Περιβαλλοντικές αλλαγές, όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση, και βιομηχανοποιημένες συνήθειες του τρόπου ζωής προκαλούν διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος, οδηγώντας σε αλλεργικές παθήσεις. Οι αλλεργικές παθήσεις εμφανίζονται κυρίως στην παιδική ηλικία και έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής.
Αποτελούν ανησυχία για τη δημόσια υγεία, με σημαντικό οικονομικό κόστος. Επομένως, ο εντοπισμός και η διαχείριση των παραγόντων κινδύνου που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην εμφάνιση αλλεργικών παθήσεων είναι ζωτικής σημασίας. Δυνητικοί παράγοντες κινδύνου θεωρούνται η διατροφή, η άσκηση, γενετικοί παράγοντες, η κλιματική αλλαγή, η ρύπανση και η έκθεση σε χημικά.
Τα βαρέα μέταλλα αποτελούν σημαντική ανησυχία, καθώς συσσωρεύονται στο σώμα και δεν διασπώνται εύκολα. Η έκθεση στον υδράργυρο συμβαίνει καθημερινά μέσω της κατανάλωσης ψαριών, δημητριακών, αλλά και μέσω των οδοντικών αμαλγαμάτων. Η έκθεση σε αυτό το βαρύ μέταλλο επηρεάζει αρνητικά το ανοσοποιητικό σύστημα.
Πολυάριθμες μελέτες έχουν ενοχοποιήσει τον υδράργυρο ως παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση αλλεργικών παθήσεων. Ωστόσο, η σχέση μεταξύ αλλεργικών παθήσεων και υδραργύρου είναι ασαφής.
Σε πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Scientific Reports, οι ερευνητές αξιολόγησαν τις συσχετίσεις μεταξύ των επιπέδων υδραργύρου στα ούρα και των αλλεργικών παθήσεων στα παιδιά.
Η μελέτη αξιολόγησε, συγκεκριμένα, τη σχέση μεταξύ των επιπέδων υδραργύρου στα ούρα και της αλλεργικής ρινίτιδας, του άσθματος, της ατοπικής δερματίτιδας και της πολυνοσηρότητας στα παιδιά.
Αναλύθηκαν δεδομένα από τον τρίτο (2015-17) και τον τέταρτο (2018-20) κύκλους της Κορεατικής Εθνικής Περιβαλλοντικής Έρευνας για την Υγεία. Οι συμμετέχοντες ήταν μαθητές 6-11 ετών, ευαίσθητοι σε αλλεργιογόνα εσωτερικού χώρου και στην έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση.
Η ομάδα έλαβε δείγματα ούρων την ημέρα της έρευνας ή μια ημέρα πριν και υπολόγισε τα επίπεδα υδραργύρου.
Τα δεδομένα για τα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας, του άσθματος και της ατοπικής δερματίτιδας ελήφθησαν μέσω ερωτηματολογίου από τους κηδεμόνες των συμμετεχόντων. Τους ζητήθηκε να υποδείξουν την παρουσία ή την απουσία συμπτωμάτων των συγκεκριμένων παθήσεων και εάν έπαιρναν φάρμακα.
Η πολυνοσηρότητα ορίστηκε ως συμπτώματα περισσότερων της μιας αλλεργικών διαταραχών. Οι συμμεταβλητές ήταν η ηλικία, το φύλο, η εκπαίδευση των γονέων, ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), το οικογενειακό εισόδημα και τα επίπεδα κοτινίνης και κρεατινίνης στα ούρα. Η κοτινίνη χρησίμευε ως βιοδείκτης για την έκθεση στο κάπνισμα.
Ευρήματα
Οι ερευνητές συμπεριέλαβαν 853 και 710 συμμετέχοντες από τον τρίτο και τον τέταρτο κύκλο έρευνας αντίστοιχα. Η μέση ηλικία τους ήταν περίπου 8,5 έτη. Ο επιπολασμός των αλλεργικών παθήσεων δεν διέφερε σημαντικά μεταξύ των κύκλων έρευνας.
Ο γεωμετρικός μέσος όρος των επιπέδων υδραργύρου στα ούρα ήταν 0,401 μg/L στον τρίτο κύκλο και 0,399 μg/L στον τέταρτο κύκλο. Δεν υπήρχαν σημαντικές διαφορές βάσει φύλου στα επίπεδα υδραργύρου.
Τα επίπεδα υδραργύρου στα ούρα ήταν σημαντικά υψηλότερα όταν τα επίπεδα κρεατινίνης και κοτινίνης ήταν αυξημένα. Οι μαθητές με συμπτώματα ατοπικής δερματίτιδας εμφάνισαν υψηλότερα επίπεδα υδραργύρου από εκείνους που δεν είχαν συμπτώματα ατοπικής δερματίδας.
Τα επίπεδα υδραργύρου στα ούρα συσχετίστηκαν θετικά με την ατοπική δερματίτιδα και στους δύο κύκλους, προσαρμοσμένα για τα επίπεδα κρεατινίνης. Τα επίπεδα υδραργύρου συσχετίστηκαν θετικά με το άσθμα, την ατοπική δερματίτιδα και την πολυνοσηρότητα και στους δύο κύκλους, προσαρμοσμένα για όλες τις συμμεταβλητές.
Τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια και όταν ομαδοποιήθηκαν τα δεδομένα και από τους δύο κύκλους. Σημαντικές θετικές συσχετίσεις με την πολυνοσηρότητα και την ατοπική δερματίτιδα ήταν εμφανείς. Σε αναλύσεις με διαστρωματώσεις φύλου, οι συγκεντρωτικές επιδράσεις στην πολυνοσηρότητα και την ατοπική δερματίτιδα ήταν μεγαλύτερες στα αγόρια.
Επιπλέον, η θετική συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων υδραργύρου και της πολυνοσηρότητας ήταν σημαντική μόνο στα αγόρια.
Συμπεράσματα
Η εν λόγω μελέτη διερεύνησε συσχετίσεις μεταξύ των επιπέδων υδραργύρου στα ούρα και των αλλεργικών παθήσεων σε μαθητές δημοτικού. Οι ερευνητές παρατήρησαν μια θετική συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων υδραργύρου στα ούρα, της ατοπικής δερματίτιδας και της αλλεργικής ρινίτιδας, επισημαίνοντας, ωστόσο, ότι χρειάζονται πρόσθετες μελέτες.
Η αξιολόγηση των συμπτωμάτων βάσει των ερωτηματολογίων μπορεί να μην υποδήλωνε απαραίτητα την κατάσταση της νόσου. Επιπλέον, δεν ελήφθησαν υπόψη δεδομένα για μακροπρόθεσμους δείκτες (έκθεσης σε υδράργυρο) και γονικό ιστορικό αλλεργίας.
Συνολικά, η μελέτη εντόπισε συσχετίσεις με επαρκή στατιστική ισχύ, παρέχοντας αξιόπιστες ενδείξεις ότι η έκθεση στον υδράργυρο σχετίζεται με αλλεργικές διαταραχές στα παιδιά.