργία στην ασπιρίνη πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση του φλοιού λευκής ιτιάς για οποιοδήποτε λόγο, όπως επίσης και άτομα που έχουν γαστρίτιδα, γαστρικά έλκη, διαβήτη, άσθμα ή αιμορροφιλία.
Επιπλέον, το εκχύλισμα φλοιού ιτιάς μπορεί να αλληλοεπιδράσει με διάφορα φάρμακα, όπως τα αντιπηκτικά, οι β-αναστολείς, τα διουρητικά και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, γι’ αυτό άτομα που τα λαμβάνουν πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά και να συμβουλευτούν το γιατρό τους πριν τη χρήση της ιτιάς.
Παιδιά της ηλικίας κάτω των 16 ετών δεν πρέπει να χρησιμοποιούν εκχύλισμα φλοιού ιτιάς λόγω πιθανού κινδύνου εμφάνισης του συνδρόμου Reye, ενώ η αποφυγή αυτού συνιστάται και στις εγκυμονούσες και θηλάζουσες μητέρες.