Η θερμοκρασία ρεκόρ των 18,3 βαθμών Κελσίου καταγράφηκε στην Ανταρκτική, η θερμότερη θερμοκρασία που έχει καταγραφεί ποτέ, σχεδόν έναν βαθμό υψηλότερα από το προηγούμενο ρεκόρ, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Σύμφωνα με τον ερευνητικό σταθμό Esperanza της Αργεντινής, ο οποίος συγκέντρωσε τα στοιχεία, το προηγούμενο ρεκόρ είχε καταγραφεί τον Μάρτιο του 2015 και ήταν 17,5 βαθμοί Κελσίου.
Σημειώνεται ότι ο περασμένος Ιανουάριος ήταν ο θερμότερος Ιανουάριος σύμφωνα με την Υπηρεσία κλιματικής Αλλαγής Copernicus της ΕΕ, με τις θερμοκρασίες στην Ευρώπη να είναι κατά 0,2 βαθμούς υψηλότερες από ότι τον προηγούμενο θερμότερο Ιανουάριο του 2007.
Μία επιτροπή της Παγκόσμιας Μετεωρολογικής Υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών, πρόκειται τώρα να επιβεβαιώσει ότι η θερμοκρασία αυτή είναι ακριβής. «Όλα τα στοιχεία μέχρι τώρα υποδεικνύουν ότι πρόκειται για ρεκόρ, αλλά θα αρχίσουμε μια επίσημε αξιολόγηση μόλις έχουμε πλήρη στοιχεία από τη Μετεωρολογική Υπηρεσία όλων των μετεωρολογικών συνθηκών που περιβάλλουν το γεγονός», δήλωσε ο Randal Cerveny, εισηγητής της Παγκόσμιας Μετεωρολογική Υπηρεσίας και πρόσθεσε:
«Το ρεκόρ φαίνεται ότι συσχετίζεται πιθανότατα (βραχυπρόθεσμα) με αυτό που αποκαλούμε περιφερειακό φαινόμενο “fehn” στην περιοχή: μια ταχεία θέρμανση του αέρα που καταλήγει σε μια πλαγιά/βουνό».
Η Ανταρκτική συγκαταλέγεται στις περιοχές του πλανήτη που θερμαίνονται ταχύτερα, με θερμοκρασίες που έχουν αυξηθεί σχεδόν 3 βαθμούς τα τελευταία 50 χρόνια.
Περίπου 87% των παγετώνων κατά μήκος της δυτικής ακτής της Χερσονήσου έχουν «υποχωρήσει» τα τελευταία 50 χρόνια, με τον ρυθμό υποχώρησης να είναι πιο εντατικός τα τελευταία 12 χρόνια.
Την Πέμπτη, μια μεγάλη τρύπα ανακαλύφθηκε στον παγετώνα Thwaites, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση της στάθμης της θάλασσας μέχρι και 600 εκατοστά, εάν διαλυθεί τελείως, σύμφωνα με τον Independent.
Οι επιστήμονες βρήκαν μια κοιλότητα κάτω από τον παγετώνα που είναι πολύ μεγαλύτερη από ό, τι νόμιζαν προηγουμένως.
«Το μέγεθος της κοιλότητας είναι εκπληκτικό και καθώς λιώνει, αναγκάζει τον παγετώνα να υποχωρήσει», ανέφερε ο Pietro Mililo, επιστήμονας της NASA και επικεφαλής της έρευνας.