Η ουρία σχηματίζεται στο ήπαρ από τη διάσπαση των πρωτεϊνών. Στην συνέχεια, περνάει στην κυκλοφορία του αίματος και αποβάλλεται από το σώμα μέσω των νεφρών.
Εάν τα νεφρά δεν λειτουργούν σωστά, ή ο οργανισμός χρησιμοποιεί μεγάλες ποσότητες πρωτεΐνης, τα επίπεδα της ουρίας στο αίμα αυξάνονται.
Αν υπάρχει σοβαρή ηπατική νόσος, έχουμε το αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή μείωση της ουρίας στο αίμα.
Ο προσδιορισμός της ουρίας στο αίμα είναι μία εξέταση αίματος, που μαζί με τον προσδιορισμό της κρεατινίνης χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της λειτουργίας των νεφρών.
Ουρία: Πότε γίνεται η εξέταση
Η εξέταση της ουρίας είναι χρήσιμη σε πολλές περιπτώσεις, όπως σε υποψία δυσλειτουργίας των νεφρών.
Μερικά από τα συμπτώματα είναι:
- Αδυναμία, κόπωση, έλλειψη συγκέντρωσης, υπνηλία
- Οίδημα στους αστραγάλους, γύρω από τα μάτια, στην κοιλιά
- Καφεοειδή ούρα
- Μείωση της ποσότητας των ούρων
- Πόνος στην περιοχή των νεφρών
- Υπέρταση
Επίσης, χρησιμοποιείται:
- Στην παρακολούθηση των ασθενών που βρίσκονται σε θεραπεία για γνωστή πάθηση των νεφρών
- Στην παρακολούθηση ασθενών που λαμβάνουν φάρμακα, τα οποία μπορεί να έχουν βλαβερή επίδραση στα νεφρά
- Στο πλαίσιο εργαστηριακής διερεύνησης των ασθενών που προσέρχονται ως επείγοντα περιστατικά
- Ως έλεγχος ρουτίνας σε προληπτικό εργαστηριακό έλεγχο
- Για την εκτίμηση της νεφρικής λειτουργίας πριν από την έναρξη κάποιας φαρμακευτικής αγωγής
Ουρία: Φυσιολογικές τιμές – Αποτελέσματα της εξέτασης
Οι φυσιολογικές τιμές της ουρίας αίματος είναι 10-50 mg/dl (μικρές διαφορές μπορεί να υπάρχουν από εργαστήριο σε εργαστήριο).
Τα υψηλά επίπεδα μπορεί να υποδηλώνουν βλάβη στην λειτουργία των νεφρών (οξεία ή χρόνια).
Επίσης, μπορεί να προκληθεί από:
- καρδιακή ανεπάρκεια
- έμφραγμα του μυοκαρδίου
- σοβαρό έγκαυμα
- αιμορραγία από το γαστρεντερικό
- απόφραξη του ουροποιητικού
- αφυδάτωση
Τα χαμηλά επίπεδα είναι πιο σπάνια και μπορεί να οφείλονται σε:
- φυσιολογική κύηση
- υποσιτισμό
- σοβαρή ηπατική νόσο