Επιστήμονες από τη Φινλανδία προειδοποιούν ότι ο προδιαβήτης δεν είναι μία «αθώα» κατάσταση, αλλά μπορεί να αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο αναπτύξεως μιας σοβαρής πάθησης των βαλβίδων της καρδιάς.

Σε μελέτη που πραγματοποίησαν διαπίστωσαν ότι η αντίσταση στην ινσουλίνη που τον προκαλεί, αυξάνει τον κίνδυνο αναπτύξεως στένωσης στην αορτική βαλβίδα. Η στένωση αναπτύσσεται όταν η αορτική βαλβίδα παρουσιάσει πάχυνση και δυσκαμψία με την πάροδο του χρόνου. Η συνέπειά της είναι μειωμένη εξώθηση του αίματος από την καρδιά προς όλο το σώμα.

Η διαταραχή αυτή μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια και θάνατο, εάν δεν αντιμετωπιστεί, τονίζουν οι ερευνητές.

Η στένωση της αορτικής βαλβίδας είναι η πιο συχνή πάθηση των βαλβίδων της καρδιάς στη Δύση, εξηγούν. Η συχνότητά της αυξάνεται με την ηλικία. Είναι σπάνια στις ηλικίες κάτω των 50 ετών, αλλά προσβάλλει το σχεδόν 3,5% του πληθυσμού στις ηλικίες άνω των 75 ετών.

Αν αφεθεί χωρίς θεραπεία, οι ασθενείς έχουν 70-80% πιθανότητες θανάτου εντός μιας 5ετίας. Η θεραπεία συνίσταται σε αντικατάσταση της βαλβίδας είτε με ανοικτή εγχείρηση είτε με την πολύ λιγότερο επεμβατική διακαθετηριακή εμφύτευση αορτικής βαλβίδας (TAVI).

Αντίστοιχα, ο προδιαβήτης είναι μία πρόδρομη κατάσταση του σακχαρώδη διαβήτη. Κατ’ αυτόν, τα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) είναι υψηλότερα από τα επιθυμητά, αλλά όχι ακόμα τόσο υψηλά ώστε να διαγνωστεί διαβήτης. Αναπτύσσεται όταν τα κύτταρα του σώματος παρουσιάσουν αντίσταση στην ορμόνη ινσουλίνη. Με άλλα λόγια, δεν ανταποκρίνονται καλά σε αυτήν, με συνέπεια να είναι λίγο αυξημένο το σάκχαρο.

Αν δεν τεθεί υπό έλεγχο, ο προδιαβήτης μπορεί κάποια στιγμή να εξελιχθεί σε πλήρη διαβήτη. Το αν και πόσο επικίνδυνος είναι από μόνος του, όμως, βρίσκεται ακόμα υπό διερεύνηση.

Η μελέτη

Στη νέα μελέτη οι επιστήμονες εξέτασαν τη δυνητική συσχέτιση της στένωσης της αορτικής βαλβίδας με ορισμένους βιοδείκτες, ανάμεσα στους οποίους συμπεριλαμβανόταν η αντίσταση στην ινσουλίνη (δηλαδή ο προδιαβήτης).

Συνολικά ενέταξαν στη μελέτη τους 10.144 άνδρες, ηλικίας 45 έως 73 ετών. Κατά την έναρξή της κανείς δεν έπασχε από στένωση της αορτικής βαλβίδας.

Στη διάρκεια σχεδόν 11 ετών παρακολούθησης, την παρουσίασαν οι 116 από αυτούς (ποσοστό 1,1%). Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν τα 62 έτη.

Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση Annals of Medicine. Όπως γράφουν οι ερευνητές, όσοι έπασχαν από προδιαβήτη είχαν σημαντικά αυξημένες πιθανότητες να διαγνωστούν με στένωση αορτικής βαλβίδας.

Στην πραγματικότητα σχετίσθηκε με αύξηση έως και 44% του κινδύνου στένωσης, αναλόγως με τον βιοδείκτη που εξέτασαν οι ερευνητές. Οι βιοδείκτες της αντίστασης στην ινσουλίνης που συσχετίζονταν με τη στένωση ήταν αρκετοί. Ενδεικτικά αναφέρονται:

  • Η γλυκόζη νηστείας (δηλαδή το σάκχαρο όταν κάποιος είναι νηστικός)
  • Η μεταγευματική γλυκόζη (ή σάκχαρο) στα 30 και 120 λεπτά (δηλαδή στην καμπύλη σακχάρου, μετά την κατανάλωση υγρής γλυκόζης)
  • Η προϊνσουλίνη

Οι βιοδείκτες αυτοί παρέμειναν σημαντικοί και όταν οι ερευνητές έλαβαν υπ’ όψιν άλλους συμβάλλοντες παράγοντες, όπως το σωματικό βάρος και η αρτηριακή πίεση.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία Διαβήτη (ADA), προδιαβήτης διαγιγνώσκεται όταν ένας άνθρωπος έχει:

  • Γλυκόζη νηστείας μεταξύ 100 και 126 mg/dl
  • Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) μεταξύ 5,7% και 6,5%