Η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Επιτροπής Επιστημόνων του υπουργείου Υγείας για τον κορωνοϊό, Βάνα Παπαευαγγέλου, υποστήριξε ότι ακόμη και αν καταργηθεί το πιστοποιητικό εμβολιασμού το φθινόπωρο θα πρέπει να επανέλθει η χρήση του.
«Εάν καταργηθεί το πιστοποιητικό εμβολιασμού, εγώ προσωπικά δεν θα πάω σινεμά όπως πήγαινα. Δεν θα πάω σε έναν κλειστό χώρο που ξέρω ότι δίπλα μου θα είναι ανεμβολίαστοι. Ο καθένας θα κάνει αυτό που νομίζει ότι είναι το πιο ασφαλές για τον εαυτό του και την οικογένειά του. Νομίζω ότι πλέον προχωράμε ως κοινωνίες, έχουμε εμπειρίες και γνώση και με τα όπλα αυτά θα προχωρήσουμε», τόνισε.
Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι το θέμα της κατάργησης των πιστοποιητικών εμβολιασμού δεν αναμένεται να τεθεί στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων γιατί δεν είναι επιστημονικό, αλλά ένα διοικητικό μέτρο.
«Δεν έχουμε λόγο εμείς, ούτε νομίζω ότι θα μας ρωτήσουν», ανέφερε, σημειώνοντας ότι «τώρα πια περνάμε σε μια φάση από την υποχρεωτικότητα, στην προσωπική επιλογή».
Μίλησε για λάθος μήνυμα που δόθηκε από τα ΜΜΕ περί απόφασης της Επιτροπής των Ειδικών να καταργηθεί η χρήση μάσκας στους εξωτερικούς χώρους.
«Σε καμία περίπτωση δεν είπαμε αυτό. Είπαμε ότι αίρεται η υποχρεωτικότητα, δηλαδή δεν θα έρχεται ο αστυνόμος να σου κόψει πρόστιμο αν δεν φοράς μάσκας στο δρόμο. Όμως ο καθένας από εμάς θα πρέπει να χρησιμοποιεί το μυαλό του, να σκέφτεται την οικογένειά του, να σκέφτεται το εαυτό του και συνεπώς να φοράει τη μάσκα για να προστατευτεί, όσο πιο πολύ μπορεί. Αν είμαι σε ένα πεζοδρόμιο και δεν έχει κόσμο δεν θα φορέσω τη μάσκα μου, αλλά αν περάσω από μια στάση λεωφορείου που έχει κόσμο, εκεί θα βάλω τη μάσκα, έστω και για τα 30-50 που θα διανύσω για να περάσω από τον συνωστισμό», εξήγησε η ίδια.
Ειδικά για τους άνω των 50 ετών που δεν έχουν εμβολιαστεί, είπε ότι θα πρέπει να φοράνε μάσκα όσο το δυνατόν πιο πολύ μπορούν «μέσα και έξω».
Ερωτηθείσα για το γεγονός ότι περίπου το 35% των ασθενών σε ΜΕΘ είναι άτομα που έχουν κάνει 2 δόσεις εμβολίου, απάντησε πως αυτό δεν της προκαλεί εντύπωση.
«Ξέρουμε ότι οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας και ιδιαίτερα αυτοί που έχουν και άλλα υποκείμενα νοσήματα, με οποιαδήποτε απλή ίωση μπορούν να βρεθούν στην εντατική. Το βλέπουμε αυτό από τη γρίπη, αλλά και από την εμπειρία μας γενικά στις ΜΕΘ. Όμως πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι ένας άνθρωπος μεγάλης ηλικίας που δεν έχει κάνει την τρίτη δόση είναι ουσιαστικά ευάλωτος στον κορωνοϊό. Η τρίτη δόση είναι αυτή που θωρακίζει την ανοσία και διατηρεί υψηλά επίπεδα προστασίας για σοβαρή νόσο. Τώρα πλέον έχουμε καταλάβει ότι με την Όμικρον και με την Όμικρον 2, δεν μπορούμε να λέμε ότι το εμβόλιο σε προφυλάσσει να μην κολλήσεις», υπογράμμισε.
«Όμως ακόμα και σήμερα με τις νέες μεταλλάξεις που είναι πολύ πιο μεταδοτικές από τις προηγούμενες, ξέρουμε ότι αυτοί που έχουν εμβολιαστεί και με την τρίτη δόση, προστατεύονται πάρα πολύ καλά για να μην νοσήσουν σοβαρά, να μπουν σε νοσοκομείο, σε ΜΕΘ ή να χάσουν τη ζωή τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2022 που έδωσε ο ΕΟΔΥ για τη χώρα μας, έχουμε πάρα πολύ μεγάλη προστασία αυτών που έχουν εμβολιαστεί, σε περίοδο που κυκλοφορούσε η Όμικρον. Σε επίπεδα του 87% για νοσηλεία σε ΜΕΘ ή για θάνατο. Συνεπώς, ασθενείς μεγάλης ηλικίας που έχουν κάνει μόνο 2 δόσεις και ιδιαίτερα αν έχουν περάσει πάνω από 2 μήνες από τότε που έκαναν τη δεύτερη δόση, είναι ευάλωτοι», διεμήνυσε η κυρία Παπαευαγγέλου.
Πολύ πιο επιφυλακτικοί για την τέταρτη δόση
«Για την τέταρτη δόση είμαστε πολύ πιο επιφυλακτικοί, γιατί ακόμα δεν έχουμε δεδομένα ότι αξίζει τον κόπο να κάνεις μια τέταρτη δόση και για αυτό το συζητάμε τόσο πολύ στην Επιτροπή Εμβολιασμών. Είναι κάτι που το σκεφτόμαστε, εξετάζουμε τα δεδομένα. Όμως είναι ξεκάθαρο από πολλές μελέτες από όλο τον κόσμο ότι η τρίτη δόση είναι αυτή που θα εμπεδώσει το αποτέλεσμα των δυο προηγούμενων δόσεων και θα διατηρήσει την προστασία έναντι σοβαρής νόσησης ή θανάτου», ξεκαθάρισε η Καθηγήτρια. Απηύθυνε, μάλιστα, έκκληση σε όσους έχουν εμβολιαστεί με δυο δόσεις, «αφού έκαναν που έκαναν τον κόπο και δεν είναι αντιεμβολιαστές, να πάρουν την απόφαση για να προστατευθούν και να κάνουν την τρίτη δόση, η οποία δεν έχει τόσες παρενέργειες όσο η δεύτερη».