Το κάπνισμα είναι γνωστό ότι είναι εξαιρετικά επιβλαβές για τον οργανισμό, τόσο που αλλάζει το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ατόμου.
Έτσι, το αφήνει ευάλωτο σε περισσότερες ασθένειες και λοιμώξεις ακόμη και χρόνια μετά τη διακοπή του, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Για δεκαετίες, οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης έλεγαν στους καπνιστές ότι το κάπνισμα μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα, όπως ο καρκίνος του πνεύμονα, έμφραγμα ή εγκεφαλικό.
Ωστόσο, μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου στο περιοδικό Nature προσφέρει άλλον ένα λόγο για να κόψει κανείς το κάπνισμα.
Η έρευνα δείχνει πώς το κάπνισμα μειώνει την ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμά τη μόλυνση αμέσως και με την πάροδο του χρόνου, ενώ μπορεί επίσης να θέσει κάποιον σε κίνδυνο χρόνιων ασθενειών, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο λύκος.
Οι ερευνητές εξέτασαν με την πάροδο του χρόνου δείγματα αίματος από μια ομάδα 1.000 υγιών ατόμων ηλικίας 20 έως 69 ετών. Στην ομάδα συμμετείχαν ισάριθμα άνδρες και γυναίκες.
Οι ερευνητές ήθελαν να δουν πώς 136 μεταβλητές, συμπεριλαμβανομένων του τρόπου ζωής, κοινωνικοοικονομικών ζητημάτων και των διατροφικών συνηθειών – εκτός από την ηλικία, το φύλο και τη γενετική- επηρεάζουν την ανοσολογική απόκριση.
Εξέθεσαν, λοιπόν, δείγματα αίματος σε κοινά μικρόβια όπως τα βακτήρια E.coli και ο ιός της γρίπης και μέτρησαν την ανοσολογική απόκριση.
Το κάπνισμα, ο δείκτης μάζας σώματος και μια λανθάνουσα λοίμωξη που προκλήθηκε από τον ιό του έρπητα είχαν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο, με το κάπνισμα να προκαλεί τη μεγαλύτερη αλλαγή.
Είχε σχεδόν τον ίδιο αντίκτυπο στην ανοσολογική απόκριση με σημαντικούς παράγοντες, όπως η ηλικία ή το φύλο.
Όταν οι καπνιστές που συμμετείχαν στη μελέτη διέκοψαν το κάπνισμα, η ανοσολογική τους απόκριση βελτιώθηκε ως ένα επίπεδο, αλλά έκανε να ανακάμψει χρόνια ολόκληρα, σύμφωνα με τον Δρ Darragh Duffy, από τους συντάκτες της μελέτης, ο οποίος ηγείται της μονάδας Μεταφραστικής Ανοσολογίας στο Ινστιτούτο Παστέρ.
«Τα καλά νέα είναι ότι αρχίζει να επανέρχεται», είπε.
«Ποτέ δεν είναι καλή στιγμή να ξεκινήσεις το κάπνισμα, αλλά αν είσαι καπνιστής, η καλύτερη στιγμή για να το κόψεις είναι τώρα», πρόσθεσε.
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι όσο περισσότερο κάπνιζε κανείς, τόσο περισσότερο άλλαζε η ανοσολογική του απόκριση.
Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και το να μειώσει κάποιος το κάπνισμα είναι καλό.
Το κάπνισμα, σύμφωνα με τη μελέτη, φαινόταν να έχει μακροπρόθεσμες επιγενετικές επιδράσεις στις δύο κύριες μορφές προστασίας του ανοσοποιητικού συστήματος: την έμφυτη απόκριση και την επίκτητη (προσαρμοστική) απόκριση.
Η επίδραση στην έμφυτη απόκριση εξαφανίζεται γρήγορα όταν κάποιος σταματήσει το κάπνισμα, αλλά η επίδραση στην προσαρμοστική απόκριση παραμένει ακόμα και μετά τη διακοπή του καπνίσματος.
Η έμφυτη ανοσολογική απόκριση είναι ο γενικός τρόπος με τον οποίο το δέρμα, οι βλεννογόνοι, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος και οι πρωτεΐνες καταπολεμούν τα μικρόβια.
Όταν ο οργανισμός κρίνει ότι η έμφυτη απόκριση δεν είναι αρκετή, τότε παίρνει μπροστά το προσαρμοστικό ανοσοποιητικό σύστημα -αντισώματα στο αίμα και άλλα σωματικά υγρά, Β και Τ λεμφοκύτταρα που μπορούν να «θυμηθούν» μια απειλή-, στοχεύοντας καλύτερα απειλές που έχει ξαναδεί.
Η κύρια ανακάλυψη της μελέτης μας είναι ότι το κάπνισμα έχει βραχυπρόθεσμες αλλά και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην προσαρμοστική ανοσία που σχετίζεται με τα Β κύτταρα και τα ρυθμιστικά Τ κύτταρα, καθώς και με τις επιγενετικές αλλαγές, επισημαίνουν οι ερευνητές.
Η νέα έρευνα έχει κάποιους περιορισμούς. Το πείραμα έγινε σε δείγματα αίματος στο εργαστήριο, αλλά το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να αντιδράσει διαφορετικά στην πραγματική ζωή.
Ωστόσο, οι μελέτες πρόκλησης σε ανθρώπους εξακολουθούν να είναι σχετικά περιορισμένες σε μέγεθος σε σύγκριση με αυτό που μπόρεσαν να δείξουν οι επιστήμονες με μια μεγάλη συλλογή δειγμάτων αίματος.